Ο κεντρικός ομιλητής σε πρόσφατη ημερίδα του ομώνυμου Ιδρύματος Αλέξη Τσίπρα διετέλεσε πρωθυπουργός. Είχε, δηλαδή, εξ ορισμού, εποπτική αντίληψη και καίρια ευθύνη για τη συνολική λειτουργία της χώρας. Οι απαιτήσεις τού πρωθυπουργικού αξιώματος ωθούν τους κατόχους του, κατ’ αρχήν, να εστιάζουν στη μεγάλη εικόνα και να βλέπουν τον μακρύ ορίζοντα. Καθότι ελάχιστοι έχουν αντίστοιχες εμπειρίες, ο λόγος πρώην πρωθυπουργών έχει, συνήθως, ιδιαίτερη βαρύτητα. Οι αναλύσεις του αείμνηστου Χέλμουτ Σμιτ ήταν υποδειγματικής διαύγειας. Οι ομιλίες του Τόνι Μπλερ δεν περνούν απαρατήρητες. Η αρθρογραφία του Κώστα Σημίτη χαρακτηρίζεται από οξυδέρκεια. Δεν ανήκουν, φυσικά, όλοι οι πρώην πρωθυπουργοί σε αυτή την κατηγορία.
Λίγοι παίρνουν σοβαρά τον κλόουν πρώην ένοικο της Ντάουνιγκ Στριτ ή τη 49 ημερών ιδεοληπτική διάδοχό του. Στην Ελλάδα, δεν γίναμε σοφότεροι από τη σκέψη (λέμε τώρα) του διαχειριστή του πρώτου μνημονίου, τενεκεδένιο, κυρίως, θόρυβο προκαλούν οι δηλώσεις του ανυπότακτου αγωνιστή του Ζαππείου, ο μακροχρόνιος ησυχασμός του πρωθυπουργού της χρεοκοπίας είναι πιο ηχηρός από τις ευκαιριακές ρητορικές εξάρσεις του.
Όταν ο κ. Τσίπρας, με συνοφρυωμένη σοβαρότητα, ατενίζει το παρελθόν και το μέλλον της χώρας, τι βλέπει; Η πρόσφατη ομιλία του για την οικονομία ήταν κοινότοπη: αρκετές ορθές διαπιστώσεις, ακολουθούμενες από τετριμμένα αληθείς εισηγήσεις. Όλοι γνωρίζουμε ότι, μετά το 2010, η χώρα εισήλθε σε τροχιά φτωχοποίησης, συρρίκνωσης των δημοσίων δαπανών, και απόκλισης από τους εταίρους. Ναι, δίχως σημαντικές επενδύσεις δεν θα υπάρξει αξιόλογη οικονομική μεγέθυνση και το κοινωνικό κράτος θα υποφέρει. Σίγουρα, η υπερ-εξάρτηση της χώρας από τον τουρισμό, την καθιστά ευάλωτη· απαιτείται νέο παραγωγικό πρότυπο. Οι πλείστοι θα συναινέσουν στην ανάγκη των τεσσάρων Α: Ανάπτυξη, Αναδιανομή, Ανθεκτικότητα, Ασφάλεια.
Είναι εύκολο να παρατηρείς αφ’ υψηλού, ιδιαίτερα αν οι σύμβουλοί σου έχουν ετοιμάσει την ομιλία σου. Άλλωστε δεν χρειάζεται να ξέρεις, αλλά να μιλάς σαν να φαίνεται ότι ξέρεις. Το δύσκολο είναι άλλο, χωρίς να απαιτεί εξειδικευμένη γνώση: να αναστοχαστείς τολμηρά τις ευθύνες σου για να εξάγεις γόνιμα συμπεράσματα για το μέλλον. Τι έμαθες από την κυβερνητική εμπειρία σου που σε κάνει τώρα να σκέφτεσαι πιο ώριμα τη διαχείριση των προβλημάτων της χώρας; Αν κυβερνούσες αύριο, τι θα έκανες διαφορετικά;
Ο κ. Τσίπρας μίλησε ως αποστασιοποιημένος παρατηρητής-αναλυτής, όχι ως στοχαστικός πρώην πρωθυπουργός. Τα τέσσερα Α του Εθνικού Σχέδιου Ανασυγκρότησης έμοιαζαν περισσότερο με εφεύρημα τηλεοπτικής διαφήμισης και λιγότερο με οδηγό για παραγωγή πολιτικής. Είναι ανυπόφορα τετριμμένο να προτείνεις «μεταρρυθμίσεις σε κρίσιμους τομείς της δημόσιας διοίκησης, της δικαιοσύνης, της παιδείας». Το λένε όλοι, εδώ και πενήντα χρόνια. Εσύ τι καινούριο λες;
Δεν περιμένω από έναν πρώην πρωθυπουργό να αναζητά αναγκαστικά τη ρητορική πρωτοτυπία στις ομιλίες του (αν και όταν υπάρχει εμπνέει). Αναμένω, όμως, να εμβαθύνει και να προσφέρει insights διότι γνωρίζει εκ των ένδον. Αυτό προϋποθέτει τόλμη, (αυτο)κριτική σκέψη, και αίσθημα ευθύνης –στοιχεία του ηγετικού χαρακτήρα που απουσιάζουν όταν η κύρια έγνοια του ηγέτη είναι η επανατοποθέτηση του εαυτού του στην πολιτική αγορά σαν προϊόν– εσχάτως αποκαλείται rebranding.
