Του Απόστολου Κουρουπάκη
Πέρασαν 64 χρόνια από το 1960, οπότε και η Κύπρος έγινε ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος. Ο Αγώνας της ΕΟΚΑ του 1955-1959 έδωσε στην Κύπρο το δικό της διαβατήριο για την πορεία της στα παγκόσμια πράγματα και φυσικά άνοιξε ένα νέο κεφάλαιο σε αυτό που σχεδόν μηχανικά ονομάζουμε Κυπριακό. Η Κυπριακή Δημοκρατία έζησε ως ενιαίο κράτος για τρία μόνο χρόνια, τα πρώτα, τρόπον τινά, χρόνια της ήταν ανέφελα, οι δύο μεγαλύτερες κοινότητες του νησιού, η Ελληνική Κυπριακή Κοινότητα και η Τουρκική Κυπριακή Κοινότητα, έπρεπε πλέον να συν-διοικήσουν, να συνεργαστούν για το καλό ολόκληρης της Κύπρου.
Μετά από τρία χρόνια, όμως, η συν-διοίκηση αποδεικνύεται χίμαιρα, ουτοπία, πολιτικώς αδύνατη. Ακόμα και το πιστοποιητικό γέννησής της άλλαξε, από την 16η Αυγούστου μεταφέρθηκε την 1η Οκτωβρίου, το 1963, με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου. Συγκεκριμένα στις 11 Ιουλίου 1963 πάρθηκε η απόφαση υπ’ αριθμόν 9 του Υπουργικού Συμβουλίου. Διαβάζουμε στο σχετικό σημείωμα: «Κατά την σημερινήν αυτού συνεδρίαν [σ.σ. Υπουργικού Συμβουλίου] υπό την προεδρίαν της Α.Μ. του Προέδρου της Δημοκρατίας Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, το Υπουργικόν Συμβούλιον, μεταξύ άλλων, 1. Ώρισεν ως ημέραν αργίας και εορτασμού της Ανεξαρτησίας την 1ην Οκτωβρίου αντί της 16ης Αυγούστου. […]». Η είδηση αυτή έπαιξε στα ψιλά των εφημερίδων, στη «Μάχη» της 12ης Ιουλίου 1963, στη σελίδα 6, αφιερώνεται ένα μονόστηλο: «Ο ΕΟΡΤΑΣΜΟΣ της Ανεξαρτησίας την 1ην Οκτωβρίου: […] μεταξύ άλλων, ώρισεν ως ημέραν αργίας και εορτασμού της Ανεξαρτησίας την 1ην Οκτωβρίου αντί της 16ης Αυγούστου», δηλαδή αναπαράγει το ανακοινωθέν του Υπουργικού Συμβουλίου, όπως κάνει και η «Χαραυγή» της ίδιας μέρας, επίσης στη σελίδα 6 της εφημερίδας.
Φυσικά, δεν πέρασε απαρατήρητη από τις παραπολιτικές στήλες των εφημερίδων η μετάθεση: Διαβάζουμε στην εφημερίδα «Εθνική», στις 14 Ιουλίου 1963: «Ας μεταθέσωμεν επί τέλους την ημέραν της Ζυριχικής μας Παλιγγενεσίας από την 16ην Αυγούστου προς την 1ην Οκτωβρίου! Ούτω εσκέφθη και ούτως έπραξε το… έξυπνον Υπουργικόν μας Συμβούλιον. Τουλάχιστον κατά την 1ην Οκτωβρίου θα έχωμεν μαθητάς να μανδρίζωμεν και καθηγητάς να διατάσσωμεν όπως δίδουν το πρόσταγμα. Αλλά τι τέλος πάντων θα εορτάζουν οι αθεόφοβοι. Τουλάχιστον να μετετίθοντο οι εορτασμοί κατά την 31ην Δεκεμβρίου ή την 15ην Ιουλίου κάτι θα είχαμεν να εορτάσωμεν. Εις μεν την πρώτην περίπτωσην θα εορτάζαμεν την κατάργησιν των Δήμων, εις δε την δευτέραν την απορφάνωσιν του Συνταγματικού μας Δικαστηρίου».
