Του Απόστολου Τομαρά
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Στέφανος Κασσελάκης βρίσκεται στην Κύπρο, σε ένα ταξίδι που προέκυψε μετά το σάλο που ξέσπασε λόγω της έκφρασης «κρατίδιο», την οποία χρησιμοποίησε αναφερόμενος στο παράνομο μόρφωμα που έχει συστήσει η Τουρκία στο βόρειο τμήμα της Κύπρου. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ κατά την εδώ παραμονή του θα διαπιστώσει ιδίοις όμμασι το βαρύ πολιτικό ολίσθημα του. Θα διαπιστώσει επίσης αυτοπροσώπως πως στην Κύπρο υπάρχει ένα διαχωριστικό τείχος το οποίο επιβλήθηκε με τα όπλα το 1974. Ακόμα και αν είμαστε μαζί του επιεικείς και δεχθούμε πως επρόκειτο για ένα παιχνίδι της γλώσσας (δεν ήταν: «Γλώσσα λανθάνουσα, τ’ αληθή λέγει»), δε γίνεται να αγνοήσουμε τις υπόλοιπες ενδείξεις: Η λανθάνουσα γλώσσα δυστυχώς δεν περιορίζεται στον κ. Κασσελάκη αλλά αποκαλύπτει την ελλαδική πραγματικότητα αναφορικά με το πολιτικό πρόβλημα της Κύπρου. Στην Ελλάδα ξαφνικά όλοι έγιναν ειδήμονες του Κυπριακού επικρίνοντας σφόδρα τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ. Οποία υποκρισία. Όχι πολύ μακριά πριν 19 χρόνια, όλο αυτό το πολιτικό και δημοσιογραφικό προσωπικό που κεραυνοβόλησε τον κ. Κασσελάκη, υπέπεσε στα ίδια ή και βαρύτερα ολισθήματα την περίοδο των δημοψηφισμάτων. Βεβαίως τότε δε χρησιμοποιήθηκε ακριβώς ο όρος «κρατίδιο» αλλά είναι λίγο να αποκαλείται η Κυπριακή Δημοκρατία «Ελληνοκυπριακό κράτος», όπως δηλαδή την αποκαλεί η τουρκική πλευρά, το δε όρο «ψευδοκράτος», να τον ανακαλύπτουν πολλά χρόνια μετά την ανακήρυξη του παράνομου μορφώματος; Πίσω από τα ολισθήματα Κασσελάκη ή άλλων, στην Ελλάδα κρύβεται η αδιαφορία για το γίγνεσθαι της Κύπρου. Οι νεότερες γενιές γαλουχήθηκαν με το ρητό «η Κύπρος κείται μακράν». Μέχρι τα δημοψηφίσματα γενιές δημοσιογράφων μεγάλωσαν με την αντίληψη πως το Κυπριακό «δεν πουλάει» στην ελλαδική κοινή γνώμη. Τα της Κύπρου κέρδιζαν μια θέση στα δελτία ειδήσεων μόνο εάν στην επικαιρότητα υπήρχε αίμα, όπως στα γεγονότα της Δερύνειας ή στο μακελειό της Χλώρακας. Η ενημέρωση στην Ελλάδα για τις πολιτικές εξελίξεις της Κύπρου είναι τις τελευταίες δεκαετίες εξαφανισμένη εν αντιθέσει με τις δεκαετίες ‘50 και ’60, όπου η Κύπρος είχε μια ξεχωριστή θέση στην ελλαδική δημοσιογραφία και κοινωνία. Για την ιστορία τα μεγαλύτερα σε όγκο και παλμό συλλαλητήρια στην ελληνική πρωτεύουσα, πριν το 1974, έγιναν για την Κύπρο. Υπάρχει οπτικό υλικό από ρεπορτάζ στους Αθηναϊκούς δρόμους με τον απλό κόσμο να μιλά με πάθος για τα δεινά της Κύπρου. Πενήντα χρόνια ήταν αρκετά για να επικρατήσει η αδιαφορία και η άγνοια για ένα κομμάτι του ελληνισμού. Η ατυχής έκφραση του Κασσελάκη, όσο και αν πληγώνει κάποιους, έχει τις ρίζες της στην αντίληψη που επικράτησε μετά το ’74 ότι η Κύπρος είναι μακριά από την Ελλάδα. Όλοι αυτοί που επέκριναν με μανία τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ για άγνοια στα της Κύπρου, γιατί δε ρωτούν τα παιδιά τους τι γνωρίζουν για την ιστορία της Κύπρου; Γιατί δεν ερευνούν επί τη ευκαιρία το κατά πόσο διδάσκεται η σύγχρονη ιστορία της Κύπρου στο ελληνικό σχολείο; Στην Αθήνα η αντίληψη που επικρατούσε για πολλές δεκαετίες ήταν πως το κυπριακό αποτελούσε αγκάθι στο πλευρό της. Μετά την εισβολή πέρασαν σχεδόν δέκα χρόνια για να πατήσει Έλληνας πρωθυπουργός στην Κύπρο. Καλές οι δηλώσεις του Υπουργού Εθνικής Άμυνας Νίκου Δένδια ότι η Κύπρος δεν «κείται μακράν», αλλά δε φθάνουν. Αν πραγματικά στην Ελλάδα θέλουν την Κύπρο κοντά, θα πρέπει να ξεκινήσουν από το εσωτερικό της «μητέρας πατρίδας». Η αρχή θα πρέπει να γίνει από την πολιτική γενιά Κασσελάκη. Το ενδιαφέρον για ένα κομμάτι του ελληνισμού με ιστορία 3ων χιλιάδων ετών, δεν κινδυνεύει να είναι αδικαιολόγητο. Αυτό ακριβώς το κομμάτι του ελληνισμού με ιστορία 3ων χιλιάδων χρόνων βοηθάει την Ελλάδα να μη χρειάζεται τις BELLARA, τα VIBER και τα Rafale για να διαπιστώσει πως η Κύπρος δεν «κείται μακράν».