Με νόμο που ψηφίστηκε το 2016 από τη Βουλή των Αντιπροσώπων δίνεται η δυνατότητα στα δημόσια πανεπιστήμια της χώρας να προσφέρουν ξενόγλωσσα προπτυχιακά προγράμματα σπουδών με βάση διαδικασίες που θα προβλέπονται από κανονισμούς. Δυστυχώς, οκτώ χρόνια μετά, κανονισμοί δεν έχουν ψηφιστεί, ενώ το προσχέδιό τους που κατέθεσε το υπουργείο Παιδείας, Αθλητισμού και Νεολαίας στη Βουλή έγινε αφορμή να προβληθούν διάφορες αιτιάσεις με σκοπό τη μη έγκρισή τους ή τη θέσπιση τέτοιων εμποδίων μέσω τροπολογιών, που στην ουσία θα καταστήσουν τη νομοθεσία ανεφάρμοστη.
Η κύρια αιτίαση είναι ότι η προσφορά ξενόγλωσσων προπτυχιακών προγραμμάτων θα πλήξει το κύρος του δημόσιου σχολείου. Όμως, δεν είναι η προσφορά τέτοιων προγραμμάτων που υποσκάπτει το δημόσιο σχολείο. Αν το κύρος του δημόσιου σχολείου δεν είναι εκεί που έπρεπε να είναι, προφανώς δεν οφείλεται στα ξενόγλωσσα προγράμματα σπουδών που δεν έχουν αρχίσει να προσφέρονται. Ας αναζητηθούν αλλού οι λόγοι και ας αναλάβει ο καθένας το μερίδιο της ευθύνης που του αναλογεί. Προβάλλεται η ένσταση ότι με την προσφορά των ξενόγλωσσων προγραμμάτων σπουδών από τα δημόσια πανεπιστήμια, πολλά παιδιά θα επιλέγουν να φοιτούν στην ιδιωτική μέση εκπαίδευση αντί στη δημόσια. Πιστεύω ακράδαντα, ότι στη μεγάλη τους πλειοψηφία τα παιδιά που φοιτούν σε σχολεία ιδιωτικής εκπαίδευσης, θα συνεχίσουν να επιλέγουν πανεπιστήμια του εξωτερικού για σπουδές και ένα μικρό ποσοστό θα επιλέγουν, αν πληρούν τα κριτήρια εισδοχής, τα δημόσια πανεπιστήμια της Κύπρου. Δεν βλέπω τίποτα κακό σε αυτό. Γιατί αυτά τα παιδιά, των οποίων οι γονείς είναι και αυτοί φορολογούμενοι πολίτες, να μην έχουν τη δυνατότητα να σπουδάσουν στα δημόσια πανεπιστήμια της χώρας; Το ίδιο ισχύει και για πολλά παιδιά που φοιτούν σε δημόσια σχολεία και επιτυγχάνουν σε διεθνείς εξετάσεις. Ας σημειωθεί επίσης ότι τα δημόσια πανεπιστήμια θα προσφέρουν πολύ μικρό αριθμό ξενόγλωσσων προγραμμάτων με μικρούς αριθμούς φοιτητών και συνεπώς ακόμη και αν υπάρχει μεγάλη ζήτηση, δεν θα μπορεί να ικανοποιηθεί. Η δεύτερη αντίρρηση που προβάλλουν κάποιοι είναι ότι η επιβολή διδάκτρων στα ξενόγλωσσα προγράμματα σπουδών ανοίγει τον δρόμο για την επιβολή διδάκτρων στα ελληνόφωνα προγράμματα, που αυτή τη στιγμή καταβάλλονται από την πολιτεία για κάθε Κύπριο ή Ευρωπαίο φοιτητή. Η διευθέτηση αυτή ισχύει από το 1992. Για να αλλάξει, θα πρέπει να εγκριθεί από τη Βουλή και δεν μπορώ να διανοηθώ ότι οποιαδήποτε κυβέρνηση θα προτείνει κάτι τέτοιο, για λόγους που ο κάθε ένας μπορεί να αντιληφθεί.
