ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Ο Κλέων επιστρέφει ως Καίσαρ

Του ΧΑΡΙΔΗΜΟΥ Κ. ΤΣΟΥΚΑ

Στη δημοκρατική πολιτική κερδίζει όποιος συλλαμβάνει τον σφυγμό του εκλογικού σώματος. Δεν υπάρχουν συνταγές γι’ αυτό, προέχει η διαίσθηση. Ο statesman, παρατηρεί ο Ησαΐας Μπερλίν, πρέπει να συγκεράσει διαισθητικά ετερόκλητα στοιχεία, τα οποία «συγκροτούν την υφή του ημισυνείδητου και του ασυνείδητου επιπέδου της ζωής μας». Δεδομένου ότι η σύγχρονη πολιτική δεν είναι ατομική υπόθεση, τη διαίσθηση του πολιτικού ηγέτη πρέπει να συμμερισθεί και το κόμμα του.

Το εκλογικό σώμα στην Αμερική ήθελε συντηρητική αλλαγή. Όχι τώρα, αλλά από το 2016, όταν, απροσδόκητα, εξέλεξε τον Τραμπ πρόεδρο. Η χαοτική διαχείριση της πανδημίας τού στέρησε την επανεκλογή το 2020, γεγονός που αρκετοί φιλελεύθεροι εξέλαβαν ότι ο Τραμπ (και ό,τι εξέφραζε) ήταν απλώς ένα ιστορικό ατύχημα. Τώρα, ξέρουμε ότι δεν ήταν. Κέρδισε εντυπωσιακά τις πρόσφατες εκλογές, αυξάνοντας την επιρροή του ακόμα και σε μη αναμενόμενα τμήματα του εκλογικού σώματος. Η Αμερική προτίμησε τη συντηρητική αναδίπλωση. Ο Καίσαρ επιστρέφει πανίσχυρος.

Το Δημοκρατικό Κόμμα επέλεξε να μην το αντιληφθεί εγκαίρως. Η ιστορία των οργανισμών βρίθει περιπτώσεων «επιδέξιας άγνοιας». Μετατρεπόμενες, βαθμιαία, σε αυτοαναφορικά συστήματα, οι γραφειοκρατίες ωθούνται ανεπίγνωστα να χάνουν την αίσθηση της πραγματικότητας. Σε δημοσκοπήσεις, τα τρία τέταρτα των πολιτών θεωρούσαν ότι η χώρα πάει σε λάθος κατεύθυνση. Τους απασχολούσε, κυρίως, ο πληθωρισμός, η παράτυπη μετανάστευση, και η αμερικανική εμπλοκή σε μακρινούς πολέμους. Οι τάσεις αυτές, με φόντο τις συνέπειες της πανδημίας, την παγκόσμια αναταραχή, τις εσωτερικές πολιτιστικές-ταυτοτικές συγκρούσεις, την οδυνηρή κλιματική κρίση, και τη μεσολαβημένη από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τοξική-μεροληπτική επικοινωνία, ήταν ευδιάκριτες. Τι συναισθήματα παρήγαγε ένα τέτοιο περιβάλλον; Δυσαρέσκεια, φόβο, ανασφάλεια. Στις δημοκρατίες, τις κρίσεις χρεώνεται η κυβέρνηση. Η αντιπολίτευση τις εκμεταλλεύεται. Η Χάρις ήταν η υποψήφια της δυσάρεστης συνέχειας, όχι της ελπιδοφόρας αλλαγής. Το ομολόγησε η ίδια. Όταν ρωτήθηκε τι θα είχε κάνει διαφορετικά από τον Μπάιντεν απάντησε: «Δεν υπάρχει κάτι που έρχεται στο μυαλό μου». Αν, συνεπώς, ήθελες αλλαγή, δεν θα την ψήφιζες.

Πώς επελέγη η Χάρις; Για την ακρίβεια, στέφθηκε υποψήφια, δεν επελέγη από την απαιτητική διαδικασία των εσωκομματικών εκλογών. Ήταν η πλέον κατάλληλη; Δεν το ξέρουμε διότι δεν ανταγωνίστηκε με άλλους. Τη μόνη φορά που το έκανε, το 2019, αποσύρθηκε, σε ένα, σχεδόν, χρόνο. Για το 2024, το Δημοκρατικό Κόμμα είχε ήδη επιλέξει ως υποψήφιο τον νυν πρόεδρο Μπάιντεν. Τα εμφανή προβλήματα νοητικής υγείας του τον ανάγκασαν να αποσυρθεί, τέσσερις μήνες πριν από τις εκλογές!

