Του Ανδρέα Χατζηκυριάκου
Στις 28 Μαρτίου 1957 οι Βρετανοί ανακοινώνουν την απελευθέρωση του Μακαρίου και των άλλων εξόριστων από τις Σεϋχέλλες, υπό τον όρο να μην επιστρέψουν στην Κύπρο. Ο Αριστοτέλης Ωνάσης στέλνει το τάνκερ Olympic Thunder να τους παραλάβει και να τους μεταφέρει στη Μαδαγασκάρη (Θρασυβούλου, σελ. 213) απ’ όπου θα ξεκινούσε το μακρύ ταξίδι της επιστροφής στην Ελλάδα. Ο 44χρόνος Αρχιεπίσκοπος έφτασε στην Αθήνα τη Μεγάλη Τετάρτη, 17 Απριλίου, και δεν χρειάστηκε πολύ για να συνειδητοποιήσει το εκτόπισμα και τη δημοφιλία που του είχε προσδώσει η εξορία. Στο αεροδρόμιο τον υποδέχτηκαν ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, υπουργοί και βουλευτές, ενώ επιβαίνοντας μιας ανοικτής, λευκής Κάντιλακ –μοιραζόμενος, για πρώτη και τελευταία φορά, την αίγλη με τον μητροπολίτη Κερύνειας Κυπριανό– οδηγήθηκαν στο κέντρο της Αθήνας. Καθοδόν τους αποθέωνε ο λαός, που στο πρόσωπο του Μακαρίου έβλεπε τον σύγχρονο, φλογερό ιεράρχη που θα έκανε την Ελλάδα ακόμη μεγαλύτερη με την ένωση της Κύπρου. Από τη σουίτα του στο ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετανία, ο Μακάριος απευθύνθηκε σε ένα τεράστιο πλήθος, το μέγεθος του οποίου του επιβεβαίωσε την επίδραση που μπορεί να έχει στην ελληνική πολιτική ζωή.
Έτσι, ξεκινά η περίοδος διαμονής του στην Αθήνα. Αρχικά στο Μεγάλη Βρετανία, αλλά μερικές βδομάδες μετά η ελληνική κυβέρνηση του παραχώρησε μια διώροφη έπαυλη στο Παλαιό Ψυχικό. Στην είσοδο τοποθέτησε φρουρό, όχι τόσο για να προστατεύει αλλά περισσότερο για να επιτηρεί τον απρόβλεπτο φιλοξενούμενό της. Ο Μακάριος είχε φέρει σουβενίρ από τις Σεϋχέλλες, μια χελώνα με μαύρο, γυαλιστερό κέλυφος και μια εξαιρετικά μεγάλη καρύδα, με τα οποία είχε διακοσμήσει τον χώρο όπου υποδεχόταν τους ξένους του, (Times of Cyprus, 15/8/1957). Πέραν της έπαυλης, η ελληνική κυβέρνηση του παραχώρησε την Κάντιλακ για τις μετακινήσεις του και ένα σωματοφύλακα, τον Αθανάσιο Πουλίτσα (αυτοκίνητο και σωματοφύλακας θα τον συνόδευαν δύο χρόνια μετά και στην ανεξάρτητη πλέον Κύπρο και ο Πουλίτσας θα γινόταν η σκιά του μέχρι το 1970, όταν έφυγε νύχτα από το νησί μετά την απόπειρα κατά του Μακαρίου και τη δολοφονία Γιωρκάτζη).
Διετία σύσφιξης
Η διετία 1957-1959 είναι η περίοδος σύσφιξης των σχέσεων Μακαρίου - Βασιλικής οικογένειας. Τρεις μέρες μετά την άφιξή του, το Μεγάλο Σάββατο, 20 Απριλίου, ο Μακάριος έγινε δεκτός σε ακρόαση στα ανάκτορα Τατοΐου από το βασιλικό ζεύγος «όστις παρεκάθησεν εις το Βασιλικόν πρόγευμα» (Ημερολόγιο Φρειδερίκης, σελ. 408). Άρχισε πλέον να προσκαλείται συχνά στα περίφημα βασιλικά προγεύματα και να φιλοξενείται στο θερινό ανάκτορο του Μον Ρεπό, στην Κέρκυρα. Όταν ο βασιλιάς Παύλος αναγορεύθηκε επίτιμος διδάκτορας της Σχολής Πολιτικών Μηχανικών του Μετσόβιου Πολυτεχνείου, ο Μακάριος φιγούραρε στην πρώτη γραμμή των επισήμων. Είχε γίνει κομμάτι του στενού κύκλου του βασιλικού ζεύγους. Γι’ αυτό και κανείς δεν αιφνιδιάστηκε όταν τον είδε στο επίσημο γεύμα που παρατέθηκε στον κήπο των ανακτόρων με αφορμή την ενηλικίωση του διαδόχου Κωνσταντίνου, τον Ιούνιο 1958, όταν του απονεμήθηκε ο βαθμός του αξιωματικού των τριών όπλων και στην τελετή, στην αίθουσα των Τροπαίων των Παλαιών Ανακτόρων, έδωσε τον καθιερωμένο όρκο στον βασιλιά Παύλο.
