Του Λάρκου Λάρκου
Στις 14 Σεπτεμβρίου 1999 έφυγε από τη ζωή ο Γιάννος Κρανιδιώτης. Η πολιτική του δράση σφράγισε την ιστορική εξέλιξη της νήσου. Ο Γ. Κρανιδιώτης έγραψε: «Η Ευρωπαϊκή επιλογή στοχεύει κυρίως να διευκολύνει την πολιτική λύση του Κυπριακού. Η Ε.Ε. θα λειτουργήσει υπέρ των δύο κοινοτήτων –και της τ/κ και της ε/κ– και θα αποτελέσει εγγύηση και ασφάλεια για τη συμβίωση μεταξύ τους». Με τη συστηματικότητα που τον διέκρινε, διαμόρφωσε σταθερές θέσεις και σε άλλα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής: 1) Εξ αρχής υποστηρικτής της σύνθετης ονομασίας για το κράτος των Σκοπίων-όπως «Άνω Μακεδονία ή Βόρεια Μακεδονία», 2) Στήριζε ΜΟΕ στο Αιγαίο ως μια πρακτική που μπορούσε να οικοδομήσει την αναγκαία συνεννόηση με την Άγκυρα για προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, 3) ο «Διάλογος της Βουλιαγμένης» έφερε κοντά Ισραηλινούς και Παλαιστίνιους κοινοβουλευτικούς. Στοιχεία που χαρακτήριζαν τη διπλωματική του δράση: Ο Γιάννος Κρανιδιώτης υπήρξε κατ’ εξοχήν «βενιζελικός» πολιτικός. Οικοδομούσε ισορροπίες συμφερόντων, ώστε μέσα από τις διασυνδέσεις να πηγαίνει μπροστά ένας στρατηγικός στόχος. Μπορούσε να συνεκτιμήσει προτεραιότητες σε σχέση με το διεθνές περιβάλλον, να δημιουργήσει επωφελείς συσχετισμούς και εν τέλει να επιτύχει στόχους της εξωτερικής πολιτικής.
Έγραψε: «Η Κύπρος να αναδειχθεί σε χώρο ειρήνης, σταθερότητας και συνεργασίας στην περιοχή». Πώς προωθείται η εξωτερική πολιτική; Έγραψε: «Οι στρατηγικοί στόχοι δεν προωθούνται με ρητορική, βερμπαλισμούς και αφορισμούς. Η εσωστρέφεια, η αυτάρεσκη περιχαράκωση οδηγούν σε απομονωτισμό. Απαιτείται συνεχής παρακολούθηση, αντιμετώπιση των θεμάτων, πρωτοβουλίες και πρόγραμμα», 20/9/1997.
Έδινε μεγάλη σημασία στην εξωστρεφή δραστηριότητα, στην προσωπική επικοινωνία, θεωρούσε ότι η άμεση επαφή με τους πολιτικούς ή τους διπλωμάτες, υπηρετούσε έναν στόχο. Έγραψε: «Η εξωστρεφής αντίληψη της διεθνούς πολιτικής είναι αυτή που οδηγεί στην ενίσχυση της διεθνούς θέσης της χώρας. Δημιουργεί συμμαχίες, ταύτιση συμφερόντων και επιτρέπει πιο αποτελεσματικά και αξιόπιστα την προώθηση των στόχων της εξωτερικής πολιτικής», 22/4/ 1998. Με τις γνώσεις, τη μεθοδικότητα και τη διορατικότητά του σχημάτισε μια δική του διπλωματική σχολή, αυτήν που ονομάζω «σχολή της διπλωματίας των διασυνδέσεων». Ο ορισμός της: Πρόβλεψη των εξελίξεων, οικοδόμηση ενός πακέτου από ευρύτερα συμφέροντα, συμμαχίες με αξιοποίηση του κοινοτικού τρόπου σκέψης, λύσεις με κέρδη για περισσότερους του ενός παίκτες.
Έγραψε: «Αν η Κύπρος ενταχθεί στην Ε.Ε., η κοινοτική νομική παράδοση, θα εφαρμοστεί και στο νησί. Και ένας αριθμός από σημαντικά θέματα και διαστάσεις του Κυπριακού θα μπορούσαν να ρυθμιστούν σύμφωνα με αυτές τις πρόνοιες –δημοκρατία, ελευθερία, ελευθερία διακίνησης, σεβασμός στα ανθρώπινα δικαιώματα και ελευθερίες, σεβασμός στην πολιτιστική ταυτότητα και παράδοση κάθε κοινότητας».