Μια τρίτη αντίρρηση που προβάλλεται είναι ότι η προσφορά αυτών των προγραμμάτων με δίδακτρα που καθορίζονται με βάση το πραγματικό κόστος λειτουργίας των προγραμμάτων, συνιστά αθέμιτο ανταγωνισμό προς τα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ως δημόσια πανεπιστήμια δεν βλέπουμε την προσφορά προγραμμάτων σπουδών ως εμπορική δραστηριότητα. Ο καθορισμός των διδάκτρων με βάση το πραγματικό κόστος, στόχο έχει να μην επιβαρυνθεί ο φορολογούμενος πολίτης. Η προσφορά των προγραμμάτων δεν συνιστά αθέμιτο ανταγωνισμό προς τα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Κάθε πανεπιστήμιο απευθύνεται σε διαφορετικό πληθυσμό υποψηφίων φοιτητών θεσπίζοντας τα δικά του κριτήρια εισδοχής. Σε ό,τι αφορά το Πανεπιστήμιο Κύπρου, στοχεύουμε στην προσέλκυση φοιτητών με υψηλές ακαδημαϊκές επιδόσεις.
Μια τέταρτη αιτίαση είναι ότι η εισδοχή στα προγράμματα αυτά με διεθνείς εξετάσεις συνιστά υπόσκαψη του θεσμού των Παγκύπριων Εξετάσεων. Ο κίνδυνος αυτός δεν υφίσταται. Η συντριπτική πλειοψηφία των φοιτητών θα εξακολουθεί να παρακάθεται στις Παγκύπριες, αφού τα λίγα ξενόγλωσσα προγράμματα σπουδών που θα προσφερθούν δεν θα αντικαταστήσουν τα ήδη προσφερόμενα ελληνόφωνα προγράμματα, αλλά θα προσφερθούν ως επιπρόσθετα. Οι Παγκύπριες, όμως, δεν μπορούν να είναι η ιερή αγελάδα. Προσωπικά πιστεύω ότι θα πρέπει να τύχουν βελτίωσης. Γύρω από αυτές έχει αναπτυχθεί η παραπαιδεία, η οποία υποσκάπτει το δημόσιο σχολείο και που κοστίζει χιλιάδες ευρώ στον οικογενειακό προϋπολογισμό. Σωστό βήμα κατά την άποψή μου, που θα πλήξει και την παραπαιδεία, θα ήταν οι εξετάσεις αυτές να είναι λιγότερο γνωσιοκεντρικές και περισσότερο εξετάσεις ελέγχου δεξιοτήτων και ικανοτήτων συλλογιστικής σκέψης. Αλλά πριν γίνει αυτό, άλλη βελτίωση θα ήταν η αφαίρεση του μαθήματος των Νέων Ελληνικών ως εξεταζόμενου μαθήματος, εκτός από εκείνους τους κύκλους σπουδών που το μάθημα αυτό είναι μάθημα ειδικότητας. Αυτό θα τις κάνει περισσότερο αξιοκρατικές. Δεν αντιλαμβάνομαι γιατί το μάθημα των Νέων Ελληνικών να έχει την ίδια βαρύτητα με το μάθημα της Φυσικής ή των Μαθηματικών για κάποιον που θέλει να εισαχθεί στο Τμήμα Φυσικής. Γνωρίζω ότι η αιρετική αυτή εισήγηση θα προκαλέσει αντιδράσεις, αλλά δεν εισηγούμαι ότι κάποιος θα πρέπει να γίνεται δεκτός στο πανεπιστήμιο χωρίς την προηγούμενη πιστοποίηση της ελληνομάθειάς του. Θεωρώ ότι η πιστοποίηση αυτή θα πρέπει να είναι απαραίτητη προϋπόθεση για εισδοχή και θα μπορούσε να αποκτηθεί σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή πριν από τις Παγκύπριες. Αυτό θα αποσυμφορήσει και τις ίδιες τις Παγκύπριες και θα επισπεύσει τον χρόνο εξαγωγής των αποτελεσμάτων.
Με την εισήγησή μου είμαι σίγουρος θα συμφωνήσουν πολλοί γονείς που ξοδεύουν πολλά χρήματα και βλέπουν τα παιδιά τους να ταλαιπωρούνται προετοιμαζόμενα για το μάθημα των Ελληνικών αποστηθίζοντας έτοιμους προλόγους, επιλόγους και άλλες παραγράφους εν αναμονή θεμάτων με γενικούς τίτλους, στους οποίους τα κείμενα που έχουν αποστηθίσει μπορούν να ενταχθούν. Οκτώ χρόνια αναμονής για έγκριση των κανονισμών είναι πολλά. Η Βουλή θα πρέπει να πάρει μια απόφαση. Θα επιτρέψει στα δημόσια πανεπιστήμια να προχωρήσουν όπως συμβαίνει με όλα τα πανεπιστήμια της Ευρώπης ή θα παραμείνουμε δέσμιοι φοβιών, αγκυλώσεων και οικονομικών συμφερόντων; Μέση λύση δεν υπάρχει.
Ο καθηγητής Τάσος Χριστοφίδης είναι πρύτανης του Πανεπιστημίου Κύπρου.