Ενα από τα στοιχεία του πρωθυπουργικού ρόλου είναι αυτό του πωλητή: ο πρωθυπουργός οφείλει να ενεργεί και ως πωλητής της χώρας που εκπροσωπεί. Είναι λογικό: πώς θα προσελκύσεις ξένους επενδυτές ή πώς θα αντιστρέψεις τη διαρροή μορφωμένων Ελλήνων στο εξωτερικό αν δεν εκθειάσεις τα καλά της χώρας σου; Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, με το πεπαιδευμένο ένστικτο του πρώην συμβούλου επιχειρήσεων, ασκεί τον ρόλο του με τεχνοκρατικό ζήλο. Μια από τις έννοιες που συχνά χρησιμοποιεί είναι η «ποιότητα ζωής». Ο όρος ευφυώς σηματοδοτεί μετα-υλιστικές αξίες. Απευθυνόμενος πρόσφατα σε φοιτητές και νεαρούς εργαζόμενους, ο κ. Μητσοτάκης είπε: «Η Ελλάδα μπορεί να προσφέρει εξαιρετική ποιότητα ζωής σε ένα κόσμο όπου τα ζητήματα αυτά αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερη σημασία. Οπου ο σκοπός πλέον δεν είναι απλά πόσα λεφτά θα βγάλω […] αλλά να βλέπουμε τη ζωή μας λίγο πιο […] ολιστικά». Παρόμοιες παρατηρήσεις έκανε στην επίσκεψή του στην εταιρεία Viva Wallet.
Ως υποψήφιοι αγοραστές είναι φρόνιμο να ακούμε τον πωλητή με κριτική εγρήγορση. Γνωρίζουμε ότι έχει κάθε λόγο να υπερβάλλει. Αν και ο καλός πωλητής δεν ψεύδεται, είναι υποχρεωμένος να κατασκευάσει έναν αληθοφανή, πλην μεροληπτικό, συλλογισμό, στον οποίο αναγκαστικά υπεισέρχονται αξιακά-ιδεολογικά στοιχεία, εφόσον όψεις της πραγματικότητας υπερτονίζονται και άλλες αποσιωπώνται. Γιατί η Ελλάδα διακρίνεται από υψηλή ποιότητα ζωής, σύμφωνα με τον πρωθυπουργό; Διότι «μπορεί να προσφέρει συνολικά καλές δουλειές, καλές απολαβές, οικογένεια, φίλους και ένα εξαιρετικό περιβάλλον στο οποίο να εργάζεται κανείς αλλά και να ζει». Πόσο αληθεύει ο ισχυρισμός του κ. Μητσοτάκη;
Οι έρευνες του ΟΟΣΑ μετρούν το ευ ζην (well-being) με 11 δείκτες: εισόδημα και πλούτος, ποιότητα εργασίας, στέγαση, υγεία, γνώση και δεξιότητες, ποιότητα περιβάλλοντος, υποκειμενική ευημερία, ασφάλεια, ισορροπία εργασίας-ζωής, κοινωνική διασυνδεσιμότητα, ενασχόληση με τα κοινά. Σε σχέση με μέσους όρους (μ.ο.) των χωρών του ΟΟΣΑ, η Ελλάδα υπερτερεί σε μερικούς δείκτες (π.χ. προσδόκιμο ζωής), ενώ σε αρκετούς άλλους υπολείπεται.
