Ο ανελέητος και καταστροφικός πόλεμος που εξελίσσεται από το Σάββατο 7 Οκτωβρίου στη γειτονιά μας, που στοίχισε τη ζωή σε αρκετές χιλιάδες ανθρώπους, στην πλειονότητά τους αμάχους, θα πρέπει να δράσει ως μια ισχυρή προειδοποίηση σε παγκόσμια κλίμακα. Το μήνυμα που στέλνεται, μέσα από αυτή την τραγωδία, είναι ότι οι συγκρούσεις που δεν επιλύονται και που η επίλυσή τους παραμένει σε εκκρεμότητα για μεγάλο χρονικό διάστημα, οι ούτω καλούμενες παγωμένες διενέξεις δεν μπορούν να παρέχουν οποιαδήποτε αίσθηση ασφάλειας ή διατήρησης ενός συγκεκριμένου στάτους κβο. Αυτό γιατί, τίποτα δεν παραμένει το ίδιο, οι καταστάσεις αλλάζουν, τις περισσότερες φορές προς το χειρότερο, με τετελεσμένα που δημιουργούνται επί του εδάφους ή στο πολιτικό πεδίο, που καθιστούν την επίλυση των προβλημάτων δυσκολότερη, έως και αδύνατη.
Αυτό το είδαμε πρόσφατα στην περίπτωση του Ναγκόρνο Καραμπάχ, με βίαιες ανατροπές που σκόρπισαν τον θάνατο και την καταστροφή και προσφυγοποίησαν εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους. Σήμερα, το βλέπουμε στον ολέθριο πόλεμο, που ξέσπασε μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς, μετά τις αιφνιδιαστικές και μαζικές θηριωδίες κατά αμάχων στο έδαφος του Ισραήλ εκ μέρους της Χαμάς. Το επικίνδυνο κενό που δημιουργήθηκε μετά από μια πολύ μακρά περίοδο απουσίας διαπραγματεύσεων για την επίλυση του Παλαιστινιακού, την απομάκρυνση του Ισραήλ από τη συμφωνημένη βάση λύσης δύο κρατών και τη δημιουργία περαιτέρω σοβαρών τετελεσμένων επί του εδάφους, εξέθρεψε περισσότερο, τα πάθη και τα μίση που κόχλαζαν για δεκαετίες, σε σημείο που η έκρηξη που ξέσπασε, να απειλεί να αλλάξει μια για πάντα την όλη γεωπολιτική κατάσταση στη Μέση Ανατολή. Το ανεπίλυτο Κυπριακό και το παρατεταμένο αδιέξοδο εγκυμονούν τους ίδιους κινδύνους.
Ο πόλεμος στο Ισραήλ και τη Γάζα θα είναι οπωσδήποτε μακρόχρονος και οι επιπτώσεις του θα επεκταθούν σε περιφερειακό και σε παγκόσμιο επίπεδο. Η Κύπρος απέχει μόνο 150 χιλιόμετρα από τις ακτές του Ισραήλ και είναι φυσικό ό,τι συμβαίνει στη γειτονική χώρα να έχει αντίκτυπο στη δική μας, κυρίως όσον αφορά τον τουρισμό από το Ισραήλ, αλλά και από άλλες χώρες, λόγω της εγγύτητάς μας σε μια εστία ανάφλεξης. Οι οικονομικές επιπτώσεις αυτού του πολέμου δεν μπορούν ακόμα να υπολογιστούν, γιατί θα εξαρτηθεί από τη διάρκειά του και κυρίως από το κατά πόσο θα υπάρξει τελικά εμπλοκή τρίτων χωρών, ιδιαίτερα αυτών που μπορούν να επηρεάσουν τις τιμές του πετρελαίου, κάτι που μέχρι στιγμής έχει αποφευχθεί.
Πέραν των οικονομικών συνεπειών, αυτό που κατά την άποψή μου είναι εξαιρετικά ανησυχητικό, είναι η σχεδόν πλήρης απουσία των Ηνωμένων Εθνών από την κρίση. Για πολλοστή φορά, όπως πρόσφατα στο Ουκρανικό και στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, το Συμβούλιο Ασφαλείας –το κατεξοχήν όργανο αρμόδιο για διατήρηση της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας– βρίσκεται παραλυμένο και ανίκανο, κάτω από την απειλή βέτο, να συμβάλει με οποιοδήποτε τρόπο στον τερματισμό του πολέμου, λόγω διιστάμενων προσεγγίσεων μεταξύ των πέντε μονίμων μελών. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, χώρες με τη μεγαλύτερη στρατιωτική ισχύ να παίρνουν τον νόμο στα χέρια τους και να ενεργούν εκτός του πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών, κάτι που στην περίπτωση της Κύπρου θα ήταν καταστροφικό, λαμβάνοντας υπόψη το αδιαμφισβήτητο χάσμα στρατιωτικής ισχύος, μεταξύ Τουρκίας και Κυπριακής Δημοκρατίας.
Ανάλογα με την εξέλιξη της πολεμικής σύρραξης και τις δευτερογενείς επιπτώσεις που τυχόν προκύψουν, με πιθανή εμπλοκή γειτονικών χωρών, μεγάλα κύματα Παλαιστινίων προσφύγων μπορεί να καταλήξουν και στην Κύπρο, προκαλώντας, δυνητικά, επιπλοκές και απειλές, που μπορεί να αγγίξουν και ευαίσθητα θέματα ασφάλειας, δεδομένης της πολύ στενής σχέσης και ταύτισης της Κύπρου με το Ισραήλ. Θα πρέπει, ως θέμα υπαρξιακής αρχής, η στήριξή μας προς την Παλαιστινιακή Αρχή και τα δικαιώματα του παλαιστινιακού λαού για την ίδρυση του δικού τους κράτους και η καταδίκη μας στην πολιτική εποικισμού, να τονίζεται σε κάθε περίπτωση, για να μην έχουμε στο τέλος οποιεσδήποτε παράπλευρες απώλειες στο Κυπριακό, από τυχόν αρνητική στάση Αραβικών χωρών έναντί μας, λαμβάνοντας υπόψη και τις προσβάσεις της Τουρκίας στον μουσουλμανικό κόσμο. Τέτοια πολυτέλεια δεν την έχουμε!
Η κα Ερατώ Κοζάκου Μαρκουλλή είναι πρώην υπουργός Εξωτερικών.