Η κουλτούρα της ακύρωσης είναι μια δημοφιλής ορολογία που χρησιμοποιείται για να περιγράψει την απόσυρση της υποστήριξης σε πρόσωπα, εταιρείες ή οργανισμούς ως συνέπεια πράξεων που θεωρούνται προσβλητικές ή ανήθικες. Το φαινόμενο καταγράφεται αρχικά στο Black Twitter με την κοινότητα να χρησιμοποιεί την λέξη «ακύρωση» για χρόνια χωρίς ωστόσο το περιεχόμενό της να αφορά απαραίτητα την έννοια του μποϊκοτάζ, αλλά να λειτουργεί περισσότερο σαν κώδικας επικοινωνίας και σαν μια καλόπιστη προτροπή για δράση. Η μετέπειτα μετατροπή της λέξης σε σύνθημα είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα της εμπορευματοποίησης της μαύρης κουλτούρας και της σταδιακής ενσωμάτωσης της στο White Mainstream.
Στη βάση της η συζήτηση για την κουλτούρα της ακύρωσης είναι μια συζήτηση για τα «αμήχανα όρια» όπως τα αναλύει στην εργασία του ο θεωρητικός των Μουσουλμανικών Σπουδών Jibril Latif, μια προσπάθεια διαχωρισμού των διακυβευμάτων και των συμφερόντων διαφορετικών κοινωνικών συνόλων όπως αυτά αλληλοεπιδρούν μέσα στο πλαίσιο της συγχρονικής σχέσης δύναμης ανάμεσα σε φορείς, θεσμούς και πεποιθήσεις. Όπως αναφέρει ο Latif, η οριοθέτηση αυτή συχνά συνεπάγεται την ιεράρχηση των συμφερόντων μιας υποομάδας ως κοινωνικοπολιτική προτεραιότητα, συμφέροντα προορισμένα για να γίνονται αντιληπτά ως μεγαλειώδη και ανιδιοτελή και παράλληλα την αδιαφορία για τα συμφέροντα μιας άλλης υποομάδας προορισμένα για να γίνονται αντιληπτά ως παράλογα ή ως δευτερεύοντα ζητήματα στον άξονα των κοινωνικοπολιτικών διεκδικήσεων.
Σαν παράδειγμα εδώ η χρήση της n-word από τον stand-up κωμικό Dave Chapelle και η προσπάθεια ακύρωσης μετά από τις πρόσφατες προσβλητικές δηλώσεις του κατά της λοατκια+ κοινότητας. Η εργαλειοποίηση της λέξης από τον Chapelle λειτουργεί σαν τέχνασμα και σαν καθρέφτης για το λευκό ακροατήριό του που δικαιούται να γελάσει αλλά που δεν δικαιούται ποτέ να την επαναλάβει. Ο Chapelle εργαλειοποιεί την έννοια της επανοικειοποίησης που έχει κερδίσει σημαντικό έδαφος την τελευταία δεκαετία, ένα πλαίσιο που επαναπροσδιορίζει το δικαίωμα ενός κοινωνικού συνόλου στο να χρησιμοποιεί λέξεις ή φράσεις, οι οποίες είχαν χρησιμοποιηθεί στο παρελθόν ως λεκτικό μίσος εναντίον του και να τις εργαλειοποιεί στο πλαίσιο ενός μηχανισμού ενδυνάμωσης. Αντίστοιχα παραδείγματα η επανοικειοποίηση της f-word από τη λοατκια+ κοινότητα ή της c-word στο πλαίσιο της φεμινιστικής πολιτικής θεωρίας. Μέσα από αυτή τη σχηματοποίηση ο Chapelle δημιουργεί μια ιεραρχία πάνω στο όριο της προτεραιότητας με τη μαύρη ταυτότητα να προηγείται και να ακυρώνει όλες τις υπόλοιπες ταυτότητες, αγνοώντας παράλληλα τη διπλή αποκειμενοποίηση του μαύρου/λοατκια+ υποκείμενου.
