Ο Απόστολος Λύτρας, «ο γνωστός ποινικολόγος» των Αθηνών κατά τους μιντιακούς κατασκευαστές της δικηγορικής διασημοκρατίας, σχεδόν σακάτεψε στο ξύλο τη γυναίκα του, ομολογώντας δημοσίως, κατόπιν, πόσο την «υπεραγαπά». Η αίσθηση της γελοιότητας συχνά απουσιάζει από άτομα που η μοναδική έγνοια τους είναι να σώσουν το τομάρι τους. Ένδειξη της «υπεραγάπης» του ήταν, αναμφίβολα, η μεταφορά της συζύγου σε νοσοκομείο, προκειμένου αυτή να δεχθεί ιατρική φροντίδα για τα τραύματα που της προκάλεσε. Κατά τούτο o κ. Λύτρας παρείχε ολοκληρωμένο σέρβις.
Καθότι ο βίαιος χαρακτήρας δεν συσχετίζεται απαραίτητα με μειωμένη ευφυία, διαισθανόμενος ότι η σωματική βλάβη που επέφερε θα αποκαλυπτόταν, το πιθανότερο είναι ότι κ. Λύτρας συμφώνησε να μεταφέρει τη γυναίκα του στο νοσοκομείο, νοουμένου ότι το ζεύγος θα προέβαλε ως κοινό αφήγημα για τα αίτια του τραυματισμού της την «πτώση από σκάλα». Το αφήγημα, όσο και όπως προβλήθηκε, δεν έγινε πιστευτό από τον ευσυνείδητο γιατρό που εξέτασε το θύμα. Αυτό το στοιχείο έχει γνωσιολογικό ενδιαφέρον, με ευρύτερες προεκτάσεις.
Όταν κάποιος ισχυρίζεται ότι «το Ψ [τραυματισμός] προκλήθηκε από το Χ [πτώση από σκάλα]», η εξήγησή του δεν είναι απαραίτητα έγκυρη. Πώς μπορούμε να διακριβώσουμε αν είναι αληθής; Οποιαδήποτε εξήγηση υπόκειται σε εμπειρικό έλεγχο. Δεδομένου ότι γνωρίζουμε το αιτιατό Ψ (εν προκειμένω, «εκχυμώσεις και οίδημα προσώπου […], τούφες μαλλιών στα ρούχα και στο σώμα», κ.λπ.), αναρωτιόμαστε ποιο είναι το πιθανότερο αίτιο που το προκάλεσε. Το από τον ενδιαφερόμενο προβαλλόμενο αίτιο Χ υπόκειται σε έλεγχο αληθείας.
Όσο πιο σαφείς και αλληλοσυνδεόμενες είναι οι ενδείξεις του Ψ και όσο πιο πολλά γνωρίζουμε πώς αυτές παράγονται, τόσο περισσότερο αποκλείουμε δυνατούς μηχανισμούς εξήγησης, προκειμένου να καταλήξουμε στον πιο εύλογο. Οι γιατροί, οι δικαστές, και οι ντετέκτιβ χρησιμοποιούν αυτή την απαγωγική (deductive) μέθοδο εξήγησης συστηματικά. Ο δημόσιος βίος θα γινόταν ορθολογικότερος αν τη χρησιμοποιούσαμε ευρύτερα – από το σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών και τη βύθιση του πλοίου μεταναστών «Ανδριάνα» (πνίγηκαν 600 άτομα) πέρυσι, μέχρι το σκάνδαλο Novartis και τη χρεοκοπία της χώρας το 2010. Φυσικά υπάρχουν διαφορές μεταξύ τους, αλλά η γενική αρχή παραμένει: αναζητούμε τα πλέον εύλογα αίτια που προκάλεσαν το φαινόμενο που μας ενδιαφέρει.
Οι αντιφάσεις του κ. Λύτρα δείχνουν ότι το γνωρίζει αυτό, έστω κι αν τον βολεύει ρητορικά ο αγνωστικισμός («δεν ξέρω τι με έπιασε»). Οι γροθιές του δεν ήταν αυτόματες ή «ενστικτώδεις» κινήσεις αλλά εμπρόθετες ενέργειες. Εκδήλωσε τον θυμό του ασκώντας μανιώδη σωματική βία, γεγονός που, πιθανότατα, μαρτυρεί βίαιο χαρακτήρα, ο οποίος χρήζει, όπως είπε, «θεραπείας». Αν ο αμόρφωτος μαφιόζος στην κωμωδία «Ανάλυσέ το» ζητάει ψυχοθεραπεία, είναι πολιτικώς ορθό να τη ζητάει και «ο γνωστός ποινικολόγος», εκπέμπει τα σωστά μηνύματα στον «θεραπευτικό» κώδικα που, ως μοντέρνοι, αποδεχόμαστε.