«Χρειάζεται βαθιά μεταρρύθμιση του κράτους ώστε να μπορεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες του μεγάλου έργου του παραγωγικού μετασχηματισμού της χώρας», είπε ο κ. Τσίπρας. «Είναι αναγκαίες οι μεταρρυθμίσεις στη δικαιοσύνη», συμπλήρωσε. Πρόκειται για συγκλονιστικής οξυδέρκειας διαπιστώσεις – τόσο καίριες που διατυπώνονται με προβλέψιμη κανονικότητα εδώ και πενήντα χρόνια.
Τη χώρα κυβέρνησαν και οι τρεις μεγάλες παρατάξεις – Δεξιά, Κέντρο, Αριστερά. Όλες επαγγέλθηκαν ριζικές αλλαγές στη λειτουργία του κράτους. Μίλησαν για «εκσυγχρονισμό», «επανίδρυση», «open gov», «μεταρρύθμιση», «επιτελικό κράτος». Δεν προσέδωσαν, όμως, αυτοτροφοδοτούμενη συνέπεια και ορμή στις όποιες μεταρρυθμιστικές πρακτικές τους. Η τροχιά των αλλαγών συνδιαμορφώθηκε καθοριστικά από την ιστορική παθογένεια της χώρας – πελατειασμός, πατερναλιστικός κρατισμός, ευνοιοκρατία, κομματισμός. Τα κόμματα εξουσίας ξέρουν τι πρέπει να κάνουν αλλά αδυνατούν να το κάνουν – υποφέρουν από την αριστοτελική «ακρασία».
Εχει να πει κάτι επ’ αυτού ο κ. Τσίπρας; Πώς υπερβαίνει μια «προοδευτική» κυβέρνηση την «ακρασία»; Γιατί το κομματικό κράτος παρέμεινε ισχυρό και επί των ημερών του; Πώς θα περιορίσει την τάση του κόμματός του να αντιστέκεται σε απόπειρες εξορθολογισμού του κράτους, συντασσόμενο με ποικίλα λαϊκιστικά αιτήματα, ακόμα κι όταν αυτά υπερασπίζονται παράνομες πρακτικές (π.χ. αυθαίρετη δόμηση, φοροδιαφυγή, καταλήψεις); Τι από την κυβερνητική εμπειρία του θα είναι χρήσιμο για να κάνει τις «προοδευτικές» τομές που πάλι επαγγέλλεται;
Αναζήτησα δείγματα μάθησης και αναστοχασμού στην ομιλία του. Δεν βρήκα τίποτε. Βρήκα, όμως, μια νέα ρητορική πομφόλυγα – το «αναπτυξιακό κράτος». Χαίρομαι που ο κ. Τσίπρας εμπνέεται από σοβαρούς οικονομολόγους, όπως η καθηγήτρια του UCL Μαριάννα Μαζουκάτο, αλλά θα ήταν πολύ πιο διαφωτιστικός αν έμπαινε στον κόπο να σκεφτεί πρωτότυπα στα συμφραζόμενα της Ελλάδας, όχι της βόρειας Ευρώπης. Ένα κράτος που δεν μπορεί να μαζέψει τα σκουπίδια, να διαχειριστεί με επάρκεια τον καθαρισμό οικοπέδων και δασών, να επιβάλει τη νομιμότητα στις παραλίες και στη δόμηση, και αδυνατεί να εκδώσει εγκαίρως τις συντάξεις, πώς ακριβώς αυτό το κράτος θα μετατραπεί σε «αναπτυξιακό»; Πώς θα τρέξει αν δεν έχει μάθει να περπατάει;
Ο κ. Χαρίδημος Τσούκας είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και αντεπιστέλλον μέλος της Κυπριακής Ακαδημίας Επιστημών, Γραμμάτων και Τεχνών.