ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Η προεδρία Τραμπ και το μέλλον των σχέσεων ΗΠΑ-Κύπρου

Λούκας Λίγγης*

Αναντίλεκτα, η ανάληψη της προεδρίας των ΗΠΑ από τον Ντόναλντ Τραμπ σηματοδοτεί μια νέα πραγματικότητα στη διεθνή πολιτική σκηνή. Ο νέος πλανητάρχης φρόντισε να περάσει αυτό το μήνυμα ήδη από την πρώτη ημέρα της θητείας του, καθώς αμέσως μετά την ορκωμοσία του προχώρησε σε σειρά εκτελεστικών διαταγμάτων, καταργώντας ουσιαστικά 78 πολιτικές του προκατόχου του, Τζο Μπάιντεν. Με τον τρόπο αυτόν, ο κ. Τραμπ επιδίωξε να καταστήσει σαφές ότι οι προεκλογικές του υποσχέσεις δεν αποτελούσαν απλώς πυροτέχνημα, αλλά θα καθορίσουν τις πολιτικές του αποφάσεις στα επόμενα τέσσερα χρόνια.

Μεταξύ άλλων, υπέγραψε την αποχώρηση των ΗΠΑ από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και τη Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα, κήρυξε τα σύνορα με το Μεξικό σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, προχώρησε στη μετονομασία του Κόλπου του Μεξικού σε «Κόλπο της Αμερικής», εξέδωσε διάταγμα για την αναγνώριση μόνο δύο φύλων, πάγωσε τις νέες προσλήψεις στον δημόσιο τομέα και επέβαλε την επιστροφή των εργαζομένων στην εργασία με φυσική παρουσία. Παράλληλα, έδωσε χάρη σε περισσότερους από 1.500 υποστηρικτές του, οι οποίοι είχαν συλληφθεί για την εισβολή στο Καπιτώλιο το 2021. Επιπρόσθετα, τόνισε την πρόθεσή του να επιβάλει αυστηρή μεταναστευτική πολιτική μέσα στις επόμενες μέρες, να εφαρμόσει δασμούς στα εισαγόμενα προϊόντα από την Κίνα, την Ευρώπη και τον Καναδά, καθώς και την επιθυμία του για προσάρτηση της Γροιλανδίας «με τον έναν ή τον άλλον τρόπο».

Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, καθώς και τον μέχρι τώρα πολιτικό βίο του Ντόναλντ Τραμπ, είτε συμφωνεί κανείς με τις επιλογές του είτε όχι, το μόνο βέβαιο είναι ότι πρόκειται για έναν μη συμβατικό πολιτικό. Ως εκ τούτου, κάθε προσπάθεια πρόβλεψης των μακροπρόθεσμων πολιτικών του και των συνεπειών τους κρίνεται ιδιαίτερα ριψοκίνδυνη. Παρ’ όλα αυτά, η ιστορία μάς διδάσκει πως η εξωτερική πολιτική μιας υπερδύναμης όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες διέπεται από μια σχετική συνέχεια: μέχρι σήμερα, κανένας Πρόεδρος ή Υπουργός Εξωτερικών δεν επιχείρησε να αλλάξει άρδην τα θεμέλια της αμερικανικής διπλωματίας. Αυτό το δεδομένο έχει ιδιαίτερη βαρύτητα για την Κύπρο.

Η Κυπριακή Δημοκρατία, χάρη σε μια συνεπή εξωτερική πολιτική την τελευταία δωδεκαετία, εγκατέλειψε τις αμφιταλαντεύσεις του παρελθόντος ανάμεσα στη Ρωσία και την Αμερική και κατόρθωσε να αναβαθμίσει ουσιαστικά τις σχέσεις της με τις ΗΠΑ. Αποκορύφωμα των αγαστών διπλωματικών δεσμών των δύο χωρών υπήρξε η υπογραφή από τον τέως Πρόεδρο Μπάιντεν της στρατηγικής συμφωνίας για την ένταξη της Κύπρου σε τρία αμυντικά/εξοπλιστικά προγράμματα των Ηνωμένων Πολιτειών, που προβλέπουν την παροχή αμυντικών ειδών και υπηρεσιών σε «φίλες χώρες». Η συμφωνία αυτή επισφράγισε με κάθε επισημότητα τη βούληση της Ουάσινγκτον να αναβαθμίσει τη Λευκωσία και να την τοποθετήσει ως αξιόπιστο εταίρο στην πολυτάραχη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.

Σε αυτή την ιστορική συγκυρία, ανεξαρτήτως του ποιος κατέχει το αξίωμα του Προέδρου των ΗΠΑ, η Κύπρος καλείται να κεφαλαιοποιήσει το θετικό κλίμα και να επενδύσει περαιτέρω στον ρόλο της ως αξιόπιστης συμμάχου, με πλήρη επίγνωση των γεωπολιτικών δεδομένων της περιοχής. Η πολιτική ηγεσία του τόπου οφείλει να επιδείξει διορατικότητα, αλλά και να αξιοποιήσει ενεργά τη διπλωματία και τις διεθνείς συνεργασίες, ώστε να βρίσκεται πάντα ένα βήμα μπροστά από τις εξελίξεις. Μόνο έτσι θα μπορέσει να ευθυγραμμίσει τα συμφέροντα της πατρίδας μας με εκείνα της αμερικανικής υπερδύναμης, εξασφαλίζοντας – έστω και συγκυριακά – την αμερικανική στήριξη.

Η ενδεχόμενη αυτή στήριξη μπορεί να συμβάλει αποφασιστικά στην επίτευξη στρατηγικών στόχων για την Κύπρο και τον ευρύτερο Ελληνισμό, προσφέροντας ασφάλεια και ισχυρή άμυνα, καθώς και προωθώντας ευρύτερες εθνικές επιδιώξεις, όπως είναι η επίτευξη δίκαιης και βιώσιμης λύσης στο Κυπριακό ζήτημα.

*Δημοτικός Σύμβουλος Δήμου Αγίας Νάπας

Γραμματέας Πολιτικής Ακαδημίας ΝΕΔΗΣΥ

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Προσωπικότητες στην ''Κ'': Τελευταία Ενημέρωση