Ο νέος κορωνοϊός, ως αδυσώπητος εχθρός, επελαύνει. Αδιαφορεί για τα εθνικά σύνορα, τα φυλετικά χαρακτηριστικά, την ιδεολογική τοποθέτηση των θυμάτων του, τους ταξικούς διαχωρισμούς, τις θρησκευτικές πεποιθήσεις. Δεν εξαιρεί. Δεν διακρίνει. Κρατά αποκλεισμένους και απομονωμένους δισεκατομμύρια ανθρώπους, ελαχιστοποιεί τις μετακινήσεις τους, περιορίζει δραστικά τις μεταφορές των αγαθών, παραλύει την παραγωγική δραστηριότητα σε πλήθος τομέων, σε όλον τον πλανήτη. Ακυρώνει, βραχυπρόθεσμα, πολλά από τα χαρακτηριστικά του σύγχρονου κόσμου. Του κόσμου των πολλαπλών αλληλεξαρτήσεων μεταξύ επιχειρήσεων, τεχνολογιών, οικονομιών και χωρών, των συνεχών μετακινήσεων και επαφών και της παγκοσμιοποιημένης οικονομικής και παραγωγικής λειτουργίας. Ενός κόσμου, όπου εδώ και δεκαετίες, το ίδιο μοντέλο ανάπτυξης εφαρμόζεται με μικρές παραλλαγές σχεδόν παντού ανά την υφήλιο, με εξαίρεση ελάχιστες νησίδες μουσειακού και γραφικού χαρακτήρα.
Η πανδημία ενισχύει τις αντίρροπες, προς την ενιαία παγκόσμια οικονομική λειτουργία και το μοντέλο της ανοιχτής φιλελεύθερης οικονομίας, δυνάμεις και συμπεριφορές. Οι άνθρωποι στοιχίζονται πίσω από τις εθνικές κυβερνήσεις τους. Χιλιάδες προσπαθούν να επιστρέψουν στις χώρες καταγωγής τους, ακόμη και όταν δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι εκεί θα είναι περισσότερο ασφαλείς. Οι πολίτες στρέφονται στο κράτος. Οι υπερεθνικοί οργανισμοί απουσιάζουν ή αντιδρούν υποτονικά. Ακόμη και ο ρόλος του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, που είναι ο καθ’ ύλην αρμόδιος οργανισμός, φαίνεται σε πολλούς αναποτελεσματικός, κατώτερος των περιστάσεων.
Εντός των εθνικών συνόρων, οι πολίτες αποζητούν ασφάλεια και προστασία. Έναντι αυτών, εμφανίζονται, σε συντριπτικό ποσοστό, πρόθυμοι να παραχωρήσουν αδιαμαρτύρητα πολλά από τα, υπό κανονικές συνθήκες, αδιαπραγμάτευτα ατομικά δικαιώματα και ελευθερίες τους. Δέχονται και επικροτούν απαγορεύσεις, περιορισμούς στην κίνηση και τις συγκεντρώσεις, αδιανόητους ακόμη και στα πιο σκληρά και ανελεύθερα καθεστώτα. Αποδέχονται ως δικαιολογημένη την πλήρη διακοπή των βιοποριστικών δραστηριοτήτων τους και, ταυτόχρονα, χειροκροτούν τη διοχέτευση άφθονων πόρων στον τομέα της δημόσιας υγείας. Παράλληλα, συναινούν σε πρωτόγνωρες πολιτικές πρόνοιας, που κάτω από άλλες συνθήκες θα είχαν χαρακτηρισθεί ακραία κεϋνσιανές και θα είχαν λιθοβοληθεί ως απαράδεκτες.
Οι ίδιες οι εθνικές κυβερνήσεις συμπεριφέρονται πολλές φορές, κυνικά, ελάχιστα αλτρουιστικά και ενίοτε παράνομα και ανήθικα. Αναφέρθηκαν περιστατικά δέσμευσης υγειονομικών υλικών στο έδαφος χωρών, ενώ προορίζονται για τις ανάγκες των πολιτών άλλων χωρών, από τις οποίες παραγγέλθηκαν και πληρώθηκαν. Η κυβέρνηση της μεγαλύτερης δημοκρατίας του δυτικού κόσμου, φέρεται ότι αποπειράθηκε να εξαγοράσει ξένη εταιρεία βιοτεχνολογίας, προκειμένου να εξασφαλίσει, αποκλειστικά για τους πολίτες της, το εμβόλιο κατά του κορωνοϊού. Οι κυβερνήσεις των πλούσιων βορειοευρωπαϊκών χωρών αρνούνται (προς το παρόν) την κοινή έκδοση χρέους των χωρών της Ευρωζώνης, ακόμη και αν το προϊόν αυτού του δανεισμού προορίζεται να καλύψει αποκλειστικά τις ανάγκες και τις ζημίες που προκαλεί η υγειονομική κρίση.