Ακολούθως η Φρειδερίκη πραγματοποίησε ένα ταξίδι στις ΗΠΑ, που διήρκησε σχεδόν δύο μήνες, από τις 21 Οκτωβρίου μέχρι τις 14 Δεκεμβρίου. Συναντήθηκε με αξιωματούχους του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και με τον ίδιο τον Αμερικανό πρόεδρο Αϊζενχάουερ, αλλά «δεν βρέθηκαν πρακτικά των συναντήσεών της». Ωστόσο, υπάρχει μια έκθεση προς την αμερικανική πρεσβεία στην Αθήνα η οποία ενημερώνει μόνο ότι «οι συζητήσεις της Βασίλισσας επικεντρώθηκαν στο ζήτημα της Κύπρου» (Foreign Relations of United States, σελ. 248).
Μερικούς μήνες μετά, τον Φεβρουάριο του 1959 και αφού προηγήθηκαν μυστικές διαπραγματεύσεις στη Ζυρίχη, συγκλήθηκε στο Λονδίνο η ιστορική διάσκεψη για υπογραφή των συμφωνιών που προέβλεπαν τερματισμό του αγώνα της ΕΟΚΑ και παραχώρηση ανεξαρτησίας στην Κύπρο, αντί της ένωσης με την Ελλάδα. Ο Μακάριος –παρότι πριν μεταβεί στο Λονδίνο είχε συμφωνήσει σε όλα– φοβούμενος μην τον κατηγορήσουν ότι ξεπούλησε το ιδανικό της ένωσης, δίσταζε να βάλει την υπογραφή του. Η αμφιθυμία του και ο κίνδυνος κατάρρευσης της διάσκεψης εκνεύρισε τους ηγέτες Ελλάδας, Τουρκίας και Βρετανίας, καθώς και αρκετούς από την πολυμελή αντιπροσωπεία Κυπρίων που πήρε μαζί του. Του έθεσαν προθεσμία μέχρι το πρωί της 19ης Φεβρουαρίου για να δώσει την τελική του απάντηση. Το βράδυ της 18ης ήταν αγωνιώδες. Αρκετοί επικοινώνησαν με τον Μακάριο για να τον πείσουν, αλλά το τηλεφώνημα που έμεινε στη συλλογική μνήμη ήταν της Φρειδερίκης.
Λέγεται ότι τότε οι κυβερνήσεις Ελλάδας και Βρετανίας ζήτησαν από τη Φρειδερίκη να ασκήσει όλη της την επιρροή στον Κύπριο ιερωμένο, προκειμένου να άρει τις αντιρρήσεις του. Από την άλλη όμως, η Φρειδερίκη ήταν γνωστή για τις πρωτοβουλίες που η ίδια αναλάμβανε χωρίς να ενημερώνει κανέναν, όπως το 1956 όταν αυτοπροτάθηκε στον Βρετανό πρωθυπουργό Ουίνστων Τσώρτσιλ ως μυστικός συνομιλητής τους για το Κυπριακό.
Ο Μιχάλης Στυλιανού ήταν, το 1959, ανταποκριτής της αθηναϊκής εφημερίδας «Ελευθερία» στο Λονδίνο και έζησε από κοντά όσα διαδραματίστηκαν γύρω από την υπογραφή των συμφωνιών για την Κύπρο. Σε μαρτυρία του στην ιστοσελίδα του δημοσιογράφου Νίκου Παπαναστασίου περιγράφει τη στιγμή που έφτασε στο ξενοδοχείο του Μακαρίου στο Ντόρτσεστερ. Εκεί διασταυρώθηκε με γνωστό του Κύπριο που βρισκόταν στην υπηρεσία του εθνάρχη και κατέβαινε από το διαμέρισμά του. «Ήταν σε κατάσταση έντονης ταραχής. Τον ερώτησα τι του συμβαίνει. Με δυσκολία στην άρθρωση, μου απάντησε:
– Τι συμβαίνει; Μα, μόλις του τηλεφώνησε η βασίλισσα!
– Βασίλισσα; Η Ελισάβετ;
– Ποια Ελισάβετ; Η Φρειδερίκη!».
