ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Το σκάνδαλο των επιτοκίων ρίχνει την κοινωνία στον δρόμο

Δεν είναι πρώτη φορά που συζητούμε την αύξηση των επιτοκίων στην Κύπρο. Είναι η πολλοστή, όμως αυτό που συμβαίνει λαμβάνει χαρακτήρα σκανδάλου. Διότι τα πρόσφατα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών επιβεβαιώνουν ότι στην Κύπρο, σε αντίθεση με όλες τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης, οι τράπεζες αύξησαν κατακόρυφα τα δανειστικά επιτόκια και ελάχιστα τα καταθετικά, στοιβάζοντας αμύθητα κέρδη για το 2023 απευθείας από τις τσέπες μας.

Στο ερώτημα τι κάνει η κυβέρνηση, η απάντηση είναι απλή. Χειροκροτεί τις τράπεζες για τα κέρδη τους και αφήνει στο έλεος μια ολόκληρη κοινωνία. Θα μπορούσαν να λεχθούν πολλά για τα επιτόκια, για την πολιτική της ΕΚΤ, για τα κέρδη των τραπεζών. Υπάρχει όμως μια παράμετρος που ξεχωρίζει αφού απειλεί άμεσα το βιοτικό επίπεδο ολόκληρης της κοινωνίας: το κόστος δανεισμού για την απόκτηση στέγης, τόσο για νέους όσο και για υφιστάμενους δανειολήπτες.

Με τα σημερινά δεδομένα, μια μέση οικογένεια –με εισοδήματα ανά εργαζόμενο κοντά ή κάτω από τα €1.500– είναι αδύνατο να δανειστεί για να αποκτήσει ιδιόκτητη στέγη, γιατί πολύ απλά δεν έχει την ικανότητα αποπληρωμής. Με το σημερινό ύψος επιτοκίων θα χρειαστεί σχεδόν πενήντα χρόνια να αποπληρώσει το στεγαστικό δάνειο, πράγμα που κάνει τη δανειοδότηση όνειρο θερινής νυκτός. Αν, δε, στραφεί στο ενοίκιο –με το ύψος των υφιστάμενων ενοικίων που στη ουσία απαιτεί ο ένας από τους δύο μισθούς (αν υπάρχουν δύο) να πηγαίνει στα έξοδα του σπιτιού– πρακτικά σημαίνει ότι τα πλείστα ζευγάρια θα είναι υπό αφόρητη πίεση αφού όσο και θα καλύπτουν το ενοίκιο και τα έξοδα διαμονής, στην καλύτερη περίπτωση. Διότι υπάρχουν και πολλοί που ούτε αυτά δεν τα βγάζουν πέρα.

Απέναντι σε αυτήν την κατάσταση η κυβέρνηση Χριστοδουλίδη ήρθε με μια ούτω καλούμενη «ολοκληρωμένη» στρατηγική. Που έχει όμως τέσσερις βασικές αδυναμίες.

Πρώτον, δεν αγγίζει την ουσία του προβλήματος –την χρηματοδότηση. Ειδικότερα για τα μεσαία και χαμηλά εισοδηματικά στρώματα, διότι για αυτούς χωρίς χρηματοδότηση δεν έχει απόκτηση κατοικίας.

Δεύτερον, τα κίνητρα –σωστά στη φιλοσοφία– έχουν λάθος προσανατολισμό. Αφορούν πολύ μεγάλες αναπτύξεις, μέσα από τις οποίες υπάρχει η φιλοδοξία να δημιουργηθούν προσιτές κατοικίες, που στην πραγματικότητα όμως τέτοιες αναπτύξεις δεν έχουν ισχυρό κίνητρο για να αξιοποιήσουν τέτοια κίνητρα.

Τρίτον, η έννοια της «προσιτής στέγης» απέχει από την πραγματικά προσιτή στέγη. Διότι την προσιτή στέγη δεν την ορίζει η αγορά και το υφιστάμενο ύψος τιμών. Την προσιτή στέγης πρέπει να την ορίζουν οι ανάγκες και οι πραγματικότητες της κοινωνίας.

Τέταρτον, απουσιάζει ο συντονιστής της ούτω καλούμενης στρατηγικής –η ενιαία στεγαστική αρχή. Επομένως είναι αδιανόητο να υπάρχει στρατηγική αλλά να μην υπάρχει ένας φορέας που θα την τρέξει και θα διασφαλίσει ότι θα εφαρμοστεί.

Για αυτούς τους λόγους είναι φανερό ότι η κυβέρνηση δεν έχει πραγματικό ενδιαφέρον για να λύσει το πρόβλημα της στέγασης. Έχει επικοινωνιακό ενδιαφέρον, αυτό είναι σίγουρο. Όμως τα προβλήματα δεν λύνονται με επικοινωνιακά τεχνάσματα, λύνονται με τομές και ουσιαστικές αποφάσεις.

Τι θα μπορούσε να κάνει; Να «συσταρίσει» και να στηρίξει τον Οργανισμό Χρηματοδότησης Στέγης. Για να κάνει αυτό που πρέπει να κάνει, την παροχή χρηματοδότησης για τη στέγαση των μεσαίων και χαμηλών εισοδηματικών στρωμάτων. Να δημιουργήσει επιτέλους αυτήν την περιβόητη ενιαία στεγαστική αρχή. Ώστε να βάλει όλες τις υπηρεσίες και τα σχέδια που σχετίζονται με τη στεγαστική πολιτική υπό την ευθύνη της. Να δώσει κίνητρα στον ιδιωτικό τομέα για να κάνει πραγματικά προσιτές κατοικίες. Και ασφαλώς να κάνει το αυτονόητο. Κοινωνική πολιτική για την απόκτηση στέγης με σχέδια και υποδομές.

Εδώ έχουμε φθάσει, η αξιοπρεπής στέγη να είναι πολυτέλεια. Είναι μια τέτοια οικονομία τελικά ευημερούσα;

Ο κος Χάρης Πολυκάρπου είναι οικονομολόγος, επικεφαλής του Τομέα Οικονομίας του ΑΚΕΛ.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Προσωπικότητες στην ''Κ'': Τελευταία Ενημέρωση

X