Του Ανδρέα Χατζηκυριάκου
Τον Σεπτέμβριο του 1966 ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος και ο βασιλιάς Κωνσταντίνος συναντήθηκαν στο όρος Σινά, στον εορτασμό των 1.400 χρόνων από την ίδρυση της μονής της Αγίας Αικατερίνης. Ήταν ένα ταξίδι που, επικοινωνιακά τουλάχιστον, σφράγισε την προσωπική τους σχέση, αλλά από τις μεταγενέστερες αφηγήσεις των δύο, διαφαίνεται ότι μεταξύ των δύο υπέβοσκε ένας ανταγωνισμός, που πήγαζε από τους δύο διαφορετικούς κόσμους από τους οποίους προέρχονταν. Ήταν ένας ανταγωνισμός μεταξύ μιας φτασμένης και αυτόφωτης πολιτικής προσωπικότητας και μιας ετερόφωτης και άπειρης, η οποία όμως επιχειρούσε αγωνιωδώς να εμφανίζεται πολιτικά πιο μεστωμένη. Η σημαντική διαφορά ηλικίας επίσης έπαιζε ρόλο στη μεταξύ τους σχέση. Ο 53χρόνος Μακάριος επεδίωκε να εμφανίζεται εξίσου –αν όχι και περισσότερο– ακμαίος από τον Κωνσταντίνο, ο οποίος στον τομέα του αθλητισμού πέτυχε πολύ περισσότερα από την πολιτική.
Αυτό που μοιράζονταν οι δύο ήταν μια υπερμεγέθη αυτοεκτίμηση. «Είμαι ο πρώτος βασιλιάς που έρχεται εδώ μετά τον [αυτοκράτορα] Ιουστινιανό που το έχτισε», είπε κάποια στιγμή ο Κωνσταντίνος στον Μακάριο, ενώ, σύμφωνα με τις περιγραφές που είτε ο ίδιος ο Κύπριος ιεράρχης, είτε το περιβάλλον του έκανε, ήταν «ο επισημότερος προσκεκλημένος του Μοναστηριού. Δεύτερος στον κατάλογο των επισήμων, ήταν ο βασιλέας των Ελλήνων Κωνσταντίνος».
Πατριάρχης
Σύμφωνα με τις περιγραφές του ίδιου του Κωνσταντίνου «κάποια στιγμή ο Μακάριος μού ζήτησε να μιλήσουμε ιδιαιτέρως.
- Μεγαλειότατε, να τα πούμε λίγο;
- Βεβαίως.
- Κοιτάξτε να δείτε, εγώ πρέπει να φύγω από την Κύπρο.
Κεραυνός εν αιθρία.
- Με συγχωρείτε, αλλά πού θα πάτε;
- Δεν ξέρω, αλλά πρέπει να φύγω. Ή θα πεθάνω ή πρέπει να φύγω. Λύσις του Κυπριακού με εμένα δεν υπάρχει και τώρα νομίζω ότι είναι μια καλή ευκαιρία.
- Και ποια είναι αυτή η ευκαιρία;
- Πέθανε ο πατριάρχης και θα πρέπει να εκλεγεί καινούργιος, οπότε σκεφτόμουν μήπως μεσολαβούσατε εσείς στον Νάσερ να με υποστηρίξει να γίνω εγώ ο επόμενος πατριάρχης Αλεξανδρείας.
Σύμφωνα με τον αιγυπτιακό νόμο, ο πατριάρχης εκλέγεται από τους λαϊκούς και τους κληρικούς, πάντα όμως με τη σύμφωνη γνώμη της κυβέρνησης. Δεν πίστευα στ’ αυτιά μου. Μα ήταν δυνατόν; Το έλεγε σοβαρά; Ο Μακάριος να μου ζητάει να εγκαταλείψει την Κύπρο για να γίνει πατριάρχης Αλεξανδρείας στη χώρα του Νάσερ! Του απάντησα:
- Μακαριότατε, με συγχωρείτε που θα σας τα πω ωμά…
- Όπως πάντα, μεγαλειότατε!
- Σας ξέρω πάρα πολύ καλά. Αυτή τη στιγμή αντιπροσωπεύω το ελληνικό έθνος. Δεν επιτρέπεται να πάω να μιλήσω στον Νάσερ, να τον πείσω και ύστερα από λίγο να έλθετε να μου πείτε ‘Άλλαξα γνώμη’. Αυτά δεν γίνονται. Θα είμαστε εδώ τρεις ημέρες. Θα περάσουμε καλά, θα το σκεφθείτε και αν μου πείτε στο τέλος ‘Το θέλω!’, εγώ θα το κάνω και να είστε σίγουρος πως ο Νάσερ θα το δεχτεί».
