ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Η παρακολούθηση στα όρια της πολιτικής ευθύνης και της ανευθυνότητας

Του ΑΝΤΩΝΗ ΜΑΝΙΤΑΚΗ*

Δεν χωρεί, πιστεύω, αμφιβολία ότι η παρακολούθηση από την ΕΥΠ του τηλεφώνου του κ. Ανδρουλάκη ήταν μια ενέργεια συνταγματικά ανεπίτρεπτη και πολιτικά καταδικαστέα. Εστω κι αν ήταν νομότυπη, τηρήθηκε δηλαδή η τυπική νομιμότητα, αφού διενεργήθηκε με βάση τη διαδικασία που προβλέπει ο νόμος, ήταν, ωστόσο, συνταγματικά χωλή και ουσιαστικά ανομιμοποίητη. Τούτο, διότι η προσβολή που προκλήθηκε στο δικαίωμα του απορρήτου της επικοινωνίας του ατόμου που παρακολουθείτο, ήταν και αναιτιολόγητη αλλά και ανεξέλεγκτη. Οι εισαγγελικές αρχές δεν έλεγξαν, ως ώφειλαν –και ας μην το πρόβλεπε ρητώς ο νόμος– τη νομιμότητα του συγκεκριμένου λόγου που δικαιολογούσε την προσβολή. Δεν ελέγχθηκε επομένως από τις αρμόδιες αρχές, όπως επιτάσσει το Σύνταγμα, ούτε η αναγκαιότητα ούτε η καταλληλότητα ούτε η συνάφεια της βαρύτητας του μέτρου ενόψει του σκοπού, που ήταν η προστασία της εθνικής ή κρατικής ασφάλειας. Ελλειψε άρα με κριτήριο την αρχή της αναλογικότητας η επιβαλλόμενη στάθμιση μεταξύ των δύο συγκρουόμενων συνταγματικών αγαθών, της απόλυτης προστασίας του απορρήτου της επικοινωνίας με την υπαρξιακή για κάθε κράτος επιταγή της προστασίας της κρατικής και προσωπικής ασφάλειας των πολιτών.

Και η έλλειψη αυτή είναι ουσιώδους σημασίας για τον χαρακτηρισμό της κρινόμενης ενέργειας ως συνταγματικά αθέμιτης. Πολύ περισσότερο που το θιγόμενο πρόσωπο είναι ένα πολιτικό πρόσωπο και μάλιστα ένας αντιπρόσωπος του λαού και θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται ως κατά τεκμήριο υπεράνω υποψίας. Εκ της ιδιότητάς του και μόνον απαιτούνταν πρόσθετες εγγυήσεις και εξονυχιστικός έλεγχος του λόγου της άρσης. Την εγγύηση αυτή μπορούσε να διασφαλίσει μόνο η Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών, η οποία αντί τα τελευταία χρόνια να δει να ενισχύεται η ελεγκτική της αρμοδιότητα, παροπλίστηκε νομοθετικά και ευνουχίστηκε θεσμικά.

Πέρα όμως από τις νομικές συνέπειες της αθέμιτης παρακολούθησης υπάρχουν και πολιτικές ευθύνες, που πρέπει να καταλογιστούν. Και αυτές, είναι ηλίου φαεινότερον ότι τις επωμίζεται ο πρωθυπουργός, είτε γνώριζε είτε δεν γνώριζε το γεγονός. Είναι προσωπικά και αντικειμενικά υπεύθυνος για όσα έγιναν, αφού ήταν και είναι θεσμικά ο άμεσα προϊστάμενος της ΕΥΠ. Είναι αυτός που επέλεξε τον διοικητή της και μάλιστα με τροποποίηση νομοθετική των απαιτούμενων προσόντων του και έλεγχε προσωπικά τις ενέργειές της. Το ότι αναδέχθηκε και έμμεσα ομολόγησε την προσωπική του πολιτική ευθύνη είναι προς τιμήν του, δεν τον απαλλάσσει ωστόσο από τη θεσμική ευθύνη και υποχρέωση να λογοδοτεί, λόγον διδόναι διαρκώς για τις πράξεις και τις παραλείψεις του. Αυτή είναι η ουσία, η καρδιά του κοινοβουλευτικού συστήματος, όπως καθιερώθηκε και ισχύει στην Αγγλία, αιώνες τώρα, η accountability όλων όσοι ασκούν πολιτική εξουσία. Οφείλει επομένως να δεχτεί εξαντλητικό πολιτικό έλεγχο και συζήτηση, να υποστεί πολιτική ανάκριση και να λογοδοτήσει ενώπιον του Κοινοβουλίου, της κοινής γνώμης και τελικά ενώπιον του λαού.

