«Θα ψηφίσω τον Φειδία στις ευρωεκλογές», είπε ο μεσήλικας φίλος μου, επιτυχημένος επιχειρηματίας, με ενδιαφέρον για τα κοινά. «Πώς κι έτσι;», τον ρώτησα έκπληκτος. Ήξερα ότι αποστρέφεται τα κόμματα εξουσίας, αλλά δεν περίμενα να ψηφίσει έναν καθ’ ομολογία απολιτικό υποψήφιο, δεδομένου, μάλιστα, ότι είχε άλλες εναλλακτικές. «Ο Φειδίας είναι πετυχημένος», μου είπε. «Βάζει στόχους και τους πετυχαίνει. Μέσα από αυτόν θέλω να ταρακουνηθούν τα κόμματα για να αρχίσει να αλλάζει κάτι». Νεαρή συγγενής μου μου είπε ότι ψήφισε τον Φειδία γιατί «δεν την εκφράζει κανένα κόμμα. Ο Φειδίας είναι ο μόνος που ξέρω και μου λέει κάτι».
Δύο διαφορετικές γενιές, δυο διαφορετικές, πλην συγκλίνουσες, απαντήσεις: ψηφίζω Φειδία γιατί θέλω να διαμαρτυρηθώ, ψηφίζω Φειδία γιατί είναι ο μόνος που μου είναι οικείος. Ούτε ο μεν, ούτε η δε πίστευε ότι θα εκλεγόταν ο 24χρονος Φειδίας Παναγιώτου. Η εκτόξευσή του στην τρίτη θέση ήταν η μεγάλη έκπληξη για όλους (και για τον ίδιο). Δεν είναι γνωστό εκ των προτέρων αν, πότε και πόσο μια υποψηφιότητα θα συντονισθεί με το λαϊκό αίσθημα. Όπως σε κάθε καινοτομία, τα πολιτικά start ups είναι ένα στοίχημα – απαιτείται διαίσθηση, αυτοπεποίθηση και πάθος, χωρίς καμία εγγύηση επιτυχίας.
Ένα σπάνιο γεγονός δεν προβλέπεται, ούτε μπορεί να εξηγηθεί αιτιοκρατικά. Το καλύτερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να δούμε εκ των υστέρων τι το κατέστησε δυνατό. Μπορούμε να διακρίνουμε τρεις παράγοντες, εν προκειμένω.
Πρώτο, η διείσδυση της αδιαμεσολάβητης επικοινωνίας των μέσων κοινωνικής δικτύωσης (ΜΚΔ) στη ζωή του των πολιτών, ιδιαίτερα των νέων, είναι τεράστια. Αυτή η επικοινωνία επιτρέπει στον καθένα να έχει επικοινωνιακή πρόσβαση στον οποιοδήποτε, για οτιδήποτε. Αν ένας υποψήφιος έχει αποκτήσει σημαντική ορατότητα στα ΜΚΔ (παγκοσμίως, ο Φειδίας έχει 2,5 εκατομμύρια ακόλουθους στο YouTube), γίνεται οικείος και εγγράφεται δυνητικά στο πεδίο προσοχής των πολιτών. Δεύτερο, τα ΜΚΔ προσωποποιούν την επικοινωνία, καθιστώντας την περισσότερο βιωματική και, συνεπώς, οικεία. Στο TikTok δεν κάνεις πολιτικές αναλύσεις, δημοσιοποιείς βίντεο που θεωρείς ότι θα τραβήξουν την προσοχή. Ο Φειδίας το έκανε συστηματικά – ως influencer αυτή ήταν η επικερδής δουλειά του. Από την αγκαλιά του με τον Ελον Μασκ, την ταφή του σε φέρετρο για μια βδομάδα, μέχρι επεισόδια από εξωτικά ταξίδια του ανά τον κόσμο, ο Φειδίας ψυχαγωγούσε, τροφοδοτώντας με υλικό σχολιασμού μια κοινωνία που ευφραίνεται να περνά τον χρόνο της ασχολούμενη με τις ζωές των άλλων. Στην εποχή της γενικευμένης, αδιαμεσολάβητης και προσωποποιημένης επικοινωνίας, τα likes σε ένα βίντεο σήμερα είναι, δυνητικά, προοίμιο της ψήφου αύριο. Και τα δύο εκφράζουν προτιμήσεις – η διαφορετική βαρύτητά τους εύκολα προσπερνάται σε συνθήκες πληροφοριακής αφθονίας.
