ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Ένα Ομοσπονδιακό Σύνταγμα για την Κύπρο: Παρατηρήσεις από ένα Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα

Των ΝIΚΟΥ ΠΕΡΙΣΤΙAΝΗ και YUCEL VURAL

Στο παρόν άρθρο θέλουμε να παρουσιάσουμε κάποιες πρώτες παρατηρήσεις από το δικοινοτικό ερευνητικό πρόγραμμα με τον τίτλο «Αναπτύσσοντας Κοινές Ιδέες για Συνταγματικά Θέματα», το οποίο χορηγείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Το πρόγραμμα στοχεύει να εμπλέξει Ελληνοκύπριους (ΕΚ) και Τουρκοκύπριους (ΤΚ) στον προβληματισμό και τη συζήτηση σημαντικών πτυχών του μελλοντικού Συντάγματος μιας επανενωμένης, ομοσπονδιακής Κύπρου. Βασίζεται στην αρχή ότι η συμμετοχή των πολιτών στη διαμόρφωση του Συντάγματος είναι υψίστης σημασίας για τη δημιουργία κάθε σύγχρονου κράτους.

Τα συντάγματα είναι προϊόντα της νεωτερικότητας – των ιδεών του Διαφωτισμού και της εμφάνισης των εθνικών κρατών, που έδωσαν κεντρικό ρόλο στους πολίτες ή στον λαό μιας χώρας. Τα συντάγματα αποτελούν το θεμελιώδες νομικό και πολιτικό πλαίσιο κάθε σύγχρονης πολιτείας, καθορίζοντας το συλλογικό πολιτικό όραμα ενός λαού, τις κεντρικές αξίες και νόμους όσον αφορά την οργάνωση και λειτουργία του κράτους, καθώς και τα κύρια δικαιώματα και υποχρεώσεις των πολιτών.

Ιστορικά τα πρώτα σύγχρονα συντάγματα δημιουργήθηκαν στην Αμερική και τη Γαλλία, μετά τις αντίστοιχες επαναστάσεις. Αφού αυτά τα αρχικά συντάγματα έθεσαν το στίγμα τους ως σημαντικά θεμέλια αυτών των πρωτοποριακών καθεστώτων, τα υπόλοιπα κράτη άρχισαν σταδιακά να ακολουθούν το παράδειγμά τους. Πράγματι, αυτά τα «ιδρυτικά έγγραφα» επρόκειτο να γίνουν ένας από τους σημαντικότερους πυλώνες των σύγχρονων εθνικών κρατών. Αναπόφευκτα, κάθε κράτος έπρεπε να γράψει το δικό του μοναδικό σύνταγμα, σύμφωνα με τα ιδιαίτερα του χαρακτηριστικά – ιστορική πορεία, κοινωνικές πραγματικότητες, καθιερωμένες πρακτικές, συλλογικούς στόχους και ελπίδες κ.λπ.

Στις ομοιογενείς κοινωνίες η θέσπιση συντάγματος δεν παρουσιάζει ανυπέρβλητες δυσκολίες. Οι πολυεθνικές πολιτείες, όμως, πρέπει να προσπαθήσουν ιδιαίτερα για να συμφωνήσουν στις παραμέτρους ενός κοινού συντάγματος, καθώς η παρουσία ετερογενών ιδρυτών-εταίρων καθιστά την επίτευξη συναίνεσης πιο δύσκολη. Αυτός είναι ίσως ο κύριος λόγος που σταδιακά έχει εμπεδωθεί η ιδέα πως, σε περιπτώσεις όπου για κάποιο λόγο η εθνική ταυτότητα δεν μπορεί να λειτουργήσει ως επαρκές ή μοναδικό συνεκτικό στοιχείο ενός εθνικού κράτους, το ίδιο το Σύνταγμα μπορεί να εξυπηρετήσει αυτό τον σκοπό. Για παράδειγμα, στη Γερμανία μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, και δεδομένου του ρόλου του εθνικισμού στην ανάπτυξη και την επικράτηση του ναζισμού, δεν φαινόταν σοφό να καλλιεργηθεί μια ανανεωμένη αίσθηση ισχυρής ταύτισης με το έθνος, γι’ αυτό και η καλλιέργεια του «Συνταγματικού Πατριωτισμού» έχει προταθεί ως μια εναλλακτική επιλογή. Άλλοι, έχουν υποστηρίξει ότι μια παρόμοια προσέγγιση μπορεί να είναι κατάλληλη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, δεδομένου ότι αποτελείται από πολλά έθνη και ως εκ τούτου, δεν θα ήταν δυνατό να καλλιεργηθεί μια ενιαία εθνική ταυτότητα για όλους τους πολίτες των κρατών-μελών. Τέλος, υπάρχουν και άλλες περιπτώσεις, όπως η Βοσνία, όπου το Σύνταγμα επιβλήθηκε στους ντόπιους από ξένους εμπειρογνώμονες – αλλά λόγω των αυξανόμενων προβλημάτων στη λειτουργία του πολυεθνικού καθεστώτος, υπάρχουν φωνές που ζητούν την εκ νέου σύνταξη ενός «Συντάγματος του λαού» από τους ίδιους τους πολίτες, κάτι που θα μπορούσε να επιτρέψει τη μεγαλύτερη ευελιξία και προσαρμογή στις μεταβαλλόμενες κοινωνικές πραγματικότητες και ανακατατάξεις των κοινωνικών δυνάμεων.

