Οι κυρίες πρόεδροι τριών από τα πιο διακεκριμένα πανεπιστήμια στον κόσμο –του Χάρβαρντ, της Πενσυλβάνιας και του ΜΙΤ– κατέθεσαν πρόσφατα στην Επιτροπή Παιδείας της αμερικανικής Βουλής για τα αυξημένα κρούσματα αντισημιτισμού στους χώρους τους, μετά το ξέσπασμα του πολέμου στη Γάζα. Hταν μια πράξη δημοκρατικής λογοδοσίας, η οποία, ως συνήθως, είχε όλα τα χαρακτηριστικά παράστασης. Τα μέλη της Βουλής, σε ρόλο ανακριτή, σε κοινή τηλεοπτική θέα, έθεταν αιχμηρά ερωτήματα σε επικεφαλής θεσμών, οι οποίες κρίνονταν από την ποιότητα των απαντήσεών τους.
Τη δημοσιότητα κέρδισε η επιθετική στάση της βουλευτού Ελίζ Στεφάνικ. Με ευθύβολες ερωτήσεις, σαν να υπέβαλλε μάρτυρες σε αντεξέταση, και δασκαλίστικο ύφος, σαν να μιλούσε σε παραβατικές μαθήτριες, η τραμπικών απόψεων βουλευτής σφυροκόπησε αφ’ υψηλού τις καταθέτουσες. Το σχετικό βιντεοκλίπ έγινε viral και οι απαντήσεις τους σχολιάστηκαν αρνητικά, ευρύτατα. Η πρόεδρος του Πανεπιστημίου Πενσυλβάνιας Ελίζαμπεθ Μαγκίλ αναγκάστηκε να παραιτηθεί. Η κοινοβουλευτική ακρόαση ήταν ένα συμβάν που παρήγαγε συμβάντα.
Πώς έγινε αυτό; Στην τετράωρη κατάθεσή τους, μεταξύ άλλων, οι πρόεδροι απάντησαν με υπεκφυγές σε μια απλή ερώτηση που επίμονα τους έθεσε η κ. Στεφάνικ: «Η προτροπή για γενοκτονία των Εβραίων παραβιάζει τους κανόνες ή τον κώδικα συμπεριφοράς (του πανεπιστημίου σας), ναι ή όχι;». Οι απαντήσεις των επικεφαλής ήταν τόσο προσεκτικά ισορροπημένες (αχρείαστα «αν» και «εξαρτάται») που χάθηκε η απαιτούμενη σαφήνεια. Η απάντηση της Μαγκίλ ήταν η πιο εμφανώς απογοητευτική. «Εξαρτάται από τα συμφραζόμενα», είπε. Αυτή ήταν «η πιο εύκολη ερώτηση για να απαντήσετε “ναι”», αντέτεινε, με έκδηλη δυσφορία, η Στεφάνικ. Θέλοντας να προσδώσει περαιτέρω αποχρώσεις στην ήδη θολή απάντησή της, η Μαγκίλ συμπλήρωσε: «Αν η ομιλία (προτροπή για γενοκτονία) γίνει συμπεριφορά, μπορεί να είναι παρενόχληση». Hταν υπεκφυγή γραφειοκράτη, όχι έκφραση πεποιθήσεων ηγέτη.
Η ειρωνεία είναι ότι, παρά την επιμονή τους στα «συμφραζόμενα», οι τρεις πρόεδροι παρανόησαν τα συμφραζόμενα της δημόσιας ακρόασης στην οποία μετείχαν: καταθέτοντας στο Κογκρέσο, για ένα πολιτικά καυτό θέμα, δεν είναι σαν να καταθέτεις σε δικαστήριο αλλά σαν να απευθύνεσαι στην εκκλησία του δήμου. Ως ηγέτης, κρίνεσαι, εν προκειμένω, λιγότερο για την ακρίβεια των διατυπώσεών σου και περισσότερο για τη σαφήνεια των αξιακών πεποιθήσεών σου. Οι τρεις πρόεδροι έπεσαν στη ρητορική παγίδα που δημαγωγικά έστησε η Στεφάνικ – δεν ανταποκρίθηκαν οξυδερκώς στα διαδραστικώς σχηματιζόμενα συμφραζόμενα της ακρόασης.