Τρίτο, η απαξίωση των κομμάτων στην Κύπρο (και αλλού) είναι πρωτοφανής. Έρευνες του ευρωβαρόμετρου δείχνουν ότι σχεδόν 9 στους 10 Κύπριους δεν εμπιστεύονται τα κόμματα. Στη συνείδηση του πολίτη τα κατεστημένα κόμματα έχουν ταυτιστεί με τη διαφθορά, το ρουσφέτι, την αναξιοκρατία, την αθέμιτη συναλλαγή, την ιδιοτέλεια, την προστασία οργανωμένων συμφερόντων, την ακινησία και τη θεσμική παρακμή. Ο Κύπριος πολίτης δίνει στο «This is Cyprus» έντονα απαξιωτικό περιεχόμενο, ντρέπεται για τη διεθνή ταύτιση της χώρας του με τη διαφθορά, και αγωνιά για το πού θα ζήσουν τα παιδιά του. Νιώθει, όμως, εγκλωβισμένος. Θέλει την αλλαγή, αλλά δυσπιστεί έναντι αυτών που την επαγγέλλονται και αισθάνεται αδύναμος να την επιβάλλει. Μπορεί, όμως, να διαμαρτυρηθεί, ιδιαίτερα σε εκλογές που δεν κρίνουν άμεσα τους όρους της ζωής του.
Γιατί, ωστόσο, ο διαμαρτυρόμενος πολίτης που ψηφίζει Φειδία δεν επιλέγει ένα από τα μικρά κόμματα που επίσης εκφράζουν αντι ή εξω-συστημική διαμαρτυρία; Εδώ έγκειται το καινοφανές της ψήφου στο Φειδία. Ένας υποψήφιος ευρωβουλευτής που διακηρύσσει ότι δεν έχει πολιτικές θέσεις, μιλάει αυθόρμητα τη δημώδη γλώσσα στον δημόσιο λόγο του, και τηλεσκηνοθετεί τον εαυτό του με τον ευχάριστα έως ναρκισσιστικά άμεσο τρόπο των ΜΚΔ, ψηφίζεται από πολίτες ως καρναβαλικό happening, όχι ως πολιτική πρόταση. Η καρναβαλική στάση δεν είναι απαραίτητα συνειδητή: συχνά προκύπτει αυθόρμητα – χαβαλετζίδικα και θεαματικά, όταν τα όρια του υφιστάμενου λόγου έχουν εξαντληθεί.
Αυτό είναι το παράδοξο της ψήφου στον Φειδία Παναγιώτου: συνειδητά ή μη, επιλέγοντας έναν οικείο influencer και διακηρυγμένα απολιτίκ υποψήφιο, οι πολίτες δεν εκφράζουν απλώς πολιτική διαμαρτυρία: διακωμωδούν την κατεστημένη πολιτική. Δεν εκφέρουν πολιτικό λόγο, εκφράζουν πολιτικό αίσθημα – αποστροφή. Είναι σαν να απαντά κανείς σε ένα σχόλιο βγάζοντας τη γλώσσα, χειρονομώντας ασεβώς, ή κραυγάζοντας.
Η ά-λογη κίνηση κείται εκτός του υφιστάμενου γλωσσικού παιγνίου, γεγονός που υπονομεύει τον μέχρι τώρα έλλογο χαρακτήρα του. Δεν συνεισφέρει στον κυρίαρχο πολιτικό λόγο, αλλά καταδεικνύει την παράλογη ή ανορθόλογη μορφή του, όπως οι ντανταϊστές καλλιτέχνες, πριν από έναν αιώνα, διαμαρτύρονταν για τη φρίκη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου παρωδώντας τον «ορθολογισμό» που οδήγησε σε αυτόν. Στο παράλογο αντιδρά κανείς παρά-λογα, στη θεσμισμένη γελοιότητα με παρωδία, στην κατεστημένη σοβαροφάνεια με χλεύη.