Το πρόβλημα με την κουλτούρα της ακύρωσης λοιπόν είναι πρόβλημα υπεραπλούστευσης και προθέσεων. Αρχικά πρέπει να τονίσουμε ότι κάποιες περιπτώσεις δεν επιδέχονται δεύτερης ανάγνωσης και εδώ ακριβώς η εργασία της ακύρωσης πρέπει να είναι και άμεση και καταλυτική στην προσπάθεια εξάλειψης επιβλαβών ή εγκληματικών συμπεριφορών. Σημαντικό είναι επίσης να γνωρίζουμε τους περιορισμούς που επιφέρει η επιλεκτική έκθεση, όταν επιλέγουμε ν’ ακολουθούμε στα κοινωνικά δίκτυα μόνο αυτούς με τους οποίους μοιραζόμαστε τις ίδιες απόψεις και να μπλοκάρουμε τους υπόλοιπους, δημιουργώντας με αυτό τον τρόπο echo chambers, ένα αναφαίρετο δικαίωμα για τον περιορισμό της έκθεσης σε ρατσιστικές ή σεξιστικές συμπεριφορές που μας κρατάει ωστόσο σε μια επιλεκτική απομόνωση. Το βασικό είναι η επίγνωση του πως όλοι μπορούμε να κάνουμε λάθη στη διαχείριση του δημοσίου λόγου ανά πάσα στιγμή. Εδώ λοιπόν είναι απαραίτητο να γνωρίζουμε τις διαφορετικές γλώσσες του accountability, ότι δηλαδή μπορούμε να απαιτήσουμε ανάληψη ευθυνών με διαφορετικούς τρόπους ανάλογα με τη συνθήκη.
Εάν η κουλτούρα της ακύρωσης, το calling out δηλαδή, εμπεριέχει και το στοιχείο της δημόσιας περφόρμανς ή τιμωρητικό περιεχόμενο, είναι βασικό να γνωρίζουμε και την έννοια του calling in, ότι μπορούμε δηλαδή να προσεγγίσουμε ένα άτομο ιδιωτικά χωρίς θεατές και με φροντιστικό τρόπο να του υποδείξουμε το λάθος στην προσέγγισή του. Αντίθετα, εάν η προβληματική συμπεριφορά προέρχεται για παράδειγμα από έναν οργανισμό για λοατκια+ ενδυνάμωση με μεγάλη επιρροή, τότε ένα πιο δημόσιο call out θα ήταν πιο αποτελεσματικό. Επιπλέον, αν κάποιος μιλάει για διαφορά δεν σημαίνει απαραίτητα ότι μιλάει για απόρριψη, αν διαφωνεί ή αν δεν γνωρίζει έννοιες όπως ικανοτισμός ή θηλυκοποίηση της φροντίδας δεν σημαίνει απαραίτητα ότι κάνει hate speech. Τέλος, είναι σημαντικό να επιμείνουμε στην αξία της διαθεματικότητας σαν πολύτιμο εργαλείο σκέψης. Η εμπειρία της καταπίεσης δεν είναι ίδια για όλους και αυτό πρέπει να το θυμόμαστε πάντα, καθώς εδώ μιλάμε για την πολλαπλότητα των ταυτοτήτων και για τη δράση/αντίδρασή τους στις δομικές λειτουργίες της μη συμπερίληψης.Επομένως, η κατηγορία ότι με την κουλτούρα ακύρωσης προωθείται η πολιτική ορθότητα ως φίμωση της ελευθερίας του λόγου είναι μια απλούστευση του αρχικού πολιτικού εργαλείου των κοινοτήτων που αμύνονται σε συστημικές επιθέσεις από φορείς της αντιδραστικότητας, οι οποίοι επιθυμούν να επιβάλλονται στο δημόσιο λόγο χωρίς κυρώσεις παριστάνοντας τους αμυνόμενους σε οποιαδήποτε απόπειρα ρύθμισης των κανόνων.
Ο κ. Χαράλαμπος Σωφρονίου κατέχει διδακτορικό τίτλο στις Σπουδές Φύλου (Phd in Gender Studies) από το Πανεπιστήμιο του Νότινγκαμ (University of Nottingham), Η.Β.