Όλα όσα παρατηρούνται σήμερα σε εθνική και διεθνή κλίμακα, ωθούν αρκετούς να προεξοφλούν τον θάνατο της παγκοσμιοποίησης, την επάνοδο του συγκεντρωτικού και αυταρχικού κράτους και τη μετακίνηση σε εθνικές πολιτικές δραστικής επέκτασης του δημόσιου χώρου σε βάρος του ιδιωτικού.
Μία ψυχραιμότερη εκτίμηση, όμως, πρέπει να έχει ως λογική αφετηρία την αιτία του φαινομένου. Η αιτία, που μπορεί βέβαια να επαναληφθεί στο μέλλον, με την ίδια ή άλλη μορφή, είναι έκτακτη και εξαιρετική. Η ανώτερη ανθρώπινη νοημοσύνη, αργά ή γρήγορα θα επιβληθεί στον παθογόνο μικροοργανισμό. Οι στάσεις και συμπεριφορές των πολιτών και των κοινωνιών, που ωθούνται σήμερα από την ενστικτώδη ανάγκη για ασφάλεια και επιβίωση, θα ατονήσουν.
Ο κλονισμός του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος θα είναι ισχυρός, αλλά η παγκοσμιοποιημένη μορφή της Οικονομίας είναι μάλλον βέβαιο ότι δεν θα αναιρεθεί. Η ισχυρή και πολλαπλή αμοιβαία εξάρτηση των επιχειρηματικών φορέων και οργανισμών, κρατικών και ιδιωτικών, στους τομείς της έρευνας, των επιστημών, της τεχνολογίας, της οικονομίας, αλλά και κάθε πτυχής της ανθρώπινης δραστηριότητας, αποτελεί δρόμο χωρίς επιστροφή και η αξιοποίηση της αλληλεξάρτησης αυτής προς την κατεύθυνση του κοινού καλού, εγγυάται τεράστια οφέλη στο επίπεδο της παγκόσμιας ευημερίας.
Αλλά ούτε και η μακροπρόθεσμη μετατόπιση των κοινωνιών προς λιγότερο φιλελεύθερες πολιτικές επιλογές είναι λογικά πιθανή. Στο πεδίο των ατομικών ελευθεριών και δικαιωμάτων έχει διανυθεί ιστορικά μακρύς δρόμος και η μόνιμη απεμπόλησή τους με το επιχείρημα ότι το Κράτος χρειάζεται περισσότερο χώρο για να εγγυηθεί την προστασία των πολιτών από μελλοντικές απειλές, είναι εντελώς απίθανη. Άλλωστε η επιστράτευση της τεχνολογίας και η σταθμισμένη και στοχευμένη χρήση της με σκοπό την τήρηση μέτρων προστασίας της υγείας και της ασφάλειας των πολιτών, είναι πάντα θεμιτή.
Το ίδιο και στο πεδίο των εθνικών οικονομικών πολιτικών. Το επιχείρημα που είτε με αφέλεια, είτε ιδεοληπτικά και με πολιτική υστεροβουλία σήμερα προβάλλεται, πως δήθεν η υγειονομική κρίση αποδεικνύει την ανάγκη για περισσότερο κράτος, δεν πείθει. Ίσως τα κονδύλια για την υγεία θα γίνονται στο μέλλον δυσκολότερα θύματα περικοπών. Οι κοινωνίες όμως γνωρίζουν ότι και ο τομέας της υγείας, όπου πράγματι το κράτος οφείλει να έχει τον πρώτο λόγο με ένα επαρκές και αποτελεσματικό εθνικό σύστημα, χρειάζεται τεράστιους πόρους που δεν μπορούν να βρεθούν με τρόπο βιώσιμο από αλλού, παρά μέσα από τη φορολόγηση του πλούτου, που, κυρίως η ιδιωτική πρωτοβουλία μπορεί να παράγει.
