Η σύγκρουση Ισραήλ-Λιβάνου έχει εκτεταμένες επιπτώσεις στην Ανατολική Μεσόγειο, επηρεάζοντας όχι μόνο την περιφερειακή ασφάλεια αλλά και τα οικονομικά και ενεργειακά συμφέροντα των χωρών της περιοχής. Ένας τομέας αυξημένου ενδιαφέροντος είναι η οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών μεταξύ Λιβάνου και Κύπρου, ένα ζήτημα άλυτο επι μακρόν, με σημαντικά οικονομικά διακυβεύματα. H συνεχιζόμενη σφοδρή σύγκρουση στην Μέση Ανατολή περιπλέκει τις ήδη ευαίσθητες διμερείς σχέσεις και τα πιθανά εγχειρήματα συνεργασίας στην ενεργειακή αγορά της Ανατολικής Μεσογείου. Η Κύπρος, αν και δεν εμπλέκεται άμεσα στη σύγκρουση Ισραήλ-Λιβάνου, καλείται να διαχειριστεί μια κρίσιμη καμπή στο πεδίο της περιφερειακής διπλωματίας, εξισορροπώντας τις σχέσεις της με τις δύο αυτές χώρες, ενώ επιδιώκει να προωθήσει τα δικά της ενεργειακά συμφέροντα.
Ιστορικό της προσπάθειας οριοθέτησης
Η Κύπρος και ο Λίβανος υπέγραψαν μια προκαταρκτική συμφωνία το 2007 για να οριοθετήσουν τις Αποκλειστικές Οικονομικές Ζώνες τους (ΑΟΖ), προς εκμετάλλευση πιθανών ενεργειακών πόρων στην Ανατολική Μεσόγειο. Ωστόσο, η συμφωνία δεν επικυρώθηκε ποτέ από τον Λίβανο, κυρίως εξαιτίας ανησυχιών ότι ενδέχεται να επιτρέψει παραχώρηση θαλάσσιου χώρου στο Ισραήλ, έναντι του οποίου η Βηρυττός διεκδικεί επίσης τμήματα θαλασσιων ζωνών. Αυτή η διαφωνία έχει δημιουργήσει ένα παρατεταμένο αδιέξοδο στη θαλάσσια οριοθέτηση Κύπρου-Λιβάνου. Με την ανακάλυψη σημαντικών αποθεμάτων φυσικού αερίου στην περιοχή, η πίεση για διευθέτηση έχει ενταθεί, αλλα οι συνθήκες μόνο ευνοικές δεν μπορούν να χαρακτηριστούν.
H Λευκωσία προσπαθεί, παρά τις συνθήκες αυτές, να διατηρήσει τη συζήτηση ζωντανή. Πρόσφατα, Κύπριοι αξιωματούχοι σε διμερείς επαφές, ενθάρρυναν επίσης τον Λίβανο να ολοκληρώσει τις οριοθετήσεις στα θαλάσσια σύνορά του με τη Συρία, μια διαδικασία ιδιαίτερα σημαντική για την Κύπρο ως προς την οριστικοποίηση των δικών της οριοθετήσεων, τόσο με την Βηρυττό όσο και με τη Δαμασκό. Ωστόσο, μέλη της κυβέρνησης του Λιβάνου, ιδίως τα προσκείμενα στη Χεζμπολάχ, εμφανίζονται ιδιαίτερα επιφυλακτικά, υποστηρίζοντας ότι απαιτούνται «πρόσθετες νομικές και τεχνικές αξιολογήσεις» πριν προχωρήσουν, για την αποφυγή «σφαλμάτων του παρελθόντος». Ενδεικτικές του κλίματος έιναι τοποθετήσεις κυβερνητικών κύκλων του Λιβάνου που τονίζουν ότι η αρχική οριοθέτηση ΑΟΖ Κύπρου-Λιβάνου το 2007 ήταν είς βάρος της χώρας τους, αποστερώντας της εσφαλμένα μεταξύ 1.600 και 2.643 τετραγωνικών χιλιόμετρων θαλάσσιου χώρου, εκφράζοντας σκέψεις για επανυπολογισμό συντεταγμένων σε μελλοντικές διαπραγματεύσεις.