Το καρναβαλικό happening είναι πιο ισχυρό από μια συμβατική (έστω και αντισυστημική) πολιτική επιλογή. Η ψήφος σε ένα μικρό κόμμα εγγράφεται μονοσήμαντα στο πολιτικό κεφάλαιο του κόμματος, ενώ ένα καρναβαλικού χαρακτήρα γεγονός είναι ερμηνευτικά αυτοδύναμο και, καθότι εκτός πλαισίου, πολύσημο και αξιοπρόσεκτο. Ο Ρώσος φιλόσοφος Μιχαήλ Μπαχτίν τονίζει ότι το καρναβάλι υπονομεύει τον αφηρημένο λογοκεντρισμό της εξουσίας, μέσα από την ανάδειξη της χλεύης, του γέλιου, και του σώματος. Το καρναβαλικό στοιχείο βασίζεται στη εκκεντρικότητα, επιτρέποντας σε λανθάνουσες πλευρές της ανθρώπινης φύσης να εκδηλωθούν, καταργεί τα ιεραρχημένα σύνολα, συμφύρει αντίθετα πράγματα, ασεβεί απέναντι στα πολιτικώς σεβαστά. Συνειδητά ή όχι, ο Φειδίας βγάζει τη γλώσσα στο πολιτικό σύστημα ποικιλοτρόπως. Είναι νεότατος, όταν οι άλλοι είναι «γέροι». Μιλά αυθόρμητα, αστεία, και κυπριακά, όταν οι πολιτικοί μιλούν ξύλινα, ρομποτικά, και «καθωσπρέπει». Εμφανίζεται στα κανάλια με σορτς, όταν οι πολιτικοί αυτοστραγγαλίζονται στις γραβάτες τους. Γελά, αστειεύεται, και αυτοσαρκάζεται όταν οι άλλοι είναι σοβαροφανείς, προβλέψιμοι και «λογικοί». Αναδεικνύει την πολιτική άγνοια σε προσόν (ειλικρίνεια) έναντι εκείνων των οποίων η υποτιθέμενη πολιτική τεχνογνωσία οδήγησε τη χώρα στη σημερινή θεσμική κατάντια. Στους τεχνικούς της εξουσίας δεν αντιπαρατίθεται ισχυριζόμενος ότι διαθέτει καλύτερη γνώση αλλά το αντίθετο: ομολογώντας την άγνοιά του καταδεικνύει την κενότητα της δήθεν γνώσης τους, τις πλασματικές δεξιότητές τους, τον αυτοεξυπηρετικό πατριωτισμό τους. Στην υποκρισία της δήθεν τεχνογνωσίας αντιπαραθέτει την ειλικρίνεια της άγνοιας.
Ψηφίζοντας τον Φειδία Παναγιώτου, το ένα πέμπτο των ψηφοφόρων επέλεξε τον τρελό του χωριού που διακωμωδεί το σύστημα. Η διακωμώδηση ανοίγει ρωγμές αλλά δεν αλλάζει δομές. Η πολιτική αλογία υποσκάπτει, αλλά δεν θεσμίζει. Η πολιτική δεν παύει να είναι έλλογη δραστηριότητα, και, ως τέτοια, η μόνη δυνατή να συγκροτήσει θεσμούς. Τα κόμματα είναι απαραίτητα γιατί, κατ’ αρχήν, εκφράζουν αξιακές προτεραιότητες και στρατηγικές για τα κοινά. Οι ρωγμές που δημιουργεί η καρναβαλική αλογία επιτρέπουν σε νέα λουλούδια να ανθίσουν, καθιστώντας δυνατή την ανάπλαση του πολιτικού τοπίου. Το παράλογο ανανεώνει δυνητικά το έλλογο, αρκεί να βρεθούν πολιτικοί ηγέτες που θα το επιχειρήσουν. Δεν είμαι αισιόδοξος ότι θα βρεθούν.
Ο κ. Χαρίδημος Τσούκας είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και αντεπιστέλλον μέλος της Κυπριακής Ακαδημίας Επιστημών, Γραμμάτων και Τεχνών. Το βιβλίο του «Leadership as Masterpiece Creation: What Business Leaders Can Learn from the Humanities about Moral Risk-Taking» (με τους C. Spinosa και M. Hancocks), κυκλοφορεί από το MIT Press.