Τον Σεπτέμβριο 2000, σε συζήτηση στη Βουλή των Ελλήνων για το ναυάγιο του πλοίου «Εξπρές Σάμινα» (81 νεκροί), ο τότε πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης εκστόμισε την περίφημη φράση «αυτή είναι η Ελλάδα» (κάτι αντίστοιχο ειπώθηκε, πριν από λίγα χρόνια, με άλλο πνεύμα, από έναν γραφικό δικολάβο για την Κύπρο). Εκφράζοντας τη βιωματική μελαγχολία του παρατηρητή, ο κ. Σημίτης υπογράμμισε τις απαράδεκτες πρακτικές σε επιμέρους θεσμικά πεδία, εμπεδωμένες σε βάθος χρόνου, που καθηλώνουν τη χώρα, καθιστώντας την, ενίοτε, φονική για τους πολίτες της. Με το ναυάγιο του «Εξπρές Σάμινα» ήρθαν, αίφνης, στο φως στοιχεία για τα γερασμένα πλοία, την έλλειψη ανταγωνισμού στις ακτοπλοϊκές γραμμές, τους πλημμελείς ελέγχους αξιοπλοΐας, τα ανενεργά μέσα διάσωσης στο πλοίο και τις κακές πρακτικές διοίκησης της εταιρείας.
Παρόμοιο μοτίβο παρατηρούμε και σε άλλα πρόσφατα ατυχήματα, στην Ελλάδα, όπως: η μετωπική σύγκρουση τρένων στα Τέμπη (2023, 57 νεκροί), η φονική απώθηση, από μέλη του πληρώματος, του επιβάτη Αντώνη Καρυώτη, ενώ αυτός επιβιβαζόταν αργοπορημένα στο πλοίο (2023), η δολοφονία της Κυριακής Γρίβα από τον πρώην σύντροφό της, δίπλα στο φυλάκιο του σκοπού του Αστυνομικού Τμήματος Αγίων Αναργύρων, στο οποίο μόλις είχε ζητήσει προστασία (2024) και ο θάνατος του Γιάννη Καμπαϊλή σε μη αδειοδοτηθέν από τον αρμόδιο Δήμο λούνα παρκ της Χαλκιδικής (2024).
Ποιο είναι το κοινό μοτίβο; Τα ατυχήματα απο-κάλυψαν πρακτικές οργανωσιακής χαλαρότητας και διοικητικής ραθυμίας, εργασιακής νωθρότητας και απαιδευσίας, εικονικής λειτουργίας (προσχηματικός φορμαλισμός, παράκαμψη της ουσίας), ανευθυνο-υπευθυνότητας, και απουσίας κυρώσεων. Με δύο λόγια, οι προβολείς φώτισαν την «εντροπική» (ά-τακτη, μπαχαλοειδή) διοίκηση οργανισμών: την απουσία ενεργού μέριμνας για την αποτελεσματική λειτουργία τους, εν πολλοίς, την εγκατάλειψή τους στην τύχη. Όταν, όμως, ένα σύστημα αφήνεται στην τύχη, παρακμάζει, περιέρχεται σε αταξία, και καθίσταται αυτο-αναφορικό, υπηρετώντας ιδιοτελή συμφέροντα εις βάρος των αποδεκτών των υπηρεσιών του. Τα εν λόγω ατυχήματα φάνηκαν να είναι στιγμιαία, αλλά δεν ήταν: είχαν επωαστεί σε συνθήκες που, μέχρι να συμβούν, περνούσαν απαρατήρητες.
Δείτε το πρόσφατο τροχαίο ατύχημα στα Χανιά: ένας μεθυσμένος οδηγός, του οποίου είχε αφαιρεθεί η άδεια οδήγησης τον περασμένο Οκτώβριο λόγω μέθης, υποβάλλεται σε αλκοτέστ και διαπιστώνεται ότι βρίσκεται τέσσερις φορές πάνω από το όριο. Δεν συλλαμβάνεται επ’ αυτοφώρω, όπως ορίζει ο νόμος. Λίγες ώρες αργότερα, ο μεθυσμένος οδηγός αρχίζει να οδηγεί ξανά, μετατρέποντας το αυτοκίνητό του σε φονικό εργαλείο – σκοτώνει τον νεαρό Παναγιώτη Καρατζή.