Παρότι η διευθέτηση της εκρεμμότητας της οριοθέτησης μεταξύ του Λιβάνου και της Συρίας δεν είναι και αυτή ευχερής, λόγω της παρατεταμένης πολιτικής αποσταθεροποίησης και του εμφυλίου στην τελευταία, εκτιμάται ότι ενέχει θετικές προοπτικές πολιτικής συναντίληψης και δεν είναι αυτή που αποτελεί το πλέον σοβαρό εμπόδιο στην όλη προσπάθεια. Γίνεται κατανοητό ότι οι -όψιμες- ενστάσεις ως προς την οριοθέτηση του 2007 προκύπτουν στα πλαίσια των ελιγμών και των χειρισμών μιας κυβέρνησης ποδηγετούμενης από τη στρατηγική του ιρανικού καθεστώτος, που αντιμετωπίζει την Κύπρο ως μέρος της εχθρικής Δύσης.
Η σύγκρουση Ισραήλ-Λιβάνου και οι περιπλοκές στην οριοθέτηση
Οι ανεπίλυτες εντάσεις μεταξύ Ισραήλ και Λιβάνου επηρεάζουν άμεσα την ικανότητα της Κύπρου να οριστικοποιήσει μια συμφωνία θαλάσσιας οριοθέτησης με τον τελευταίο, με διάφορους τρόπους.
Αφενός, λόγω του αντίκτυπου στην εμπιστοσύνη και τις διπλωματικές σχέσεις· η σύγκρουση αυξάνει τη δυσπιστία σε ολόκληρη την περιοχή, καθιστώντας δύσκολη τη διαπραγμάτευση του Λιβάνου για τα θαλάσσια σύνορα με οποιαδήποτε γειτονική χώρα που έχει επίσης δεσμούς με το Εβραικό κράτος. Παρότι η Λευκωσία έχει υιοθετήσει μια σε μεγάλο βαθμό ουδέτερη στάση, οι εταιρικές σχέσεις με το Τελ Αβίβ δημιουργούν προκλήσεις στην οικοδόμηση εμπιστοσύνης με τη Βηρυττό. Παράδειγμα, η τριμερής συμμαχία με την Αθήνα. Ο Λίβανος ανησυχεί ότι η Κύπρος μπορεί να ευνοήσει τα ισραηλινά συμφέροντα σε οποιεσδήποτε συμφωνίες οριοθέτησης, εάν σχετίζονται με τις θαλάσσιες διεκδικήσεις του πρώτου.
Αφετέρου, εξ αιτίας των κινδύνων ασφάλειας που αναστέλλουν τις αποφάσεις ενεργειακών επενδύσεων· η σοβαρή κλιμάκωση μεταξύ Ισραήλ και Λιβάνου-Χεζμπολάχ, αποτρέπει τις ενεργειακές εταιρείες από δεσμεύσεις για εξερεύνηση και γεωτρήσεις κοντά σε αμφισβητούμενα όρια. Μετά την έκρηξη στο λιμάνι της Βηρυττού το 2019 και τις δραματικές συνέπειες στην, ήδη σοβαρά καταπονημένη, οικονομία της χώρας, η ηγεσία του Λιβάνου αντιλήφθηκε πόσο σημαντική θα ήταν η προσέλκυση ξένων επενδύσεων και τεχνογνωσίας για την εκμετάλλευση των εθνικών υπεράκτιων πόρων. Ωστόσο, η συνεχιζόμενη σύγκρουση αποτελεί τροχοπέδη για τις επενδύσεις αυτές. Και, συνεπώς, επιβραδύνει τις ενεργειακές εξελίξεις που διαφορετικά θα μπορούσαν να ενθαρρύνουν τη συνεργασία και να προωθήσουν διπλωματικές λύσεις στη θαλάσσια οριοθέτηση.
