Πολλά γράφτηκαν και ειπώθηκαν μετά την ανακοίνωση της κοινοπραξίας ENI-Total για την ανακάλυψη κοιτάσματος φυσικού αερίου στο τεμάχιο 6 της κυπριακής ΑΟΖ. Διαβάσαμε για μαμούθ και γιγαντιαίο κοίτασμα, για μια ανακάλυψη από τις μεγαλύτερες παγκοσμίως, κάτι που εύλογα μπορεί να προκαλέσει σύγχυση και να καλλιεργήσει προσδοκίες αναντίστοιχες της πραγματικότητας. Προκειμένου να βάλουμε τη συζήτηση για τις δυνατότητες της Κύπρου και εν γένει της Ανατολικής Μεσογείου σε μια τάξη, είναι χρήσιμο να αξιολογήσουμε τα τωρινά δεδομένα και τις προοπτικές που αυτά δημιουργούν. Οι αρχικές ανακαλύψεις κοιτασμάτων απαιτούν επιβεβαιωτικές γεωτρήσεις και στο τέλος της μέρας η αρχική εκτίμηση μπορεί να διαψευσθεί ή να επιβεβαιωθεί επί τα χείρω ή τα βελτίω. Η αξιοποίησή τους, άλλωστε, εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως το βάθος, τη μορφολογία του βυθού, το συνεπαγόμενο κόστος εξόρυξης, όπως και τη συγκέντρωση επιπλέον πεδίων σε κοντινή απόσταση ώστε να είναι αποδοτικότερη η δημιουργία ενός σταθμού που θα μπορούσε να υποδεχθεί και να εκμεταλλευθεί εμπορικά τις όποιες ποσότητες. Στην εξίσωση προστίθενται και άλλες παράμετροι, όπως η εμπορικότητα σε περίπτωση άντλησης, η σύνδεση με δίκτυο αγωγών ή τερματικό υγροποίησης και ασφαλώς η εξασφάλιση πελατών. Με τις έως τώρα ανακαλύψεις εντός της κυπριακής υφαλοκρηπίδας, με ποσότητες κοντά στα 400 δισ. κυβικά μέτρα, η Λευκωσία θα μπορούσε να κατασκευάσει εντός εξαετίας (2029) τερματικό υγροποίησης, το οποίο θα εξήγε 15 δισ. κ.μ. για 2025 χρόνια προς τις διεθνείς αγορές. Μάλιστα, το εν λόγω τερματικό θα είναι σε θέση να φιλοξενήσει επιπρόσθετες ποσότητες από τη δεύτερη φάση ανάπτυξης του ισραηλινού Leviathan, προσθέτοντας 57 δισ. κ.μ. ετησίως. Σε αυτή την περίπτωση, η συμβολή στις ευρωπαϊκές ανάγκες θα ήταν στο 1/8 των σημερινών εισαγωγών από τη Ρωσία, αλλά πάντως δεν νοείται αμελητέα, πολύ περισσότερο που η τροφοδοσία της αγοράς δεν θα εξαρτάται από τρίτα μέρη, αλλά από ένα κράτος-μέλος της Ε.Ε.
Με βάση, λοιπόν, όσα έχουν ανακαλυφθεί μέχρι σήμερα στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, το μεγαλύτερο κοίτασμα είναι το αιγυπτιακό Zhor με 30 τρισ. κυβικά πόδια (τκπ), ακολουθεί το ισραηλινό Leviathan με 16 τρισ. κυβικά πόδια, το επίσης ισραηλινό Tamar εκτιμάται στα 8 με 10 τκπ και ακολουθεί το κυπριακό κομμάτι του Γλαύκου με 6,5 τκπ, με την Αφροδίτη να εκτιμάται στα 4,5 τκπ, όμως μετά τον Κρόνο επανέρχεται η αισιοδοξία για τις δυνατότητες γύρω από το τεμάχιο 6. Αν τελικά επαληθευθούν τα αποτελέσματα των γεωτρήσεων, οι παραγωγικές δυνατότητες της Κύπρου συνολικά θα κυμανθούν ανάμεσα στα 17 με 22 τρισ. κυβικά πόδια. Η Ρωσία προμηθεύει την Ευρώπη με 160 δισ. κυβικά μέτρα ετησίως, ποσότητες δυόμισι φορές μεγαλύτερες από τις εκτιμώμενες δυνατότητες του κοιτάσματος Κρόνος, στο τεμάχιο 6 της κυπριακής υφαλοκρηπίδας. Το Ιράν, παρότι λόγω των κυρώσεων χρειάζεται εκσυγχρονισμό των υποδομών του για να πολλαπλασιάσει την παραγωγή του, παράγει σε ένα έτος τις εκτιμώμενες ποσότητες της Αφροδίτης και του Κρόνου μαζί.