Το μέσο καθαρό κατά κεφαλήν διαθέσιμο εισόδημα (20.791 δολ.) και ο μέσος καθαρός πλούτος ανά νοικοκυριό (14.8323 δολ.) είναι αρκετά μικρότερα (30.490 δολ. και 32.3960 δολ. μ.ο., αντιστοίχως)· το 10,8% των ανέργων παραμένουν άνεργοι πάνω από ένα χρόνο (το υψηλότερο στον ΟΟΣΑ)· πάνω από το 50% των πολιτών είναι οικονομικά ανασφαλείς (έναντι 36% μ.ο.)· το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού εκτίθεται σε επικίνδυνη ατμοσφαιρική ρύπανση· οι εκπαιδευτικές επιδόσεις των μαθητών είναι από τις χαμηλότερες· η «εργασιακή δυσφορία» είναι η υψηλότερη (μετά την Τουρκία)· το ποσοστό όσων έχουν κάποιον στον οποίο να προσφύγουν σε ώρα ανάγκης είναι μικρότερο (78% έναντι 91% μ.ο.)· η υποκειμενική ικανοποίηση ζωής είναι χαμηλότερη (5,8 έναντι 6,7 μ.ο.). Τη δεκαετία 2010-2020 η Ελλάδα βίωσε τη μεγαλύτερη πτώση στο μέσο ευ ζην. Η έκθεση του ΟΟΣΑ («How’s Life? 2020») αναφέρει τη χώρα ως μια από αυτές στις οποίες η πτώση σχετίζεται με «βαθύτερες ανισότητες». Με βάση τους δείκτες του ΟΟΣΑ, λοιπόν, είναι ιδιαιτέρως αμφίβολο ότι η Ελλάδα είναι χώρα με «καταπληκτική ποιότητα ζωής», όπως είπε ο πρωθυπουργός. Ποιες χώρες είναι; Οι συνήθεις ύποπτοι: οι σκανδιναβικές, η Ελβετία, και η Νέα Ζηλανδία. Τι κοινό έχουν; Μικρότερες ανισότητες. Με άλλα λόγια: θέλεις υψηλή ποιότητα ζωής; Ενίσχυσε την ισότητα. Πώς; Βελτιώνοντας την ποιότητα των δημοσίων αγαθών. Οπως παρατηρεί ο ΟΟΣΑ, οι πλείστοι πόροι που συνεισφέρουν στην ποιότητα ζωής (οικονομικό, φυσικό, ανθρώπινο και κοινωνικό κεφάλαιο) είναι δημόσια αγαθά. Η βελτίωση των δημοσίων αγαθών προϋποθέτει δημόσιες επενδύσεις και υψηλής ποιότητας διακυβέρνηση. Τι από τα δύο έχουμε;
Στην ομιλία του ο πρωθυπουργός, ορθά προέτρεψε το νεανικό ακροατήριό του να σκέπτεται «ολιστικά», όχι στενά οικονομικά. Ουσιώδες στοιχείο της ολιστικής θεώρησης ζωής είναι ένα αξιοκρατικό εργασιακό περιβάλλον, διότι μόνο αυτό σου επιτρέπει να ανθήσεις προσωπικά. Το υπαινίχθηκε ο κ. Μητσοτάκης στην ομιλία του στη Viva Wallet, τονίζοντας ότι «ο κόσμος των startups είναι ένας κόσμος βαθιά αξιοκρατικός». Σωστά. Πιθανότατα γνωρίζει, όμως, ότι η πλειονότητα των υψηλής μόρφωσης Ελλήνων που μετανάστευσαν την τελευταία δεκαπενταετία ανέφεραν την αναξιοκρατία ως πρώτη αιτία αποχώρησης (έρευνα ICAP, 2019). Τι κάνει γι’ αυτό η κυβέρνησή του; Κατά πάγια ελληνική συνήθεια, επικεφαλής των περισσότερων δημόσιων νοσοκομείων, της δημόσιας τηλεόρασης, και γενικοί γραμματείς υπουργείων τοποθετήθηκαν πολιτικοί φίλοι. Οταν ο πρωθυπουργός εκθειάζει την «εξαιρετική ποιότητα ζωής» στην Ελλάδα, μιλά σαν τον ευκατάστατο μεσοαστό, ο οποίος απολαμβάνει υψηλότερη από άλλους ποιότητα ζωής, στο μέτρο που έχει την ευχέρεια να αγοράσει ιδιωτικώς μερικά από τα σημαντικότερα αγαθά που την ορίζουν – υγεία, παιδεία, κατοικία, ασφάλεια. Η αντίφαση του κ. Μητσοτάκη είναι ότι αντιλαμβάνεται την ποιότητα ζωής ως ιδιωτικό αγαθό, ενώ αναγνωρίζει ότι αυτή συγκροτείται από κοινωνικές αξίες (π.χ. αξιοκρατία) και πλάθεται σε δημόσιους θεσμούς (π.χ. εκπαίδευση). Αν θέλει να είναι συνεπής «ολιστής», θα πρέπει να προσχωρήσει στο οικοκοινωνιστικό σύστημα αξιών. Λίγο δύσκολο, ομολογουμένως.
* Ο κ. Χαρίδημος Κ. Τσούκας (www.htsoukas. com) είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και ερευνητής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Warwick.__