Επίσης, λόγω της προηγούμενης διαμεσολάβησης των ΗΠΑ και της περιφερειακής δυναμικής ισχύος· οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν διαδραματίσει ενεργό ρόλο στη διευθέτηση θαλάσσιων διαφορών στην Ανατολική Μεσόγειο, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων μεταξύ του Τελ Αβίβ και της Βηρυττού. Η διαμεσολαβητική προσπάθεια για μια συμφωνία μεταξύ των δύο αυτών πλευρών το 2022, αν και περιορίστηκε σε μέρος των επικαλυπτόμενων ΑΟΖ τους, δημιούργησε ένα θετικό προηγούμενο. Θεωρήθηκε διπλωματικό επίτευγμα, τόνισε, όμως, και την επιρροή των εξωτερικών δυνάμεων στις περιφερειακές διαπραγματεύσεις. Η Κύπρος, η οποία εκτιμά τους δεσμούς της με τις ΗΠΑ και την Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι πιθανό να προσεγγίσει τη θαλάσσια οριοθέτηση με τον Λίβανο με τρόπο που ευθυγραμμίζεται με τις δυτικές στρατηγικές προτεραιότητες. Ωστόσο, οι στενοί δεσμοί του Λιβάνου με το Ιράν και τη Χεζμπολάχ εμποδίζουν την σύμπλευση του πρώτου με τα αμερικανικά συμφέροντα, εισάγοντας έναν -επιπλέον- παράγοντα γεωπολιτικής πολυπλοκότητας και πιέσης στις διαπραγματεύσεις Λευκωσίας-Βηρυττού.
Ακόμα, εξ αιτίας των οικονομικών επιπτώσεων στις αγορές ενέργειας· η σύγκρουση Ισραήλ-Λιβάνου επηρεάζει έμμεσα τις πιθανές αγορές ενέργειας που θα μπορούσαν να προκύψουν από μια θαλάσσια συμφωνία της Κύπρου με το δέυτερο. Εάν ο Λίβανος εξασφαλίσει σαφή θαλάσσια σύνορα με την Κύπρο, οι δύο χώρες θα μπορούσαν να επωφεληθούν από την πιθανή κοινή αξιοποίηση υπεράκτιων πόρων ή από τη δημιουργία μιας οδού διαμετακόμισης για εξαγωγές ενέργειας στην Ευρώπη. Καθώς ο Λίβανος και το Ισραήλ παραμένουν σε εχθρική κατάσταση, έργα υποδομής ενέργειας που προέρχονται από τον πρώτο και διέρχονται από ύδατα ελεγχόμενα από το δεύτερο (ή ακόμα και τα πλησίον αυτών) πιθανότατα θα συναντούσαν νομικά και υλικοτεχνικά εμπόδια. Αυτό παρεμποδίζει τη δυνατότητα για έναν απρόσκοπτο ενεργειακό διάδρομο της Ανατολικής Μεσογείου, απομειώνοντας τα κίνητρα των εμπλεκόμενων μερών.
Τέλος, η Κύπρος συμμετέχει στο Eastern Mediterranean Gas Forum (EMGF), έναν οργανισμό που περιλαμβάνει το Ισραήλ και την Αίγυπτο, αλλά όχι τον Λίβανο. Η αποχή του τελευταίου (απόφαση που έλαβε λόγω της χρόνιας αντιπαράθεσής του με το Τελ Αβίβ, ενδεχομένως κατόπιν ιρανικών πιέσεων) δυστυχώς φαίνεται να ενισχύει το αίσθημα απομόνωσης και δυσπιστίας του, καθώς ίσως αντιλαμβάνεται τις πρωτοβουλίες του Forum ως δυνητικό κίνδυνο για τα συμφέροντά του. Εάν η εμπεδωθεί στη Βηρυττό η άποψη ότι Λευκωσία, υποστηρίζοντας ενεργά τις πρωτοβουλίες του οργανισμού, ευνοεί τα ισραηλινά ενεργειακά έργα, μπορεί να διστάσει περαιτέρω να ολοκληρώσει μια συμφωνία με τη δεύτερη (κάτι που επίσης διευκολύνει τη στρατηγική της Τεχεράνης).
