Βασισμένοι στις ιδέες του σπουδαίου Αμερικανού φιλοσόφου John Dewey μεταξύ άλλων, πολλοί επικοινωνιολόγοι θεωρούν πως η μη διαμεσολαβούμενη επικοινωνία (πχ. διάλογος πρόσωπο με πρόσωπο) αποτελεί την «ψυχή» της δημοκρατικής διαδικασίας. Η διαλεκτική, ή αλλιώς η τέχνη του διαλέγεσθαι, αναπτύχθηκε ιδιαίτερα ακόμη και εντός των αριστοκρατικών κύκλων.
Σήμερα, η ανάγκη για γεφύρωση του χάσματος μεταξύ πολιτικής και πολιτών, προβάλλεται συχνά στη δημόσια σφαίρα ως ένας από τους πρωταρχικούς στόχους των πολιτικών. Το πολιτεύεσθαι έχει μεταβληθεί τα τελευταία χρόνια, καθώς η επικοινωνία βρίσκεται στο επίκεντρο της στρατηγικής των πλείστων πολιτικών προσώπων. Ωστόσο, η ανάγκη για επαφή με τους πολίτες φαίνεται δυστυχώς να εργαλειοποιείται συχνά ως άλλοθι για την έλλειψη ουσιαστικών πολιτικών προτάσεων.
Βομβαρδιζόμαστε καθημερινά από φωτογραφίες και πλάνα πολιτικών προσώπων σε πλατείες, καφενεία και εκδηλώσεις. Από εικόνες πολιτικών που (φαινομενικά) αφουγκράζονται, συζητούν και βρίσκονται δίπλα στον λαό. Αυτή η εικονοποίηση φαίνεται να αποτελεί το νέο πρότυπο «πολιτικής επικοινωνίας». Και ενώ αυτή η στρατηγική δημιουργεί την εντύπωση μιας ισχυρής δημοκρατικής και συμμετοχικής διαδικασίας, συχνά λειτουργεί ως Δούρειος Ίππος για την αποφυγή ουσιαστικής διάδρασης, στην οποία η διαλεκτική διαδικασία θα στοχεύει στην εξεύρεση λύσεων στα πραγματικά προβλήματα που ταλανίζουν την κοινωνία. Η επικοινωνία έτσι μετατρέπεται σε αυτοσκοπό, ενώ ιδανικά θα μπορούσε να λειτουργεί ως μέσο μεταφοράς σαφούς πολιτικού λόγου και ανάπτυξης στρατηγικών που να ανταποκρίνονται στις σύγχρονες προκλήσεις.
Σε πολλές εκλογικές διαδικασίες πανευρωπαϊκά, είδαμε πως οι ψηφοφόροι, συνηθισμένοι πλέον στην έλλειψη συγκεκριμένων πολιτικών προτάσεων και δράσης, ανταποκρίνονται θετικά σε υποψηφίους, με μοναδικό κριτήριο το ότι δείχνουν προσιτοί, ανεξαρτήτως ουσίας περιεχομένου. Έτσι, δυστυχώς φαίνεται πως συχνά η εικόνα του «καλού συνομιλητή» υπερισχύει του «καλού ηγέτη». Η πολιτική ρητορική διολισθαίνει σε γενικόλογες εκφράσεις συμπάθειας, χωρίς συγκεκριμένη πρόταση. H διαχείριση της εικόνας, γίνεται λοιπόν ο πρωταρχικός στόχος των υποψηφίων, καθώς συχνά ο ψηφοφόρος επιλέγει τον πιο συμπαθή εξ αυτών, αντί να αξιολογήσει τις προτάσεις τους, επι παραδείγματι για την οικονομία, την εξωτερική πολιτική, την υγεία, ή την εκπαίδευση.
Επ’ ουδενί ωστόσο, αυτό δεν μειώνει τη σημασία της επαφής με τους πολίτες. Αντιθέτως, η ουσιαστική επαφή και η πραγματική κατανόηση των προβλημάτων της κοινωνίας, αποτελεί βασική προϋπόθεση για την άσκηση υπεύθυνης πολιτικής. Το πρόβλημα ανακύπτει στην περίπτωση όπου η επικοινωνία αντικαθιστά την ουσία. Όταν η ουσιαστική πολιτική συζήτηση αντικαθίσταται από εναγκαλισμούς και χειραψίες σε πλατείες.
Η ανάγκη για παραγωγή πολιτικής που να βασίζεται σε σαφείς και συγκεκριμένες προτάσεις είναι τώρα μεγαλύτερη από ποτέ. Η πραγματική πρόκληση δεν είναι να βρισκόμαστε κατ’επίφαση «δίπλα» στους πολίτες, αλλά να τους δίνουμε φωνή προσφέροντας λύσεις που βελτιώνουν την καθημερινή τους ζωή. Έτσι μόνο στεκόμαστε πραγματικά αρωγοί τους.
Η πολιτική δεν είναι απλώς επικοινωνία· είναι προσφορά και δράση. Και όταν αυτές οι δύο έννοιες αντικαθίστανται από την επικοινωνία, η δημοκρατία ηττάται.
*Η Μαργαρίτα Καϊμακλιώτη είναι Πολιτικός Επιστήμονας, αναπληρώτρια Γραμματέας Διεθνών Σχέσεων του Δημοκρατικού Συναγερμού και μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου του Ινστιτούτου «Γλαύκος Κληρίδης»