Για πολλούς/ές από εμάς, η σχέση με τα αδέλφια είναι μία από τις πιο δυνατές και μακροχρόνιες σχέσεις μας. Τα αδέλφια ασκούν δύναμη και επιρροή στη διαμόρφωση του χαρακτήρα μας, παίζοντας σημαντικούς ρόλους στη ζωή μας: ο καλύτερος μου φίλος, ο δάσκαλός μου, ο συμμαθητής μου, ο μέντοράς μου, ο υποστηρικτής μου, ο ψυχολόγος μου, και πολλούς άλλους. Μέσα στην οικογένεια δημιουργείται ένας μικρόκοσμος από τα παιδιά όπου μπορούν να πειραματιστούν με πολλά και διάφορα συναισθήματα θετικά και αρνητικά χωρίς να διαταραχθεί μακροχρόνια η δυναμική τους σχέση, συναισθήματα αγάπης και ζήλιας, εμπιστοσύνης και προδοσίας, συναγωνισμού και ανταγωνισμού, συνεργασίας και σεβασμού.
Ακριβώς επειδή αυτή η αδελφική σχέση είναι τόσο δυνατή, τόσο έντονη και τόσο μακροχρόνια, ο αντίκτυπος μιας αναπηρίας παιδιού/παιδιών της οικογένειας μπορεί να έχει μεγάλη σημασία, τόσο στις σχέσεις και δυναμικές μέσα στην οικογένεια όσο και στη διαμόρφωση της προσωπικότητας και στην ποιότητα ζωής των παιδιών.
Οι γονείς μέσα στους δικούς τους προβληματισμούς, ματαιώσεις, και τύψεις κάποιες φορές, μπορεί άθελά τους να προκαλέσουν συγκρουσιακές σχέσεις μεταξύ του τυπικά αναπτυσσόμενου παιδιού και του παιδιού με αναπηρία. Αν ο/η κάθε γονιός καταρχάς αντιληφθεί τον σημαντικό ρόλο του στη δημιουργία θετικών σχέσεων μεταξύ των παιδιών, ήδη έχει γίνει το πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση.
Για το χτίσιμο μιας υγιούς και θετικής αδελφικής σχέσης χρειάζεται να υπάρχει ισορροπία και ισότητα σε όλα τα επίπεδα μέσα στο σπίτι και σεβασμός στις ανάγκες του κάθε παιδιού. Βασικό είναι να μην υπάρχουν διακρίσεις στον τρόπο συμπεριφοράς των γονιών αλλά και στη σημασία, στην αγάπη και στοργή που δίνουμε σε κάθε παιδί. Είναι κατανοητό ότι το μικρό παιδί με αναπηρία πιθανόν να χρειάζεται περισσότερο χρόνο και φροντίδα από το τυπικά αναπτυσσόμενο παιδί, αλλά σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να παραμελούμε τις ανάγκες, ιδιαίτερα τις συναισθηματικές, και των άλλων παιδιών μας.
Είναι σημαντικό να βοηθήσουμε τα παιδιά να εκφράζουν τα συναισθήματά τους και να μη φοβούνται να μιλήσουν ακόμα και για τα αρνητικά συναισθήματα. Καλό είναι να γνωρίζουν ότι δικαιούνται να νιώθουν θυμό, αλλά να τα βοηθάμε να τον διαχειριστούν χωρίς εκρήξεις βίας, μέσα από διάλογο και εποικοδομητική συζήτηση. Σε αυτή την προσπάθεια, οι γονείς δίνουν το παράδειγμα με πράξη, εκφράζοντας οι ίδιοι τα –ανάμεικτα κάποιες φορές– συναισθήματά τους και δείχνοντας σεβασμό στην ατομικότητα όλων των μελών της οικογένειας.
Στο πλαίσιο αυτής της προσπάθειας για καλύτερη επικοινωνία μεταξύ των μελών της οικογένειας, θα χρειαστεί να προσφέρουμε πληροφορίες στο τυπικά αναπτυσσόμενο παιδί μας σε σχέση με την αναπηρία του/της αδελφού/αδελφής και πληροφορίες για τρόπους προσέγγισης και αντιμετώπισης διαφόρων καταστάσεων που σχετίζονται με την αναπηρία του/της.
Πολλές φορές οι γονείς μπορεί να επικεντρωθούμε στο παιδί με αναπηρία και να «χαθούμε» μέσα στις θεραπείες, αξιολογήσεις, ειδικούς κ.λπ. Είναι πολύ σημαντικό να μην ξεχνούμε να διασκεδάζουμε με όλα μας τα παιδιά αλλά και με το κάθε παιδί ξεχωριστά, έστω και αν ο χρόνος είναι περιορισμένος. Είναι καλό να βρούμε κάποια στιγμή όπου θα ασχοληθούμε ευχάριστα, ποιοτικά και αποκλειστικά με το κάθε παιδί μας, π.χ., αν είναι δυνατόν, την ώρα που το ένα παιδί έχει θεραπεία, φροντιστήριο ή κάποια δραστηριότητα, να ασχοληθούμε αποκλειστικά με το άλλο.
Τέλος, μην ξεχνάμε να προωθούμε τα θετικά σημεία κάθε παιδιού και να υπενθυμίζουμε τακτικά τη σημασία που έχουν τα αδέλφια μας στη ζωή μας. Προγραμματίζουμε δραστηριότητες, εντός και εκτός σπιτιού, μικρές και μεγάλες, όπου τα παιδιά μας θα παίξουν και θα ευχαριστηθούν και στη συνέχεια «χρησιμοποιούμε» αυτές τις αναμνήσεις σε περιόδους που η σχέση μπορεί να διαταραχτεί.
Τα πιο πάνω ισχύουν για όλες τις οικογένειες με παιδιά. Ας μην ξεχνάμε ότι η κάθε οικογένεια είναι διαφορετική και αντιμετωπίζει τις δικές της δυσκολίες. Με αγάπη, θετική διάθεση και σκέψη μπορούμε να έχουμε οικογένειες με υγιείς σχέσεις και ισορροπημένες δυναμικές, μέσα στις οποίες θα δημιουργούνται όμορφες αναμνήσεις από υπέροχες στιγμές που θα δίνουν δύναμη σε πιθανές δυσκολίες.
*Η δρ Νάταλη Λοϊζίδου Ιερείδου είναι επίκουρη καθηγήτρια Ψυχολογίας στο Τμήμα Ψυχολογίας και Κοινωνικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Frederick.