Μελλοντικές προοπτικές
Η κατάσταση επι του πεδίου είναι ιδιαίτερα δυσμενής ως προς τις προοπτικές διευθετήσεων και εξομάλυνσης. Είναι όμως και ρευστή. Παρά τις προκλήσεις, μεταβολές όπως η νέα αμερικανική προεδρία που προέκυψε από τις πρόσφατες εκλογές, ίσως συμβάλλουν στην ανάδειξη οδών ευνοικών για την επίτευξη συναντίληψης και προόδου. Μία τέτοια επιλογή είναι η διαμεσολάβηση τρίτου. Εάν ένας ουδέτερος μεσολαβητής, πιθανώς από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή τα Ηνωμένα Έθνη, διευκολύνει τις συζητήσεις, θα μπορούσε να αμβλύνει τις ανησυχίες της Βηρυττού για τους δεσμούς της Λευκωσίας με το Τελ Αβίβ και να δημιουργήσει μια πλατφόρμα για εποικοδομητικό διάλογο.
Άλλη δυνατότητα αποτελεί η συμμετοχή της Κύπρου και του Λιβάνου σε μικρότερα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης. Αυτά θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν περιβαλλοντική συνεργασία στη Μεσόγειο, αλιευτικές συμφωνίες ή και περιορισμένα κοινά ενεργειακά έργα, εκτός αμφισβητούμενων υδάτων. Τέλος, η Κύπρος θα μπορούσε να συνεργαστεί και με άλλες χώρες της Ανατολικής Μεσογείου για τη δημιουργία ενός πολυμερούς πλαισίου ενεργειακής συνεργασίας που θα περιλαμβάνει και τον Λίβανο, αντιμετωπίζοντας τις ανησυχίες για την ασφάλειά του (π.χ. έναν κοινό μηχανισμό διαχείρισης περιφερειακών πόρων), προς ενίσχυση της επιχειρηματολογίας ότι η συνεργασία της με το Ισραήλ και άλλα μέλη του EMGF δεν γίνονται εις βάρος της Βηρυττού.
Συνοπτικά
Η σύγκρουση Ισραήλ-Λιβάνου έχει σημαντικές επιπτώσεις στην οριοθέτηση των θαλασσίων συνόρων της Κύπρου με τον τελευταίο, διαμορφώνοντας τόσο τις οικονομικές δυνατότητες όσο και την πολιτική σκοπιμότητα μιας επίσημης συμφωνίας. Ενώ η συνεχιζόμενη σφοδρή σύγκρουση εντείνει τις ανησυχίες για την ασφάλεια του Λιβάνου και περιπλέκει τη διπλωματική δυναμική, στρατηγικές παρεμβάσεις θα μπορούσαν να προωθήσουν την πρόοδο. Για τη Λευκωσία, η εξισορρόπηση των σχέσεών της τόσο με τη Βηρυττό όσο και με το Τελ Αβίβ, ενώ παράλληλα επιδιώκει τα δικά της οικονομικά συμφέροντα, απαιτεί προσεκτική διπλωματία σε μια ολοένα και περισσότερο εκρηκτικά πολωμένη περιοχή. Εργαζόμενοι για την αμοιβαία οικοδόμηση εμπιστοσύνης και την ενεργειακή συνεργασία χωρίς αποκλεισμούς, η Κύπρος και ο Λίβανος μπορούν τελικά να ξεπεράσουν αυτές τις προκλήσεις, θέτοντας προηγούμενο για την ειρηνική κατανομή πόρων και για τη διευθέτηση των θαλάσσιων διαφορών και μεταξύ άλλων χωρών της Ανατολικής Μεσογείου.
*Ιωάννης Σιδηρόπουλος, LL.M (LSE, UvA), Δικηγόρος, Non-resident Fellow Διπλωματική Ακαδημία Πανεπιστημίου Λευκωσίας