Αλλαξε γνώμη
Δεν φαίνεται να έγινε άλλη συζήτηση για το θέμα όσο οι δύο βρίσκονταν στο Σινά. Επέστρεψαν μαζί στο Κάιρο, με το ελικόπτερο του Νάσερ. Όταν έφτασαν, λίγο προτού κατεβούν από το ελικόπτερο «νιώθω ξαφνικά ένα χέρι να πιάνει τον καρπό μου. Γυρίζω σαστισμένος και βλέπω τον Μακάριο να με κοιτάζει και να μου λέει: ‘Άλλαξα γνώμη… Δεν θέλω να μιλήσετε’. Κατάλαβα ότι μιλάει για το ζήτημα του Πατριαρχείου». Δεν εντοπίστηκε οποιαδήποτε άλλη αναφορά που να επιβεβαιώνει το περιστατικό όπως το περιγράφει ο Κωνσταντίνος. Ο θρόνος του πατριάρχη Αλεξάνδρειας έμεινε κενός από το 1966 μέχρι το 1968.
Βουνό του Μωυσή
Ο ανταγωνισμός μεταξύ των δύο είναι εξόφθαλμος στις περιγραφές για την ανάβαση και την κατάβασή τους από το βουνό του Μωυσή, το οποίο βρίσκεται πάνω από το μοναστήρι, σε ύψος 2.285 μέτρων. Εκεί, στην άγρια, πανέμορφη, αυστηρή και επικίνδυνη κορυφή, σύμφωνα με τη βιβλική αφήγηση, παρέλαβε τις Δέκα Εντολές από τον Θεό ο Μωυσής. Οι περιγραφές του Κωνσταντίνου περιλαμβάνονται στην αυτοβιογραφία του. Του Μακαρίου είναι μέρος της βιογραφίας που έγραψε ο Άντρος Παυλίδης, η οποία στηρίζεται σε διηγήσεις του ίδιου του ιεράρχη και του στενού του κύκλου, είναι ιδιαίτερα θετική και σε κανένα σημείο δεν περιλαμβάνει την παραμικρή κριτική προσέγγιση.
Οι αναμνήσεις των δύο είναι αντιφατικές ως προς την ανάβαση στο βουνό. Ο βασιλιάς θυμόταν ότι «ανεβήκαμε με καμήλες. Το θέαμα από την κορυφή ήταν μαγευτικό. Βλέπεις από τη μία μεριά το Εϊλάτ του Ισραήλ και από την άλλη την Άκαμπα της Ιορδανίας. Υπό κανονικές συνθήκες εκεί επικρατεί μια απίστευτη ησυχία και ηρεμία. Όταν όμως πήγαμε εμείς, μιλούσαν οι ιερείς, μιλούσαν οι ντόπιοι οδηγοί, μιλούσαν οι δημοσιογράφοι. Εκεί που θα έπρεπε να βασιλεύει η περισυλλογή επικρατούσε πανδαιμόνιο. Ήταν όμως τέτοια η επιθυμία μου να απολαύσω για δύο λεπτά την ηρεμία εκείνου του τόπου και τόση η οχλαγωγία, που εντελώς αυθόρμητα φώναξα «Why don’t you all shut up?» (Γιατί δεν σκάτε όλοι!). Σώπασαν… Η ησυχία στο μέρος εκείνο έγινε με μιας τόσο δυνατή που την αισθανόσουν μέσα σου. ″Ίσως γι’ αυτό τόσοι άγιοι άνθρωποι βγήκαν από την έρημο″ σκέφτηκα».
Η άλλη εκδοχή
Αυτή ήταν η κατά Κωνσταντίνο Ανάβασις. Ο Μακάριος θυμόταν αλλιώς τα πράγματα και σίγουρα σ’ αυτά δεν υπήρχαν καμήλες. «Μετά τη λειτουργία, ο Μακάριος πλησίασε τον βασιλέα Κωνσταντίνο και του έδειξε την κορυφή του Μωυσή.
- Λοιπόν, μεγαλειότατε;
- Τι;
- Δεν θ’ ανεβούμε;
- Εκεί πάνω;
- Μα βέβαια!».
Σύμφωνα με τον βιογράφο του, «ο Μακάριος, μόλις αντίκρυσε το πανύψηλο και κατάξερο αλλά μεγαλοπρεπές βουνό, είχε αισθανθεί την επιθυμία να πατήσει στην κορυφή του. Είναι η επιθυμία που αισθάνεται ο πραγματικός λάτρης της φύσης, ο θαυμαστής της ομορφιάς και ο αληθινός φίλος των βουνών. Μα στην περίπτωση αυτή ήταν και κάτι άλλο. Ήταν σαν τάμα το ν’ ανέβει μέχρι την κορυφή του Θεοβάδιστου Όρους.