Στη «Ελευθερία» της 13ης Ιουλίου 1963, διαβάζουμε: «ΕΦ’ ΟΣΟΝ δεν εθεωρήθη κατάλληλος η 1η Αυγούστου προς εορτασμόν της ανεξαρτησίας της Κύπρου δεν ήτο ποσώς ανάγκη να μετατεθή υπό του Υπουργικού Συμβουλίου ο εορτασμός εις την 1ην Οκτωβριου. Εις ολιγώτερος εορτασμός και μια ολιγωτέρα αργία δεν θα έβλαπτον καθόλου εν μέσω όλων των άλλων πολλών εορτών και πανηγύρεων, εις τας οποίας επιδίδεται από τινών ετών ο Κυπριακός λαός. Πάντως, όσον και αν οι επίσημοι επιθυμούν να τηρούν και να εορτάζουν την «ανεξαρτησίαν» της Κύπρου – έστω και διά μόνον τον λόγον ότι άλλοι απελευθερωθέντες λαοί την εορτάζουν – ο Ελληνικός Κυπριακός λαός ουδόλως εκδηλοί τοιαυτην επιθυμίαν, όπως απεδείχθη κατά προγενέστερα έτη τοιούτων εορτασμών, ότε παρέμεινε τελείως αδιάφορος. Υφίστανται, πράγματι, σοβαροί ψυχολογικοί λόγοι, διά τους οποίους ο Ελληνικός Κυπριακός λαός προσβλέπει προς τοιούτους εορτασμούς μετά σκεπτικισμού και αδιαφορίας. Και την διάθεσιν ταύτην του λαού δεν είναι δυνατόν να μετατρέψη η Κυβέρνησις, αδιαφόρως προς την τήρησιν μιας συνηθείας, η οποία επικρατεί
εις άλλας χώρας. Συνεπώς, η μη συμμετοχή του λαού εις εορτασμούς αποτελεί μάλλον αποδοκιμασίαν των επισήμως τελουμένων και συνετώτερον θα ήτο να απεφεύγοντο».
Από τις παραπάνω δύο δημοσιεύσεις βλέπουμε ότι η μετάθεση της αργίας και των εορτασμών προκαλούσε ανάμεικτα συναισθήματα... Και αυτό γενικώς το συναίσθημα φαίνεται στον ελληνικό κυπριακό Τύπο της εποχής, όπου αν εξαιρέσουμε το 1963, πρώτη χρονιά που η Ανεξαρτησία της Κύπρου εορτάστηκε την 1η Οκτωβρίου, στα επόμενα χρόνια ελάχιστα τιμήθηκε η Ανεξαρτησία.
Ακύρωση της αργίας
Μάλιστα, το 1964 δεν εορτάστηκε με κυβερνητική απόφαση η 1η Οκτωβρίου ως αργία, ούτε και τηρήθηκε τραπεζική αργία. Η ΣΕΚ σε ανακοίνωσή της στις εφημερίδες σημείωνε πως η 1η Οκτωβρίου δεν θα εορταστεί ως ημέρα της Ανεξαρτησίας, συμφωνώντας με την ακύρωση και τόνιζε πως θα προχωρήσει στη διευθέτηση το θέμα μη απώλειας της αργίας για όσους εργαζόμενους είχαν διά συμβάσεων κερδίσει εκείνη την ημέρα ως αργία. Όσο για την τραπεζική αργία, αυτή δεν τηρήθηκε, μιας και είχε τηρηθεί στις 18 Σεπτεμβρίου, οπότε και τελέστηκαν στη μητρόπολη Αθηνών οι βασιλικοί γάμοι του Κωνσταντίνου και της Αννας Μαρίας.
Ελλάσον ζήτημα η Ανεξαρτησία...
Έχει τη σημασία του ότι στις εφημερίδες της εποχής φαίνεται πως ακόμα και όταν η Ανεξαρτησία εορταζόταν δεν αποτελούσε ιδιαίτερο ή σημαίνον γεγονός. Ενδεικτικό το μονόστηλο της εφημερίδας «Πατρίς» της 2ας Οκτωβρίου 1965: «Χθες ήτο η επέτειος της Κυπριακής «Δημοκρατίας». Μεταξύ άλλων και ο Αυτοκράτωρ της Ιαπωνίας, συμφώνως προς τηλεγράφημα του Ρέουτερ, ενεθυμήθη την ημέραν και απέστειλε θερμά συγχαρητήρια προς τον Πρόεδρον της Κυπριακής Κυβερνήσεως», απλώς ένα μονόστηλο, με τη λέξη Δημοκρατία, εντός εισαγωγικών... Αυτό από μόνο του είναι μια δήλωση.
Σποραδικώς στα επόμενα χρόνια συναντάμε σχετικά δημοσιεύματα για τους εορτασμούς ή μη της 1ης Οκτωβρίου. Το 1967 διαβάζουμε: «Είναι εισέτι άγνωστον πόσοι των ξένων αρχηγών κρατών ενεθυμήθησαν ή εθεώρησαν σκόπιμον να συγχαρούν τον Πρόεδρον Μακαριον επ’ ευκαιρία τής «ημέρας της ανεξαρτησίας της Κυπριακής ∆ημοκρατίας», η οποία, ως υπάρχουν πληροφορίαι «εορτάζεται» την 1ην Οκτωβρίου. Πιστεύεται όμως ότι άπαντες οι αρχηγοί των κομμουνιστικών κρατών δεν ημέλησαν να εκφράσουν τας «ευχάς των» διά μακροημέρευσιν της «ανεξαρτήτου» Κύπρου, υπέρ της οποίας τόσον κόπτονται. Δηκτικό το δημοσίευμα της «Πατρίδος», το οποίο πληροφορεί, φυσικά με δόση ειρωνίας πως ο Πρόεδρος της Ανατολικής Γερμανίας Βάλτερ Ούλμπριχτ δεν λησμόνησε να πράξει το καθήκον του και έστειλε τηλεγράφημα στον Πρόεδρο Μακάριο.
