ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Η πολιτική ως pop art θέαμα

Του ΜΑΡΙΝΟΥ ΚΛΕΑΝΘΟΥΣ

Η επικαιρότητα της εβδομάδας, μου θύμισε το θεατρικό έργο La Nonna του Roberto Cossa, που παρακολούθησα πριν από χρόνια από το Θέατρο Ένα. Το έργο αφηγείται την ιστορία μιας φτωχής οικογένειας που ζει στο Μπουένος Άιρες και της ηλικιωμένης γιαγιάς τους, η οποία, παρά την προχωρημένη της ηλικία και τη φαινομενική αδυναμία της, τρώει ασταμάτητα. Η οικογένεια αγωνίζεται να της παρέχει φαγητό, όμως το οικονομικό βάρος που προκαλεί η ανεξέλεγκτη όρεξή της γίνεται δυσβάστακτο με τραγικές και κωμικές συνέπειες. Καθώς η πείνα της γιαγιάς γίνεται όλο και πιο ακραία, η οικογένεια προσπαθεί να βρει τρόπους να τη σταματήσει, οδηγώντας τους πρωταγωνιστές σε απεγνωσμένες καταστάσεις.

Η Nonna προσφέρει μια ισχυρή αλληγορία για την καταστροφική δύναμη της αλόγιστης κατανάλωσης και με κωμικοτραγικό τρόπο εμφανίζει τα διλήμματα που μπορεί να έχει μια οικογένεια που ζει στη φτώχεια αλλά παραμένει εγκλωβισμένη στον τρόπο ζωής και στις μανιακές διαθέσεις τής γιαγιάς, που εν τέλει οδηγούν στην αυτοκαταστροφή. Είναι όμως και μια εξαιρετική αλληγορία που μπορεί να συγκριθεί με τη σημερινή πολιτική κατάσταση στην Κύπρο. Η ασταμάτητη γιαγιά, που καταβροχθίζει τα πάντα χωρίς να συνεισφέρει τίποτα, θυμίζει τη νέα πολιτική κουλτούρα, όπου η ανάδειξη πολιτικών προσώπων βασίζεται στην επιφανειακή δημοφιλία και τη φήμη που αποκομίζουν από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ιδιαίτερα το TikTok. Αυτό το φαινόμενο παραπέμπει σε ένα νέο είδος πολιτικής, που θα μπορούσε κάποιος να χαρακτηρίσει ως «πολιτική pop art».

Ο όρος pop art ήταν το καλλιτεχνικό κίνημα που ξεκίνησε στις ΗΠΑ τη δεκαετία του 1950 και που ανέδειξε την επιφανειακή καταναλωτική κουλτούρα της μαζικής παραγωγής ως τέχνη. Οι κονσέρβες του Άντυ Γιούρχολ και τα διάσημα πρόσωπα σε επαναλαμβανόμενα μοτίβα και χρωματισμούς, προκάλεσαν την κοινωνία και οδήγησαν την ερώτηση «τι επιτέλους είναι τέχνη» στα άκρα. Αντίστοιχα, η «πολιτική pop art», που στον τόπο μας φαίνεται να θριαμβεύει, αναδεικνύει πρόσωπα που ως προϊόντα του διαδικτύου μπορεί να είναι δημοφιλή, αλλά δεν έχουν απαραίτητα βάθος ή ουσία στην πολιτική τους σκέψη και δράση. Η κατάσταση αυτή αντικατοπτρίζεται στη σύγχρονη κυπριακή πολιτική σκηνή, όπου άτομα προωθούνται περισσότερο για την εικόνα και τη δύναμή τους στα social media παρά για τις πραγματικές τους ικανότητες ή για το όραμά τους για τον τόπο. Με μόνο διαβατήριο τα likes και τους ακολούθους, αυτοί οι pop art πολιτικοί αστέρες, κατάφεραν να εκτοξευθούν στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας και τα έργα τους να απολαμβάνουν περισσότερη προσοχή και αξία από τις πράξεις και τα λόγια ατόμων με πιο αξιόλογο βιογραφικό ή εμπειρία.

Όπως η pop art εξιδανίκευσε την καθημερινότητα και τον καταναλωτισμό, έτσι και οι «TikTokers» πολιτικοί (εκκολαπτόμενοι ή μη) είναι οι ίδιοι το προϊόν και ανάγουν την πολιτική σε ένα καταναλωτικό θέαμα, προωθώντας απλοϊκά μηνύματα και αποσπάσματα που ικανοποιούν το κοινό χωρίς να αγγίζουν βαθιά τα προβλήματα της κοινωνίας. Είναι ένα είδος νέου πολιτικού αφηγήματος που επιδιώκει αντί προτάσεων και λύσεων να παράγει... περιεχόμενο. Και το περιεχόμενο αυτό για να διατηρήσει το ενδιαφέρον του θα πρέπει να έχει πλάκα ή σασπένς. Βλέπετε, όλα τα υπόλοιπα και σοβαρά θα λυθούν, βέβαια, κάποια στιγμή και με κάποιο τρόπο από κάποιους τρίτους «του κατεστημένου» προφανώς! Η επιφανειακή, όμως, αυτή πολιτική αφήγηση, αντί να ενισχύει τη δημοκρατία, την καταδικάζει σε μια «κατανάλωση» όπου η ουσία χάνεται μέσα στο φαίνεσθαι. Όπως η La Nonna καταβροχθίζει τους πόρους της οικογένειας, έτσι και η νέα πολιτική τάξη πραγμάτων τρώει την αξιοπιστία του πολιτικού συστήματος και τους θεσμούς, οδηγώντας στην παρακμή της δημόσιας ζωής και στο τέλος της δημοκρατίας όπως τα ξέραμε.

Το ερώτημα που τίθεται, λοιπόν, είναι κατά πόσο αυτή η κουλτούρα μπορεί να αλλάξει. Εάν το νέο περιεχόμενο που παρακολουθούμε στο διαδίκτυο από τους pop art πολιτικούς μπορεί να είναι η λύση στα προβλήματα και αν υπάρχει χώρος για πολιτική ουσία, σε μια εποχή που και οι πολίτες δεν έχουν και ιδιαίτερη όρεξη να ασχοληθούν εις βάθος με όσα τους απασχολούν.

Αν δεν γίνει κάτι, όμως, κινδυνεύουμε τα πολιτικά μηνύματα, οι ιδεολογίες και οι επιλογές να καταλήξουν όπως τα έργα του Γουόρχολ: ίδιες κονσέρβες, ίδια πρόσωπα και ίδια μοτίβα. Στις ίδιες επαναλήψεις. Και με μόνη διαφορά το χρώμα. Τότε, όμως, αφού χορτάσαμε από περιεχόμενο θα έρθει και το δικό μας τέλος. Όπως ήρθε και το τέλος της οικογένειας της γιαγιάς στο La Nonna. Στο έργο ο συγγραφέας εμφανίζει τη γιαγιά να καταλήγει να τρώει μέχρι και τα γαρύφαλλα. Στις δημοκρατίες, όμως, τα πράγματα είναι πιο σοβαρά. Και ακόμη και τα γαρύφαλλα μπορεί να στοιχίσουν ακριβά.

 

Ο κ. Μαρίνος Κλεάνθους είναι αντιπρόεδρος της ΔΗΠΑ.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Προσωπικότητες στην ''Κ'': Τελευταία Ενημέρωση