Ο βασιλέας χαμογέλασε και είπε:
- Μακαριώτατε, ξέρετε το υψόμετρο του βουνού αυτού;
- Το ξέρω.
- Και θα προσπαθήσετε ν’ ανεβείτε μέχρις εκεί;
- Μαζί θ’ ανέβουμε.
- Αλλά βλέπετε πως δεν υπάρχει κανένας δρόμος.
Μονάχα ένα άσχημο μονοπάτι…
- Ωραία. Θ’ αναρριχηθούμε.
- Αλλά είναι δύσκολο.
Ήταν η σειρά του αρχιεπισκόπου να χαμογελάσει:
- Μεγαλειότατε, αντιλαμβάνομαι πως στο μυαλό σου στριφογυρίζει η σκέψις αν εγώ είμαι ή όχι εις θέσιν να σκαρφαλώσω μέχρις εκεί πάνω.
- Αλλά…
- Σε προκαλώ όμως: Θ’ ανέβουμε και θα κατέβουμε μαζί. Κι οποίος φθάσει πρώτος…
Ο βασιλέας βέβαια ήταν πολύ πιο νέος από τον αρχιεπίσκοπο, ήταν αθλητικός, έκανε πολύ συχνά σπορ και είχε υποστεί μια καλή εκπαίδευση. Γέλασε.
- Ελπίζετε πως θα κερδίσετε;
- Θα δούμε. Λοιπόν;
- Δεκτός.
- Ξεκινούμε τότε…
Ξεκίνησαν. Μερικοί άλλοι τους ακολούθησαν, μα γρήγορα έμειναν πίσω. Η ανάβαση ήταν πραγματικά πάρα πολύ δύσκολη και κοπιαστική. Ο Κωνσταντίνος ήταν πολύ γερός στην πεζοπορία και στην αναρρίχηση, μα σύντομα είδε με έκπληξη πως ο αρχιεπίσκοπος –που ήταν πια 53 χρονών– ήταν σε θέση να τον συναγωνιστεί.
Ανέβαιναν, διαβαίνοντας μέσα από βράχους και ανοίγματα, μέσα στα φαράγγια και δίπλα από γκρεμούς. Ύστερα από πραγματικό μόχθο, κατόρθωσαν να φτάσουν μαζί στην κορυφή. Κάθισαν στον βράχο να ξαποστάσουν, περιμένοντας και τους υπόλοιπους που σκαρφάλωναν, να φτάσουν ως εκεί ψηλά».
Η κατάβαση
Αυτά που οι μακαριακές περιγραφές αποδίδουν στην ανάβαση, ο Κωνσταντίνος τα θυμάται στην κατάβαση. «Αφού μείναμε κάποια λεπτά στην κορυφή, αρχίσαμε να κατεβαίνουμε. Με έκπληξη είδα ότι ο Μακάριος άρχισε να τρέχει. Ήθελε να δείξει σε όλους πόσο γρήγορος είναι και ότι ‘ως γιος τσοπάνη’, όπως έλεγε ότι είναι, ήξερε να κατεβαίνει τις πλαγιές. Φοβήθηκα ότι θα έπεφτε.
- Μακαριότατε, σας παρακαλώ, μην τρέχετε! του φώναξα. Είμαι 26 ετών. Όσο γρήγορα και να πάτε και όσο γιος τσοπάνου και να είστε, δεν πρόκειται να φτάσετε κάτω πριν από εμένα».
Ο βασιλιάς φαίνεται να αποδίδει όλη την ανταγωνιστική διάθεση στον Μακάριο, έστω και αν τον προκαλεί πως, ό,τι και να κάνει «δεν πρόκειται να φτάσετε κάτω πριν από εμένα».
Εχουμε νικητή
Οι δύο περιγραφές συμπίπτουν μόνο στο ότι η κατάβαση έγινε με τα πόδια. Κατά τα άλλα, η μακαριακή ανάμνηση είναι πιο λεπτομερής και στο τέλος αναδεικνύει και νικητή.
«Αφού ξεκουράστηκαν, κι αφού στο μεταξύ ανέβηκαν και δύο-τρεις άλλοι ως πάνω εκεί, ο Μακάριος κι ο Κωνσταντίνος πήραν τον δρόμο της επιστροφής. Η κατάβαση δεν είναι περισσότερο εύκολη, ούτε λιγότερο επικίνδυνη από την ανάβαση. Μα ο Μακάριος προηγήθηκε τώρα και κράτησε τη διαφορά μέχρι το τέρμα. Κέρδισε το στοίχημα από τον Κωνσταντίνο με μικρή διαφορά.