Πρώτο συμπέρασμα, λοιπόν. Η εξήγηση που προβάλλει ένα άτομο, οργανισμός ή κυβέρνηση θα πρέπει να περάσει από απαιτητικούς εμπειρικούς ελέγχους πριν γίνει αποδεκτή. Όταν ο κυβερνητικός εκπρόσωπος λ.χ. λέει ότι όσα αναφέρονται στο πρόσφατο ντοκιμαντέρ του BBC για τη συμμετοχή του Λιμενικού (ενεργά ή παθητικά) στον πνιγμό μεταναστών στο Αιγαίο «δεν αποδεικνύονται», παραβλέπει ότι η ζητούμενη «απόδειξη» δεν είναι μαθηματικού τύπου αλλά «απαγωγικού», παρόμοια με την «απόδειξη» του γιατρού που εξέτασε την κακοποιημένη σύζυγο.
Υπάρχει, όμως, ένα ακόμα γνωσιολογικά συναφές θέμα, σχετιζόμενο, ωστόσο, λιγότερο με την έγκυρη γνώση και περισσότερο με την ευθυκρισία. Ο εισαγγελέας και η ανακρίτρια έκριναν ότι, στον κ. Λύτρα, έπρεπε να επιβληθούν περιοριστικοί όροι, όχι προφυλάκιση. Τα τηλεοπτικά ΜΜΕ, έμπλεα αγανάκτησης, θεώρησαν ότι η κρίση αυτή προκάλεσε «κοινωνική κατακραυγή». Η ηγεσία του Αρείου Πάγου, τάχιστα, παρήγγειλε τη διεξαγωγή έρευνας για το ενδεχόμενο ο εισαγγελέας και η ανακρίτρια να έχουν υποπέσει σε πειθαρχικό παράπτωμα.
Προσέξετε: η θεωρούμενη «κοινωνική κατακραυγή» ωθεί την ηγεσία της Δικαιοσύνης να αμφισβητήσει την κρίση των λειτουργών της! Υπήρξαν ενδείξεις για δόλο ή βαριά αμέλεια στη συγκεκριμένη δικανική κρίση; Ουδεμία. Γιατί, τότε, αμφισβητείται; Για τον ίδιο λόγο που αυτάρεσκες τηλεδιασημότητες εκλέγονται στην Ευρωβουλή: σε μια θεσμικά ανώριμη χώρα, τα εντυπωσιοθηρικά ΜΜΕ, διερμηνεύοντας τη βούληση του ανώνυμου πλήθους, τείνουν να ρυθμίζουν τους όρους λειτουργίας των θεσμών.
Η ηγεσία της Δικαιοσύνης έχει εσωτερικεύσει τη λαϊκιστική ανάγκη να «πιάνει τον σφυγμό της κοινωνίας», όπως χαρακτηριστικά αναφέρθηκε από ανώτατα δικαστικά χείλη στο παρελθόν. Ικανοποιώντας την ανάγκη αυτή, η ηγεσία του Αρείου Πάγου θεωρεί ότι οφείλει να επιδεικνύει αρμοδίως τα φιλολαϊκά αισθήματά της, αν οι μιντιακοί σεισμογράφοι καταγράφουν ισχυρές δονήσεις του λαϊκού περί δικαίου αισθήματος. Η αυτοτελής λογική των επιμέρους θεσμών υποχωρεί, εφόσον, στη γραφική μας χώρα, ένας είναι ο θεσμός ο κυρίαρχος λαός.
Είναι λυπηρό: η ηγεσία του Αρείου Πάγου δείχνει να μην κατανοεί μια θεμελιώδη αρχή για την καλή λειτουργία της Δικαιοσύνης: είναι εξόχως σημαντικό, στο κράτος δικαίου, οι δικαστικοί και εισαγγελικοί λειτουργοί να νιώθουν πραγματικά ανεξάρτητοι στη διαμόρφωση της δικανικής κρίσης τους. Αν πρέπει να μαντεύουν ποια «πρέπει» να είναι η κρίση που θα ικανοποιεί την ηγεσία τους, η κρίση τους αλλοιώνεται. Στη Ρωσία, την Κίνα και το Ιράν, αυτό δεν ενοχλεί. Εμάς όμως μας προσβάλλει.
Ο κ. Χαρίδημος Τσούκας είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και Αντεπιστέλλον Μέλος της Κυπριακής Ακαδημίας Επιστημών, Γραμμάτων και Τεχνών. Το βιβλίο του «Leadership as Masterpiece Creation: What Business Leaders Can Learn from the Humanities about Moral Risk-Taking» (με τους C. Spinosa και M. Hancocks), κυκλοφορεί από το MIT Press.
www.htsoukas.com