Μέχρι και το 1974 η 1η Οκτωβρίου δεν εορτάστηκε ξανά, είχε καθιερωθεί, αλλά σύντομα και για δέκα και πλέον χρόνια οι κορδέλες και τα άλλα διάσημα των επισήμων μένουν στα συρτάρια. Σποραδικά τηλεγραφήματα αρχηγών κρατών, όπως αυτό του στρατάρχη Τίτο το 1974, του προέδρου των ΗΠΑ, και του γ.γ. της Σοβιετικής Ένωσης και άλλων, τα επόμενα έτη, δείχνουν απλώς την αμηχανία που ακόμη επικρατεί στην Κύπρο, αμηχανία που έχει ενταθεί μετά και τα τραγικά γεγονότα του καλοκαιριού του 1974. Οι εορτασμοί επιστρέφουν επί προεδρίας Σπύρου Κυπριανού, το 1977. Τα πράγματα έχουν αλλάξει, σε κάθε επίπεδο και σταδιακά η εορτή καθιερώνεται. Ενδεικτικό το άρθρο του «Φιλελεύθερου» στη στήλη «Φιλελεύθερα»:
ΣΗΜΕΡΑ είναι η 1η του Οκτώβρη. Ποια είναι η μέρα αυτή για την Κύπρο; Δυστυχώς λίγοι τη θυμούνται. Λίγοι έχουμε συνειδητοποιήσει πως η 1η του Οκτώβρη είναι η επίσημα διεθνώς αναγνωρισμένη μέρα της κυπριακής Ανεξαρτησίας. Ως τώρα μας τη θύμιζαν άλλοι. [...] Τώρα πού ακούσαμε στην κηδεία του Μεγάλου μας Ηγέτη Μακαρίου τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Τσάτσο να μιλά για την κρατική μας οντότητα και να μας νουθετεί να εργαστούμε για να την προφυλάξουμε και να τη στερεώσουμε, αντιλαμβανόμαστε βαθύτερα πόση μεγάλη σημασία έχει το κράτος μας, η Κυπριακή Δημοκρατία. [...] Τιμούμε τη σημερινή μέρα, μέρα της Κύπρου, όπως την τιμούν και όλοι εκείνοι πού στέκονται συμπαραστάτες στον αγώνα μας για την επιβίωση και τη δικαίωση του λαού μας».
Μεγάλο ενδιαφέρον έχει και η διαφήμιση του Νεοκυπριακού Συνδέσμου: «ΚΥΠΡΙΕ: Θυμάσαι ότι σήμερα | 1η ΤΟΥ ΟΚΤΩΒΡΗ | είναι η ήμερα της Κυπριακής Ανεξαρτησίας | η Γιορτή του Κράτους σου;».
Σχολική αργία
Σχολική αργία γίνεται το 1979, επί υπουργίας Χρυσόστομου Σοφιανού. Στην εγκύκλιο της 26ης Σεπτεμβρίου 1979 αναφέρεται πως πρέπει να υπογραμμιστεί με «ιδιαίτερη έμφαση ότι στις κρίσιμες στιγμές που περνά ο τόπος και στον πολύμορφο αγώνα που διεξάγει η Κυβέρνηση σ’ όλα τα επίπεδα κι απ’ όλα τα διεθνή βήματα [...] επιβάλλεται η περιφρούρηση και ενίσχυση της κρατικής οντότητας της Κύπρου [...]». Μάλιστα, στην εν λόγω εγκύκλιο τονίζεται πως «με κανένα τρόπο δεν επιτρέπεται, ούτε θα γίνει ανεκτή η υπονόμευση των φορέων, συμβόλων και θεσμών της κρατικής εξουσίας, όπως εγίνετο συστηματικά στο παρελθόν, που με διάφορα προσχήματα επιχειρήθηκε μια σκόπιμη σύγχυση εννοιών (όπως κράτος-έθνος) με αποτέλεσμα την τραγική εμπειρία του προδοτικού πραξικοπήματος του 1974 και την εισβολή του Αττίλα».
Από τα παραπάνω γίνεται ξεκάθαρο ότι όπως και το ίδιο το Κυπριακό, και οι γιορτές του έχουν τη δική τους περιπέτεια και πώς από απλά εισαγωγικά ή λέξεις αιχμηρές διαφαίνεται μια σιωπηρή ιστορία της ίδιας της Κύπρου και των πόλων της.
64 χρόνια μετά, ας τηρήσουμε αυτό που σημειώνει και ο Χρυσόστομος Σοφιανός στην εγκύκλιό του: «Περιφρούρηση και ενίσχυση της κρατικής οντότητας της Κύπρου».