Ο βασιλέας τού έδωσε συγχαρητήρια και σχολίασε.
- Δεν πίστευα πως μπορείτε ν’ αντέξετε τόσο πολύ, μακαριότατε…
Ο αρχιεπίσκοπος απάντησε:
- Μπορεί να πήρες, σαν βασιλέας, μία πρώτης τάξεως εκπαίδευση. Φαίνεται όμως, ότι το να φυλάει κανείς κατσίκια στην Πάφο, είναι ακόμα καλύτερη εκπαίδευση…».
«Ασυνήθιστος παπάς ο Μακάριος»
Ο Κωνσταντίνος πήγε οδικώς από το Κάιρο στο Σινά –μια διαδρομή 12 ωρών– διότι η ελληνική κυβέρνηση δεν είχε εμπιστοσύνη ούτε στο ρωσικό ελικόπτερο, ούτε στον Αιγύπτιο πιλότο που έθεσε στη διάθεσή του ο πρόεδρος της Αιγύπτου Γκαμάλ Άμπντελ Νάσερ. Ο Μακάριος, από την άλλη, δέχθηκε την αιγυπτιακή φιλοξενία και ήταν ήδη στο μοναστήρι όταν έφθασε ο άναξ.
«Φτάσαμε επιτέλους στο όρος Σινά», θυμάται στην αυτοβιογραφία του ο Κωνσταντίνος. «Εκεί μας περίμενε πλήθος ρασοφόρων, μεταξύ αυτών και ο Μακάριος. Ύστερα από ένα τόσο μεγάλο ταξίδι μέσα στην έρημο, ήμουν κάτασπρος από την άμμο. Βλέποντάς με ο Μακάριος σχεδόν τρόμαξε:
- Φαντάζομαι, μεγαλειότατε, ότι θα θέλετε να πάτε στο μπάνιο.
- Ναι, μακαριότατε. Θα ήθελα να πλυθώ λίγο.
- Μην αργήσετε μόνο, γιατί πρέπει να πάμε στη δοξολογία.
Αφού πήγαμε στη δοξολογία, κάλεσα τον Μακάριο στο κελί στο οποίο με φιλοξενούσε η Μονή να τα πούμε λίγο. Και αυτός, όπως και ο γέρος [σ.σ. Γεώργιος Παπανδρέου], ήταν πολύ καλός στην παρέα.
- Μακαριότατε, αύριο που θα γίνει η λειτουργία, θα ήθελα να δώσω ένα δώρο στην κάρα της Αγίας Αικατερίνης.
- Γιατί; με ρώτησε σαν να του έλεγα κάτι εξαιρετικά πρωτοφανές.
- Μα, μακαριότατε, απ’ όσο ξέρω είμαι ο πρώτος βασιλιάς που έρχεται εδώ μετά τον Ιουστινιανό που το έχτισε και θεώρησα ότι είναι υποχρέωσή μου να δώσω ένα δώρο.
- Και τι δώρο είναι αυτό;
- Ένα περιδέραιο με διαμάντια της βασίλισσας Άννας-Μαρίας και ένα σταυρό με διαμάντια. Θα ήθελα να ξέρω πότε να τα δώσω.
- Μπορώ να τα δω;
- Βεβαίως.
Έβγαλα το βελούδινο κουτί από τη βαλίτσα μου και το έδωσα στον Μακάριο. Το άνοιξε με τα μακριά του δάχτυλα και, όπως έβγαλε το περιδέραιο, τα καντήλια που φώτιζαν το δωμάτιο το έκαναν να αστράφτει ακόμη περισσότερο. Εντυπωσιασμένος όπως ήταν, με ρωτάει: ‘Σαν πολύ δεν είναι για μία αγία;’. Ασυνήθιστος παπάς ο Μακάριος…
Την επόμενη ημέρα το παρέδωσα όπως είχα αποφασίσει. Βρίσκεται ακόμη με την κάρα της Αγίας Αικατερίνης και λόγω ενός δικού τους περίεργου πρωτοκόλλου το δείχνουν μόνο σε ορθόδοξους προσκυνητές και επισκέπτες».
Βιβλιογραφία:
Μαλούχος Π. Γεώργιος (συγγραφική αρωγή) «Βασιλεύς Κωνσταντίνος, Χωρίς Τίτλο», Τόμος Β, εκδόσεις Το Βήμα, 2015.
Παυλίδης Άντρος «Μακάριος Γ», Εκδόσεις Χρ. Ανδρέου, 1981.