Προφανώς παρόμοια διλήμματα αντιμετωπίζει και η Κύπρος, καθώς αγωνίζεται να βρει κάποιο τρόπο να φέρει κάτω από την ίδια κρατική στέγη δύο διαφορετικές και «βαθιά διαιρεμένεςεθνικές κοινότητες. Είναι γνωστό πως το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, του 1960, γράφτηκε με ελάχιστη, έως καθόλου, εμπλοκή των ίδιων των Κυπρίων.

Δεδομένης της απουσίας κοινής εθνικότητας, το Σύνταγμα θα μπορούσε να αποτελέσει τον απαραίτητο άξονα για την ενότητα, ωστόσο από τη στιγμή που το Σύνταγμα συντάχθηκε από ξένους, οι ντόπιοι το είδαν ως ξένη επιβολή, οπότε και δεν μπορούσε να αποτελέσει τη βάση για συλλογική ταύτιση. Γι’ αυτό και δεν ήταν περίεργο που έλειπε μια αίσθηση ενότητας ή κοινότητας, οπότε και σύντομα το κράτος οδηγήθηκε στη διάλυση με βάση τις εθνοτικές-εθνικές γραμμές, γεγονός που οδήγησε στην «πρώτη διαίρεση» των κοινοτήτων μεταξύ 1964-1974 και στην επακόλουθη βαθύτερη εδαφική διχοτόμηση μετά το 1974. Το 2004 το Σχέδιο Ανάν προσέφερε μια νέα προοπτική για την επανένωση του νησιού με βάση τη Δικοινοτική, Διζωνική, Ομοσπονδία (ΔΔΟ), αλλά και πάλι η διαδικασία δεν επέτρεψε την ουσιαστική εμπλοκή και συνεισφορά από τους ίδιους τους Κύπριους. Το Ανάν 5, συγκεκριμένα, διατυπώθηκε με πολύ λίγη συνδρομή ακόμη και από τους ίδιους τους διαπραγματευτές των ΕΚ. Ενδεικτικά, αντίγραφα του Συντάγματος και όλων των άλλων σχετικών εγγράφων (που αποτελούσαν περίπου χίλιες σελίδες γραπτών κειμένων) δόθηκαν στους πολίτες μόλις λίγες μέρες πριν από το δημοψήφισμα, πράγμα που σήμαινε ότι οι Κύπριοι δεν είχαν σχεδόν καθόλου χρόνο να τα διαβάσουν, πολύ περισσότερο, να τα συζητήσουν και να τα συμφωνήσουν.

Το ερευνητικό πρόγραμμα στοχεύει στη βελτίωση των εμπειριών του παρελθόντος, κάνοντας ένα πρώτο βήμα για τη συμμετοχή των Κυπρίων στη διαδικασία συζήτησης σημαντικών πτυχών του μελλοντικού Συντάγματος. Όχι για να καταλήξει σε ένα σχέδιο Συντάγματος, αλλά για να αναζητηθούν ιδέες για την αντιμετώπιση ακανθωδών ζητημάτων που σχετίζονται με το μελλοντικό Σύνταγμα και να ενθαρρυνθούν οι Κύπριοι να προβληματιστούν σχετικά με αυτά τα δύσκολα ζητήματα, ώστε να διαμορφώσουν τις δικές τους προτάσεις για το πώς μπορούν να αντιμετωπιστούν. Φυσικά, αυτή δεν είναι μια εύκολη διαδικασία, αλλά η συνειδητοποίηση των δυσκολιών αποτελεί μέρος του όλου έργου.

Τα αποτελέσματα του Προγράμματος θα παρουσιαστούν ενώπιον της πολιτικής ηγεσίας, των πολιτικών κομμάτων, των ΜΚΟ που επικεντρώνονται στο Κυπριακό πρόβλημα, στα ΜΜΕ και το ευρύ κοινό.

Το ερευνητικό πρόγραμμα χορηγείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Το περιεχόμενο του άρθρου αυτού είναι αποκλειστική ευθύνη του Cyprus Academic Dialogue και του Y. Vural και δεν αντικατοπτρίζει απαραίτητα τις απόψεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Οι Νίκος Περιστιάνης και Yucel Vural είναι οι Συντονιστές του Προγράμματος.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Προσωπικότητες στην ''Κ'': Τελευταία Ενημέρωση

X