Παρ’ όλα αυτά είναι βέβαιο, ότι η πανδημία, όπως κάθε οικουμενική καταστροφή στην Ιστορία, θα αφήσει αδρό το αποτύπωμά της στις ανθρώπινες κοινωνίες. Πολλά φαίνεται ότι θα αλλάξουν με αφορμή αυτήν, μετά από αυτήν. Κάποια από αυτά είναι ήδη ορατά. Άλλα όχι ακόμη.
- Οι γνώμες των επιστημόνων και των ειδικών αποκτούν προτεραιότητα στην λήψη των σημαντικών αποφάσεων και από αυτήν την άποψη η επιρροή των λαϊκιστών και όσων περιφρονούν τον ορθό λόγο, μάλλον θα εξασθενίσει.
- Αντίθετα, η κατανομή των μεγάλων βαρών που θα προκύψουν στο προσεχές μέλλον από τις οικονομικές συνέπειες της πανδημίας θα θεωρηθεί ευκαιρία δράσης από δημαγωγούς και λαϊκιστές.
- Η παγκόσμια συνεννόηση για την αντιμετώπιση των οικουμενικών απειλών θα ενισχυθεί, (παρά την άνοδο του εθνικισμού που προκαλεί η οξεία φάση της παρούσας κρίσης) αφού η εμπειρία της πανδημίας δείχνει, ότι παγκόσμιας κλίμακας προβλήματα, μόνον με συλλογικά συνδυασμένες και συντονισμένες κινήσεις μπορούν να απαντηθούν.
-Η ψηφιακή μεταρρύθμιση και η τηλεργασία επιταχύνεται ήδη θεαματικά με εφαρμογή σε όλους τους τομείς της επιχειρηματικής και δημόσιας ζωής και θα έχει ως συνέπεια τον περιορισμό των μετακινήσεων, την περιστολή περιττών δαπανών, τη βελτίωση της ποιότητας της ζωής, αλλά, ίσως, και τη διεύρυνση των ανισοτήτων, λόγω του διαφορετικού βαθμού πρόσβασης στην ψηφιακή τεχνολογία.
- Στο πεδίο της διεθνούς επιρροής και της γεωπολιτικής ισχύος η αμφισβήτηση του ρόλου της μοναδικής σήμερα υπερδύναμης ως παγκόσμιου ηγέτη ίσως ενταθεί, αφού και με αφορμή τη στάση της στην πανδημία, πληθαίνουν οι ήδη υπάρχουσες ενδείξεις ότι είναι πλέον απρόθυμη να αναλάβει τέτοιες ευθύνες. Αυτή η προοπτική αυξάνει και τις δυνατότητες μιας πιο ισχυρής διεθνούς Ευρωπαϊκής παρουσίας, κάτι που όμως θα εξαρτηθεί κυρίως από την ίδια την Ευρώπη.
Το, κατά τη γνώμη μου, σημαντικότερο όλων, όμως, είναι η ανθρωποκεντρική επανατοποθέτηση αξιών και προτεραιοτήτων. Η ηχηρή υπενθύμιση της φύσης, ενισχύει τη συλλογική συνειδητοποίηση ότι όλοι οι στόχοι και οι επιδιώξεις αποκτούν νόημα, μόνον όταν έχει εξασφαλισθεί η ανθρώπινη ζωή και η υγεία. Και η επιστροφή του ανθρώπου στο προσκήνιο ίσως σηματοδοτεί και την επιστροφή της πολιτικής, μετά την υποχώρησή της τις τελευταίες δεκαετίες. Οι πρώτες ενδείξεις είναι ήδη ορατές και ευοίωνες. Ανώριμες ηγεσίες, που, ενώπιον της κρίσης, προέταξαν την πορεία των οικονομικών δεικτών έναντι της ζωής των πολιτών τους, αντιμετωπίζονται με καχυποψία, αν όχι με περιφρόνηση και απαξίωση. Άλλες που, παρ’ ότι με πολύ υποδεέστερο οικονομικό υπόβαθρο, έθεσαν, χωρίς δισταγμούς, ως προτεραιότητα τον άνθρωπο, εισπράττουν ήδη την εκτίμηση της Διεθνούς κοινότητας και την εμπιστοσύνη της κοινωνίας, παράγοντες που θα συνδράμουν αποφασιστικά και στην οικονομική ανάταξη των χωρών τους, μετά το τέλος της δοκιμασίας.
*Ο Γιάννης Σιδηρόπουλος είναι δικηγόρος στη δικηγορική εταιρεία Ηλίας Νεοκλέους και ΣΙΑ ΔΕΠΕ, δικηγόρος Αθηνών και επιστημονικός συνεργάτης της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Leiden.