Εχει υποχρέωση ακόμη να μιλήσει ευθαρσώς και με παρρησία, χωρίς σκιές συγκάλυψης του θέματος, με ειλικρίνεια και όρους διαφάνειας, καταδεικνύοντας ότι επιθυμεί την πλήρη διαλεύκανση της υπόθεσης, χωρίς αποκαλύψεις, βέβαια, μυστικών και απορρήτων που άπτονται της ασφάλειας της χώρας. Οφείλει εξάλλου να δηλώσει, αν και το έχει ήδη κάνει, ότι είναι πράγματι έτοιμος να δεχτεί προτάσεις από την αντιπολίτευση και να συζητήσει μαζί της, σε ένα κλίμα διακομματικής συνεννόησης, την αναθεώρηση της σχετικής νομοθεσίας, που είναι διάτρητη από κενά και αδυναμίες. Και αυτό θα είναι ένα μεγάλο κέρδος για τα κοινοβουλευτικά μας ήθη, για τη χειραφέτηση του κράτους από την κομματική κηδεμονία, αλλά και για την εθνική μας ασφάλεια.

Δεν πιστεύω, επομένως, ενόψει όλων αυτών, ότι η μόνη πολιτική κύρωση που αρμόζει στην προκειμένη περίπτωση είναι η παραίτηση του πρωθυπουργού. Μια τέτοια απόφαση θα πρέπει να ενταχθεί στη λογική του κοινοβουλευτικού συστήματος και να αξιολογηθεί με βάση τις θεσμικές συνέπειες που θα έχει για την ομαλή λειτουργία του πολιτεύματος και την κυβερνητική σταθερότητα της χώρας. Η παραίτησή του δεν αφορά εξάλλου μόνον τον ίδιο, αλλά ολόκληρη την κυβέρνηση –η οποία ακολουθεί την τύχη του–, το κόμμα του και την κοινοβουλευτική πλειοψηφία που είναι πίσω του.

Αν παραιτηθεί για λόγους πολιτικής ευθιξίας, τότε λογικά θα πρέπει να παραιτηθεί και από αρχηγός του κόμματος που τον στηρίζει. Το κόμμα του θα πρέπει να εκλέξει νέο αρχηγό, ο οποίος και θα πάρει εντολή σχηματισμού νέας κυβέρνησης, εφόσον παραμείνει βέβαια το κόμμα ενωμένο και είναι πλειοψηφικό. Η κυβέρνηση αυτή δεν θα μπορεί όμως να κυβερνήσει χωρίς ανανέωση της λαϊκής εντολής, το συντομότερο δυνατόν. Αν πάλι ο πρωθυπουργός παραιτηθεί χωρίς να παραιτηθεί από αρχηγός του κόμματος, τότε πάλι η χώρα θα οδηγηθεί αναπόφευκτα σε εκλογές, που θα διενεργηθούν είτε από την ίδια την κυβέρνηση είτε από μια υπηρεσιακή, έπειτα από ατελέσφορες προσπάθειες της Προέδρου να σχηματιστεί βιώσιμη κοινοβουλευτικά κυβέρνηση.

Σε όλες τις εκδοχές η κατάληξη θα είναι οι εκλογές, με ό,τι αυτές συνεπάγονται: χρόνο μακρύ πολιτικής αβεβαιότητας και αστάθειας, μακρά περίοδο οξυμένης, διχαστικής προεκλογικής αντιπαράθεσης, με διακυβεύματα πολιτικά ανούσια, εκτός τόπου και χρόνου. Η χώρα θα είναι για αρκετούς μήνες, αν γίνουν μάλιστα διπλές εκλογές, μια Πολιτεία ακυβέρνητη. Ενώ θα μαίνεται ένας παγκόσμιος, οικονομικός πόλεμος, ενώ θα απειλείται η εθνική μας κυριαρχία από την Τουρκία και ενώ θα κυριαρχεί η ακρίβεια, ο φόβος και η ανασφάλεια. Για να πληρωθεί το ρηθέν, «των οικιών ημών εμπιπραμένων ημείς άδομεν» προεκλογικά.

Ποιος θα φέρει την ευθύνη της κοινοβουλευτικής αστάθειας και ακυβερνησίας, τη στιγμή που η επιδίωξη κυβερνητικής σταθερότητας αποτελεί επιτακτική ανάγκη, λόγω της συγκυρίας και είναι ένα ύψιστο συνταγματικό αγαθό;

Αναμφίβολα ο πρωθυπουργός, που την προκάλεσε με την απερίσκεπτη και βεβιασμένη παραίτησή του, δεδομένου μάλιστα ότι θα λογοδοτούσε, ούτως ή άλλως, στις επικείμενες εκλογές.

Η πάση θυσία επομένως αναζήτηση πολιτικής ευθύνης από τον πρωθυπουργό θα κατέληγε στο αντίθετο του επιδιωκόμενου: στο ανάθεμά του για την ασυγχώρητη πολιτική ανευθυνότητά του και θα καταγραφόταν στην Ιστορία ως ένας ανεύθυνος πρωθυπουργός!

* Ο κ. Αντώνης Μανιτάκης είναι ομότιμος καθηγητής ΑΠΘ. Επικεφαλής της επιστημονικής επιτροπής της Νομικής του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Προσωπικότητες στην ''Κ'': Τελευταία Ενημέρωση

X