
Αμέσως μετά την πανδημία, όταν τα επιτόκια της ΕΚΤ είχαν αρχίσει να ανεβαίνουν, οι τράπεζες δεν έδειξαν κανένα δισταγμό και αύξησαν τα δανειστικά τους επιτόκια εν ριπή οφθαλμού. Αργότερα, στον απόηχο όσων συνέβησαν στη Βουλή τον περασμένο Δεκέμβρη -μετά την απόρριψη της πρόταση νόμου του ΑΚΕΛ για φορολόγηση των υπερκερδών τους– είχαν δημόσια δεσμευθεί ότι θα τα μείωναν σημαντικά. Η μικρή μείωση που ακολούθησε περισσότερο έγινε για τα μάτια του κόσμου παρά για την ουσία.
Διότι το τι έγινε στην πραγματικότητα είναι εξωφρενικό. Το συνολικό κόστος για τους δανειολήπτες -που φαίνεται μέσα από τον δείκτη του συνολικού ετήσιου ποσοστού επιβάρυνσης (ΣΕΠΕ)- όχι μόνο δεν μειώθηκε όλο αυτό το διάστημα αλλά αυξάνεται συνεχώς. Το αποτέλεσμα είναι η Κύπρος να έχει το δεύτερο ψηλότερο κόστος δανεισμού για στεγαστικά δάνεια στην Ευρωζώνη, σχεδόν 1,5% μεγαλύτερο από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης. Αυτό και αν αποτελεί κοροϊδία.
Για σκοπούς διευκρίνησης «το Συνολικό Ετήσιο Ποσοστό Επιβάρυνσης (ΣΕΠΕ) είναι το συνολικό κόστος του δανείου και για τον υπολογισμό του λαμβάνονται υπόψη όλες οι πληρωμές που καταβάλλει ο πελάτης είτε στην τράπεζα είτε σε τρίτους (π.χ. Κυβερνητικά έξοδα, έξοδα εκτίμησης, ασφάλειες κλπ). Το ΣΕΠΕ θεωρείται το καλύτερο εργαλείο σύγκρισης του πραγματικού κόστους για τον πελάτη, καθώς συμπεριλαμβάνει όλα τα έξοδα του δανείου)». Η πιο πάνω αναφορά αυτούσια από την ιστοσελίδα κυπριακής τράπεζας.
Επομένως αυτό που οι τράπεζες θεωρούν ως το πραγματικό κόστος για τα δάνεια όχι μόνο δεν μειώθηκε σημαντικά ή έστω με μικρούς αλλά σταθερούς ρυθμούς αλλά από τον Ιούλιο του 2022 που βρέθηκε στο πιο χαμηλό του σημείο -κάτω από 3%- ακολουθεί συνεχή αυξητική πορεία και δεν μειώθηκε ακόμα και όταν η ΕΚΤ άρχισε να μειώνει τα δανειστικά της επιτόκια το Ιούνη του 2024.
Και εδώ δυο πράγματα συμβαίνουν.
Πρώτο, οι τράπεζες χρησιμοποιήσαν την οριακή μείωση του επιτοκίου για να ξεγελάσουν για τις πραγματικές προθέσεις τους και για να απαντήσουν έτσι στην πίεση της κοινωνίας για άμεσα μέτρα. Θεωρούσαν ότι αυτό δεν θα γίνει αντιληπτό διότι στα πλαίσια της διαφήμισης τα μικρά γράμματα δεν γίνονται ποτέ αντιληπτά.
Δεύτερο, έχουμε απέναντι μας μια κυβέρνηση που συνεχίζει προκλητικά να κλείνει τα μάτια στην καταχρηστική συμπεριφορά των τραπεζών και να επιμένει πως δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα. Για όλα είχε κάτι να πει ο Πρόεδρος στο διάγγελμα για το 2025, για τις τράπεζες δεν βρήκε λέξη να πει.
Θα πρέπει όμως κάποια στιγμή και οι τράπεζες και η κυβέρνηση να αντιληφθούν ότι αν δεν υπάρχει κοινωνία δεν θα υπάρχουν τράπεζες.
Τι μπορούν να κάνουν; Η απάντηση είναι απλή. Να μειώσουν τα δανειστικά επιτόκια ώστε να πλησιάσουν τα επίπεδα των υπόλοιπων χωρών της Ευρωζώνης και να αποφασίσουν επιτέλους ότι οι υπέρμετρες χρεώσεις σε λογαριασμούς και υπηρεσίες που επέβαλλαν κυρίως την περίοδο της πανδημίας έχουν κλείσει το κύκλο τους και πρέπει να περιοριστούν στο ελάχιστο.
Χωρίς αυτά, τα όσα έχουν πει και τα όσα έχουν κάνει τις τελευταίες εβδομάδες θα είναι απλά μια σταγόνα στον ωκεανό.
Ο κ. Χάρης Πολυκάρπου είναι Επικεφαλής Τομέα Οικονομίας ΑΚΕΛ*