Του Νίκου Κωνσταντάρα
Η κριτική που εκτόξευσε η τουρκική πρεσβεία στην Αθήνα εναντίον του απερχόμενου πρέσβη των ΗΠΑ, Τζέφρι Πάιατ, εκθέτει, σε μόλις 29 λέξεις, όλο το μείγμα αλαζονείας και παράνοιας που διακατέχει την Τουρκία αυτόν τον καιρό. Είναι ταυτόχρονα επιθετική, διεκδικητική και πονηρή, προσδοκώντας κέρδη χωρίς κόστος. Επιχειρεί και να πλήξει τον στόχο και να αποποιηθεί την ευθύνη εάν αυτός της ζητήσει τον λόγο, καθώς δεν ονομάζει τον Πάιατ. Αλλη μια εκδοχή της πολυθαυμαστής «επιτήδειας ουδετερότητας» της Αγκυρας, θα μπορούσαμε να πούμε, καθώς η Τουρκία πάντα ερμηνεύει τη στάση των άλλων με κριτήριο το δικό της συμφέρον. Ας «αποδομήσουμε» το «τιτίβισμα» της πρεσβείας, λοιπόν.
Γραμμένο στα αγγλικά, την ημέρα που δημοσιεύθηκε η σημαντική «αποχαιρετιστήρια» συνέντευξη του Πάιατ στην «Καθημερινή» (30/4/22, στον Αθανάσιο Ελλις), είναι σαφέστατος ο στόχος, όπως και το μήνυμα: «Ενα από τα λυπηρά αμαρτήματα στη διπλωματική πρακτική ονομάζεται “να γίνεσαι ένα με τους ιθαγενείς”. Συμβαίνει όταν ξεχνάς τις θέσεις της δικής σου χώρας και υιοθετείς αυτές της χώρας που σε φιλοξενεί». Ο πολύπειρος Αμερικανός διπλωμάτης, ο οποίος προορίζεται για σημαντικότατη θέση στο υπουργείο Εξωτερικών, κατηγορείται, δηλαδή, για αφέλεια, σαν να τον ξελόγιασαν οι Ελληνες. Το αμάρτημά του; Συνέβαλε όσο λίγοι προκάτοχοί του στη βελτίωση των σχέσεων μεταξύ Αθήνας και Ουάσιγκτον σε όλα τα επίπεδα, προς όφελος και των δύο χωρών, ενισχύοντας τη στρατιωτική θωράκιση της Ελλάδας και αναδεικνύοντας τη στρατηγική της θέση. Ενώ η Τουρκία έδειχνε ολοένα μεγαλύτερη επιθετικότητα με κινήσεις και απαιτήσεις εναντίον της Ελλάδας, ο Πάιατ, όπως και το State Department, επανέλαβε τις πάγιες θέσεις των ΗΠΑ. Θέσεις που ενίοτε ενοχλούν την Αθήνα, όταν, εκ των πραγμάτων, η «ουδετερότητα» δίνει πλεονέκτημα στον επιτιθέμενο. Οταν η Αγκυρα αγνοεί το διεθνές δίκαιο, διεθνείς θεσμούς και την κριτική άλλων χωρών (όπως στην υπόθεση Καβαλά), φυσικό είναι να θέλει να αποδώσει τη σύμπλευση ΗΠΑ – Ελλάδας σε κάποια ύπουλη σαγήνη των Ελλήνων.
Η Τουρκία, όμως, γνωρίζει ότι η ενίσχυση των ελληνοαμερικανικών σχέσεων εξυπηρετεί, πάνω απ’ όλα, τα συμφέροντα των ΗΠΑ. Γνωρίζει, επίσης, ότι δεν ευθύνεται η Αθήνα για το κακό κλίμα μεταξύ Ουάσιγκτον και Αγκυρας αλλά η στρατηγική του Ερντογάν, κυρίως λόγω της αγοράς των S-400 από τη Ρωσία και την καταπάτηση ανθρώπινων δικαιωμάτων. Το σχόλιο της πρεσβείας, δηλαδή, δεν μπορεί να ερμηνευθεί ως «μάθημα» διπλωματίας στον Πάιατ για ολιγωρία ή ανεπάρκεια, αλλά μόνο ως έκφραση δυσαρέσκειας επειδή όσα πέτυχε και όσα λέει ο Αμερικανός αξιωματούχος δεν συμφέρουν την Τουρκία. Το σχόλιο είναι, δηλαδή, μια εσκεμμένη προσβολή. Αποκαλύπτει περισσότερα γι’ αυτόν που την εκστομίζει παρά για τον υποτιθέμενο στόχο. Αν η τουρκική πρεσβεία ήθελε να σπιλώσει τον απερχόμενο πρέσβη, πέτυχε μόνο να υπογραμμίσει τη δική του επιτυχία και τη δική της διπλωματική πενία.