Ο γελοίος ερασιτεχνισμός πρόδιδε ελιτίστικη αυταρέσκεια. Ένας αποκομμένος από την πραγματικότητα πρόεδρος επέμενε να είναι υποψήφιος, παρά το γεγονός ότι η μεγάλη πλειοψηφία της κοινής γνώμης τον θεωρούσε ακατάλληλο. Η αυτοαναφορική κομματική γραφειοκρατία θεώρησε ότι οι εκλογείς θα ικανοποιούνταν με ό,τι αυτή θα τους σέρβιρε. Ήταν ένα ακόμα δείγμα του ελιτισμού που, ήδη από το 2016, είχε αρχίσει να απεχθάνεται το εκλογικό σώμα.

Την κατάσταση εκμεταλλεύτηκε έξοχα ο Κλέων της αμερικανικής πολιτικής. Η δημαγωγική χαρισματικότητα του Τραμπ συν η εμπειρία του ως showman και η παντελής έλλειψη αναστολών, προσέδωσαν χυδαία δραστικότητα στο λόγο του. Η αχαλίνωτα επιθετική γλώσσα του μορφοποίησε, επί το χυδαιότερο, απλοϊκότερο και συντηρητικότερο, τα αισθήματα του θυμωμένου και ανασφαλούς «δήμου», επανασυνδέοντας την Αμερική με σκοτεινές όψεις του παλαιότερου εαυτού της.

Δημοσκοπήσεις έδειχναν ότι το ένα τρίτο των πολιτών ρητά επιθυμούσε έναν ισχυρό ηγέτη (strongman) που θα λειτουργήσει, αφενός, ως μεγάφωνο, αφετέρου, ως ο σύγχρονος Ηρακλής. Οι μισοί Ρεπουμπλικάνοι ήθελαν έναν ηγέτη που, «αν χρειαστεί, να παραβεί τους κανόνες για να διορθώσει τα πράγματα». Για πολλούς, το κράτος δικαίου και η δημοκρατία δεν ήταν τόσο σημαντικά, όσο η άμεση επίλυση πιεστικών προβλημάτων.

Ο σύγχρονος Κλέων απευθύνθηκε αδίστακτα στις πιο ταπεινές όψεις του ανθρώπινου ψυχισμού. Αφηγήθηκε, με συνωμοσιολογικούς, θυματοποιητικούς, και εχθροπαθείς όρους τη λαϊκή δυσαρέσκεια, με πρώτο «θύμα» τον ίδιο. Την Αμερική εμποδίζουν να γίνει «μεγάλη» οι Άλλοι – οι «μολυσματικοί» μετανάστες, οι φιλελεύθερες ελίτ, οι ιδιοτελείς σύμμαχοι. Ο ψυχικός μηχανισμός είναι γνωστός: ο δημαγωγός κατασκευάζει τον εχθρό – έναν αποδιοπομπαίο τράγο. Γνωστοί είναι, επίσης, οι μηχανισμοί της επιβεβαίωσης και εκλογίκευσης. Ο φοβισμένος άνθρωπος αναζητά επιβεβαιωτικές αφηγήσεις, ενώ εκλογικεύει τις όποιες ανεπιθύμητες όψεις του δημαγωγού. Μεγάλο μέρος του «δήμου», χωρίς εναλλακτικές πειστικές αφηγήσεις, αφέθηκε στη σκοτεινή γοητεία της παραπλάνησης – εξέλεξε τον δημαγωγό που, με γελοία απλοϊκότητα, υποσχέθηκε μεγαλείο και ελπίδα, δημιουργώντας, έτσι, την επόμενη γενιά προβλημάτων. Η Ιστορία ούτε τελείωσε, ούτε γραμμική, ούτε ανώδυνη είναι. Παραμένει διακύβευμα.

Ο κ. Χαρίδημος Τσούκας είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και αντεπιστέλλον μέλος της Κυπριακής Ακαδημίας Επιστημών, Γραμμάτων και Τεχνών.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Προσωπικότητες στην ''Κ'': Τελευταία Ενημέρωση

X