Τρία παραδείγματα: 1) Μεσογειακή πολιτική της Ε.Ε. με αντάλλαγμα το ξεπάγωμα της ενταξιακής πορείας της Κύπρου. Το 1987 μετά από δέκα χρόνια καθυστέρησης, τέθηκε σε εφαρμογή η Τελωνειακή Ένωση Κύπρου-ΕΟΚ, 1 Ιανουαρίου 1988. Έγραψε: «Η Ελλάδα συνέδεσε την υιοθέτηση της ΤΕ Κύπρου-ΕΟΚ με τη μεσογειακή πολιτική της Κοινότητας. Η Ελλάδα κατέστησε σαφές στους εταίρους της ότι δεν θα μπορούσε να δώσει τη συγκατάθεσή της στη μεσογειακή πολιτική, εκτός και αν θα προχωρούσε η ΤΕ Κύπρου-ΕΟΚ». 2) Τελωνειακή Ένωση Τουρκίας-ΕΟΚ με αντάλλαγμα τον καθορισμό χρονοδιαγράμματος για έναρξη ενταξιακών για την Κύπρο. Έγραψε: «Η Ελλάδα θεωρεί ότι η ΤΕ με την Τουρκία συνιστά ένα ποιοτικό βήμα μπροστά στις σχέσεις Τουρκίας-Ε.Ε., και έχει σημαντικό πολιτικό χαρακτήρα. Ωστόσο, η Ελλάδα δεν θα συμφωνήσει στην ΤΕ με την Τουρκία, εκτός και αν πάρει σε αντάλλαγμα κάτι στην Κύπρο...». 3) Η Τουρκία υποψήφιο μέλος της Ε.Ε. με αντάλλαγμα την απρόσκοπτη ένταξη για την Κύπρο. Έγραψε: «Εάν τα μέλη της Ε.Ε. επιθυμούν να προσφέρουν στην Τουρκία κανονική υποψηφιότητα, ενδεχομένως στη Σύνοδο Κορυφής τον προσεχή Δεκέμβριο (1999), τότε η Ελλάδα μπορεί να το αποδεχθεί αυτό κάτω από δύο προϋποθέσεις. Πρώτα, εγγυήσεις ότι η ένταξη της Κύπρου θα προχωρήσει απρόσκοπτα, χωρίς η λύση στο κυπριακό να είναι προϋπόθεση και δεύτερο δημόσια δήλωση αλληλεγγύης από την Ε.Ε. στο Αιγαίο».
Στις 11 Δεκεμβρίου 1999 (Σύνοδος Κορυφής, Ελσίνκι), ο Κ. Σημίτης πέτυχε τη μεγαλύτερη διπλωματική νίκη της Κύπρου μετά την εισβολή του 1974, δουλεύοντας πάνω στην εισήγηση Κρανιδιώτη.
Ποιο ήταν το σχέδιό του ώστε η Ε.Ε. να γίνει καταλύτης της λύσης;
Έγραψε:
● «Διορισμός Συντονιστή για το κυπριακό ζήτημα.
● Μέτρα και προγράμματα που να καλλιεργούν τη συνεργασία Ε/κ και Τ/κ μέσα στο ευρωπαϊκό πλαίσιο.
● Ευρωπαϊκή διάσκεψη για το Κυπριακό.
Ευρωπαϊκό σχέδιο για την επίλυση του Κυπριακού που θα λαμβάνει υπόψιν το κεκτημένο και την προοπτική της ένταξης».
Η πολιτική του φυσιογνωμία εκφραζόταν με χαμηλούς τόνους, με τεκμηρίωση, με ορθολογισμό. Ήταν σταθερά ενάντια στη δημαγωγία και τις αμετροεπείς εκφράσεις. Ως σοσιαλιστής υποστήριξε σε διεθνή φόρα την ιδέα ενός «Συμβουλίου Αλληλεγγύης» με τις αναπτυσσόμενες χώρες με δύο στόχους. Έγραψε: «Δημοκρατία και οικοδόμηση της ειρήνης, καταπολέμηση της φτώχειας».
Πολιτικός με πολύ καλή σχέση με τα γράμματα και τον πολιτισμό. Συγγραφέας βιβλίων, ερασιτέχνης ζωγράφος, μέτοχος μιας επικοινωνίας με κορυφαίους των γραμμάτων.
Ένα σημαντικό μήνυμα του Γιάννου Κρανιδώτη, για όλους τους Κυπρίους. Έγραψε: «Η διχοτόμηση είναι η χειρότερη δυνατή εξέλιξη στο Κυπριακό. Μια τέτοια εξέλιξη θα δημιουργήσει μια εκρηκτική κατάσταση στο νησί, θα υπάρχει ένα σύνορο εύθραυστο, εκατοντάδων χιλιομέτρων στην Κύπρο μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας ή μεταξύ δύο ανεξάρτητων κρατών, το οποίο θα είναι επικίνδυνο και εστία σύγκρουσης, μια αντιπαράθεση που θα διαιωνίζεται, αποσταθεροποιητικός παράγοντας για όλη την ευρύτερη περιοχή. Στην περίπτωση αυτή ο κυπριακός ελληνισμός πραγματικά θα κινδυνεύει, θα νομιμοποιηθεί η τουρκική εισβολή και κατοχή. Μια τέτοια εξέλιξη αντιστρατεύεται τις αρχές πάνω στις οποίες έχει οικοδομηθεί η μεταπολεμική και μεταψυχροπολεμική Ευρώπη…» (1997).