Όταν κτύπησε το τηλέφωνο στο δωμάτιο του Αρχιεπισκόπου, το ακουστικό σήκωσε ο Σπύρος Κυπριανού, ο οποίος εκτελούσε χρέη γραμματέα του Μακαρίου. Η Φρειδερίκη «ζήτησε να μιλήσει και μίλησε με τον Μακάριο και του ζήτησε να υπογράψει γιατί, του υπέδειξε, ήταν εθνική ανάγκη η υπογραφή των συμφωνιών» (Παύλου, σελ. 340). Αν και το τηλεφώνημα επιβεβαιώνει και ο «πιστός σύμβουλος» του Μακαρίου και αργότερα πρέσβης της Κύπρου στην Αθήνα Νίκος Κρανιδιώτης, θυμάται ότι το ακουστικό σήκωσε ο ίδιος ο Μακάριος και όχι ο Κυπριανού. «Ήμουνα ακόμη μαζί του, όταν κτύπησε το τηλέφωνο. Το σήκωσε μόνος του. ‘Μεγαλειοτάτη εσείς;’ είπε με κάποια έκπληξη, κι άρχισε να κάνει μικρούς βηματισμούς γύρω από την τηλεφωνική συσκευή. ‘Είναι δύσκολο, πολύ δύσκολο’ ψέλλισε. Ύστερα από αρκετή ώρα έκλεισε το τηλέφωνο. ‘Ήταν από την Αθήνα η Φρειδερίκη’, μου είπε, ‘μου ζήτησε να υπογράψω’. Κι έμεινε συλλογισμένος» (Κρανιδιώτης, σελ. 124). Ο Κρανιδιώτης, ταυτόχρονα, «προσγειώνει» το τηλεφώνημα από τις μυθικές διαστάσεις που έχει προσλάβει καταγράφοντας και τις άλλες προσωπικότητες που επικοινώνησαν με τον Αρχιεπίσκοπο εκείνο το βράδυ.
Η ίδια όμως η Φρειδερίκη ουσιαστικά αρνείται ότι μίλησε με τον Μακάριο το βράδυ εκείνο. Ενδεχομένως ο σάλος που ξέσπασε στη Βουλή να την απέτρεψε από το να διεκδικήσει τον ρόλο που διαδραμάτισε στο παρασκήνιο των συμφωνιών. Την επομένη, η είδηση για το τηλεφώνημα ήταν πρωτοσέλιδη στην «Ελευθερία» των Αθηνών προκαλώντας μία από τις πιο επεισοδιακές συνεδρίες στη Βουλή εκείνο το βράδυ. Ο βουλευτής της ΕΔΑ Ηλίας Μπρεδήμας, σε μια ομολογουμένως προκλητική και υβριστική ομιλία, μίλησε για το «μυστηριώδες τηλεφώνημα εξ Αθηνών προς Λονδίνο» και ακολούθως κατονόμασε ως «ηθικόν αυτουργό της Κυπριακής τραγωδίας» και «μεγάλο ένοχο» το Στέμμα. Στο Κοινοβούλιο ξέσπασε πανδαιμόνιο, ένας βουλευτής εκσφενδόνισε ποτήρι κατά του Μπρεδήμα, διακόπηκε η συνεδρία και κατερχόμενος του βήματος, ο βουλευτής της ΕΔΑ δέχθηκε επίθεση και προκλήθηκε συμπλοκή.
Ένας Αμερικανός διπλωμάτης που γνώρισε και συνδέθηκε με τη Φρειδερίκη, υποστηρίζει πως η Βασίλισσα αρνείτο ότι μίλησε εκείνο το βράδυ με τον Μακάριο, χωρίς όμως να είναι πειστική. Ο Charles McCaskill, που υπηρέτησε ως εμπορικός ακόλουθος στην πρεσβεία των ΗΠΑ στη Λευκωσία από το 1960 μέχρι το 1964 και ως επικεφαλής της διεύθυνσης Κύπρου στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ μέχρι το 1967 τη ρώτησε αν η ιστορία είναι αληθινή. Η Φρειδερίκη του είπε ότι μόνο ο Βασιλιάς Παύλος είχε μιλήσει με τον Μακάριο «διότι ανησυχούσαν ότι θα έπεφτε η κυβέρνηση Καραμανλή, εάν ο Μακάριος αρνείτο να υπογράψει». Ο McCaskill δεν μασά όμως τα λόγια του: «πιστεύω την εκδοχή του Κρανιδιώτη και πάντοτε ένιωθα ότι για κάποιο λόγο, η Φρειδερίκη μού απέκρυπτε» την αλήθεια.
Βιβλιογραφία
Βουλή των Ελλήνων, «Το Κυπριακό στη Βουλή των Ελλήνων», Τόμος Γ΄ 1959-1967, σελ. 138-140.
Θρασυβούλου Μάριος, «Μακάριος 1948-1959», Εκδόσεις Παπαζήση 2023.
Κρανιδιώτης Νίκος, «Τα Δύσκολα Χρόνια 1950-19560», Εκδόσεις Εστία 1981.
Παύλου Παύλος, «Δημόσια Κατάθεση», Εκδόσεις Κυπροέπεια 2003.
Σταματόπουλος Κώστας (επιμέλεια), «Ημερολόγιο Βασίλισσας Φρειδερίκης, 1952-1959», Εκδόσεις Καπόν 2019.
The Association for Diplomatic Studies and Training Foreign Affairs Oral History Project: Consul General Charles W. McCaskill.
Foreign Relations of United States 195-1960, Eastern Europe, VOLUME X, Part 2.