Αν οι αστυνομικοί είχαν κάνει τη δουλειά τους καλά, ο Παναγιώτης θα ζούσε. Με μια σημαντική διαφορά: ουδέποτε θα μαθαίναμε τι θα είχε αποφευχθεί, η αποφυγή του θανάτου του θα ήταν μη-γεγονός. Όσο ένα σύστημα «λειτουργεί», δεν τίθενται, συνήθως, ερωτήματα για τους όρους λειτουργίας του, οπότε τυχόν προβληματικές πρακτικές, που έχουν υιοθετηθεί, κανονικοποιούνται. Απο-καλύπτονται όταν το σύστημα αστοχεί. Μαθαίνουμε, τότε, κάτι που γνωρίζαμε αλλά δεν προσέχαμε. Τι μαθαίνουμε, εν προκειμένω; Πρώτον, επανεμφανίστηκε «το τσουνάμι ανομίας που σαρώνει την Κρήτη» (Μαρία Κατσουνάκη, «Καθημερινή», 15/1/25) – οπλοχρησία, βιαιοπραγία, θύλακες οργανωμένης παρανομίας. Το ξέραμε, αλλά πάντα το προσπερνάμε.
Δεύτερον, αναδείχθηκε η εκτεταμένη οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ. Στον Δήμο Αθηναίων λ.χ., το πρώτο δεκάμηνο του 2024, ένας στους τρεις οδηγούς που ελέγχθηκε για αλκοτέστ υπερέβη το επιτρεπτό όριο (Σκάι, 14/1/2025). Στην Κρήτη, τα πλείστα θανατηφόρα τροχαία συμβαίνουν στο τέλος της εβδομάδας, μετά από νυχτερινή διασκέδαση. Ο Έλληνας πίνει και οδηγεί, και σπανίως ελέγχεται! Το ξέραμε. Τώρα αγανακτούμε.
Τρίτον, ρεπορτάζ των ΜΜΕ (Open, 14/1/2025) αναφέρει ότι, στα Χανιά, το 2024, υποβλήθηκαν 129 μηνύσεις για οδήγηση σε κατάσταση μέθης, χωρίς ουδείς οδηγός να οδηγηθεί στο αυτόφωρο, ενώ στο Ηράκλειο ισχύει το αντίστροφο. Η άτυπη πρακτική της άσκησης τακτικής μήνυσης αντί της αυτόφωρης δίωξης, με την προφορική εντολή του τοπικού εισαγγελέα, ακολουθείται και σε άλλα μέρη της χώρας (βλ. «Καθημερινή», 15/1/2025). Υπάρχουν «λειτουργικοί» λόγοι γι’ αυτή την άτυπη πρακτική – εξοικονόμηση ανθρωποωρών σε καταπονημένες υπηρεσίες. Ακολουθούμενη, όμως, η πρακτική αυτή θέτει σε κίνδυνο ανθρώπινες ζωές. Είναι αποδεκτό το ρίσκο; Πάντα; Επαφίεται στην ευθυκρισία των αστυνομικών; Το σύστημα δείχνει να λειτουργεί στον αυτόματο πιλότο.
Μάθαμε και κάτι άλλο: σε διωκτικές αρχές συχνά παρατηρείται έλλειψη εγρήγορσης και συμβιβασμός με τα τοπικά ισχύοντα, κυριαρχούν η διοικητική ραθυμία και η εικονική-προσχηματική λειτουργία. Έθεσε ο τοπικός διοικητής Τροχαίας και οι προϊστάμενοί του το ερώτημα γιατί συστηματικά δεν ενεργοποιείται το αυτόφωρο στα Χανιά; Αναρωτήθηκε συναφώς ο εισαγγελέας; Συγκρίνουν, με μαθησιακούς όρους, τις επιδόσεις τους με αυτές άλλων Αστυνομικών Διευθύνσεων (ΑΔ) οι επικεφαλής της Α.Δ. Χανίων; Τι και πώς μαθαίνει η αστυνομία από τα περιστατικά που χειρίζεται; Δύσκολο να αποφευχθεί το καφενειακό ερώτημα: νοιάζεται κανείς για το μαγαζί;
Απο-καλύπτεται, τέλος, το υπερσυγκεντρωτικό και υπερπολιτικοποιημένο μοντέλο λειτουργίας του ελληνικού κράτους. Ο πρωθυπουργός –η κορυφή– έδωσε την εντολή να απομακρυνθούν από τις θέσεις τους δύο ηγετικά στελέχη της Αστυνομικής Διεύθυνσης Χανίων! Δεν θα έπρεπε να είχε επιληφθεί του θέματος και να λογοδοτήσει στην κοινή γνώμη ο Αρχηγός της Αστυνομίας; Όταν τον χρειαζόμαστε εξαφανίζεται. Μια ακόμα όψη του φαινομένου «αυτή είναι η Ελλάδα»: όλα ξεκινούν και τελειώνουν με τους πολιτικούς. Οι θεσμικές ηγεσίες, μοιραίες και άβουλες, έχουν μάθει να ζουν στη σκιά τους.
Ο κ. Χαρίδημος Τσούκας είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και αντεπιστέλλον μέλος της Κυπριακής Ακαδημίας Επιστημών, Γραμμάτων και Τεχνών.