Ιδού τι συνέβη: Πριν από την ερώτηση για τη γενοκτονία των Εβραίων, η βουλευτής είχε ήδη ορίσει τι θεωρούσε γενοκτονία. Οχι μόνον η παρακίνηση για δολοφονία Εβραίων, αλλά ακόμη και η κλήση για «ιντιφάντα» («εξέγερση» στα αραβικά) ισοδυναμεί, είπε, με προτροπή σε γενοκτονία. Από τις απαντήσεις τους φάνηκε ότι, για τις προέδρους, μια τέτοια ισοδυναμία ήταν, ορθά, εννοιολογικώς προβληματική. Στην προσπάθειά τους, ωστόσο, να κρατήσουν νοηματικές ισορροπίες έδωσαν δικηγορίστικες απαντήσεις. Επιλέγοντας να μην αμφισβητήσουν τον ορισμό της βουλευτού, παγιδεύτηκαν. Ο ΟΗΕ έχει ορίσει τη γενοκτονία ως βίαιες πράξεις «που διαπράττονται με πρόθεση να καταστρέψουν (...) μια εθνική, εθνοτική, φυλετική ή θρησκευτική ομάδα».
Εμπίπτει η «ιντιφάντα» σε αυτό τον ορισμό; Συνήθως όχι. Ο όρος αναφέρεται στην αντίσταση στην ισραηλινή κατοχή της Δυτική Οχθης και στη μεταχείριση της Γάζας σαν «ανοιχτή φυλακή». Με εξαίρεση τους ισλαμιστές εξτρεμιστές, η πρωτοτυπική χρήση της έννοιας παραπέμπει σε απελευθερωτικό αγώνα, όχι στην καταστροφή του Ισραήλ. Οπως συνήθως συμβαίνει με απελευθερωτικά κινήματα, η αντίσταση παίρνει διάφορες μορφές – από ειρηνικά δυναμικές έως ανεπίτρεπτα βίαιες. Στον αγώνα κατά του απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική, λ.χ., το ANC οργάνωνε μαζικές διαδηλώσεις, βομβιστικές ενέργειες και, ενίοτε, δολοφονίες. Ο Νέλσον Μαντέλα ήταν επικεφαλής της στρατιωτικής πτέρυγας του ANC. Ο κύριος κορμός του αντιρατσιστικού αγώνα, όμως, δεν ήταν τρομοκρατικός. Το ίδιο ισχύει με την «ιντιφάντα».
Θα μπορούσαν οι τρεις πανεπιστημιακές ηγέτιδες να είχαν επιδείξει την απαιτούμενη ηθική διαύγεια και, συγχρόνως, να αποφύγουν τη ρητορική παγίδα της Στεφάνικ; Φυσικά. Ο Σωκράτης παραμένει το πρότυπο: επιβεβαίωσε τον ισχυρισμό του συνομιλητή σου και, ταυτόχρονα, αμφισβήτησε και αναπλαισίωσε τις προκείμενές του. «Ναι, αξιότιμη βουλευτή, η έκκληση για γενοκτονία των Εβραίων παραβιάζει ξεκάθαρα τον κώδικα συμπεριφοράς μας και δεν θα το επιτρέψουμε ποτέ», θα μπορούσαν να είχαν πει. «Αλλά, με όλο τον σεβασμό, αυτή είναι μια εύκολη ερώτηση. Το δύσκολο ερώτημα είναι πότε ο πολιτικός λόγος διαμαρτυρίας θεωρείται λόγος μίσους. Οπως η υποστήριξη του ANC δεν ισοδυναμούσε με υποστήριξη της τρομοκρατίας, η εκδήλωση αλληλεγγύης στους Παλαιστινίους δεν αποβλέπει στην καταστροφή του Ισραήλ. Αν και πάντα θα υπάρχει εξτρεμιστική χρήση της, η φιλοπαλαιστινιακή γλώσσα μπορεί να είναι πολιτικά αμφισβητήσιμη αλλά δεν συνιστά απαραίτητα λόγο μίσους.
Αν, ωστόσο, εκπέσει σε ρητορική μίσους, παίρνουμε μέτρα. Το πραγματικά δύσκολο ερώτημα, αξιότιμη βουλευτή, είναι πώς να ηγηθείς ενός πανεπιστημίου, στο οποίο και ενθαρρύνεται η ελευθερία του λόγου και προστατεύεται η ασφάλεια. Αυτός είναι ένας διαρκής αγώνας. Αμφιβάλλω ότι θα βρούμε ποτέ τη σωστή ισορροπία, αλλά θέλω να σας βεβαιώσω ότι προσπαθούμε κάθε μέρα».
Ο κ. Χαρίδημος Κ. Τσούκας (www.htsoukas.com) είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και ερευνητής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Warwick.