Αν αθροίσουμε τις προβλεπόμενες παραγωγικές δυνατότητες των τριών μεγαλύτερων κοιτασμάτων της Ανατολικής Μεσογείου, αυτές ισούνται με δύο χρόνια παραγωγής των ΗΠΑ και τρία χρόνια της Ρωσίας. Αν, δε, προσθέσουμε όλες τις δυνητικές πηγές της περιοχής, συμπεριλαμβανομένου του Λιβάνου, της Γάζας και της Συρίας, οι εκτιμώμενες δυνατότητες (στα 122 τρισ. κυβικά πόδια) ισοδυναμούν με πέντε και επτά αντίστοιχα έτη παραγωγής ΗΠΑ και Ρωσίας.
Τούτων δοθέντων, ναι μεν σε παγκόσμια κλίμακα η Ανατολική Μεσόγειος δεν επιφέρει δραματικές αλλαγές, εντούτοις κάλλιστα δύναται να συνεισφέρει στην ασφάλεια τροφοδοσίας της Ευρώπης. Και είναι απορίας άξιο γιατί η Ευρωπαϊκή Ενωση δείχνει περιορισμένο ενδιαφέρον για τη συμπερίληψη της περιοχής στους ενεργειακούς σχεδιασμούς της. Πιο συγκεκριμένα, υπέγραψε στις 17 Ιουνίου 2022 μνημόνιο κατανόησης με Αίγυπτο και Ισραήλ για να δεσμεύσει ποσότητες 5-7 δισ. κ.μ. υγροποιημένου φυσικού αερίου μέχρι όμως το 2030, γιατί μετέπειτα θα μειωθεί η κατανάλωση φυσικού αερίου για να εκπληρωθεί η δέσμευση της κλιματικής ουδετερότητας. Οι Βρυξέλλες, επομένως, κλείνουν τα μάτια στην προφανή ανάγκη τους να αυξήσουν το αποτύπωμα του φυσικού αερίου στο ενεργειακό τους μείγμα και με δεδομένη την απόφαση να εκμηδενίσουν τις εισαγωγές από τη Ρωσία και λαμβάνοντας υπόψη την αδυναμία της Νορβηγίας να συνεισφέρει ουσιαστικά μετά το 2030, απορρίπτουν την υλοποίηση νέων σχεδίων μέσω των οποίων θα προμηθεύονται φυσικό αέριο, βασιζόμενες στις ιδιαίτερα επισφαλείς για την κάλυψη των ενεργειακών τους αναγκών ανανεώσιμες πηγές και το υδρογόνο. Ετσι αποθαρρύνονται οι επενδύσεις σε νέα πεδία φυσικού αερίου, με αποτέλεσμα όταν η Ε.Ε. θα το χρειαστεί να μην είναι διαθέσιμο. Οι εταιρείες και οι τράπεζες που θα χρηματοδοτήσουν τα έργα διστάζουν λόγω των λάθος σημάτων που στέλνουν οι Ευρωπαίοι, ενώ συνυπολογίζουν στην περίπτωση της Κύπρου και το ρίσκο που συνεπάγεται η τουρκική επιθετικότητα. Αν, συνεπώς, η Ε.Ε. δεν αναθεωρήσει άμεσα την πολιτική της και δεν στηρίξει εμπράκτως τη Λευκωσία στην προσπάθεια αξιοποίησης του ορυκτού της πλούτου (με τη διασφάλιση του αναλογούντος μεριδίου των Τουρκοκυπρίων), τότε θα έχει χαθεί η ευκαιρία η Κύπρος να μετεξελιχθεί σε συνισταμένη της ευρωπαϊκής ενεργειακής εξίσωσης. Η παραπομπή στις καλένδες (με επίκληση της εκκρεμότητας του Κυπριακού) θα στερήσει από την Ευρώπη μια αξιόπιστη εναλλακτική πηγή τροφοδοσίας της και θα στρέψει την Ανατολική Μεσόγειο προς τη διψασμένη ασιατική αγορά.
* Ο κ. Κωνσταντίνος Φίλης είναι αναπληρωτής καθηγητής του Αμερικανικού Κολλεγίου Ελλάδος. Παρουσιάζει την εκπομπή «Η Ελλάδα στον κόσμο (της)», η οποία προβάλλεται από την πλατφόρμα ANT1+. Κυκλοφορεί σε επιμέλειά του το βιβλίο «Το Μέλλον της Ιστορίας» (εκδόσεις Παπαδόπουλος).