Ξεκινώ αυτό το άρθρο με λύπη για τη βιβλική καταστροφή που έπληξε την Τουρκία. Δυστυχώς, ποτέ δεν θα μάθουμε τον ακριβή αριθμό των νεκρών. Η περιοχή θα χρειαστεί πολλά χρόνια για να αναγεννηθεί και το ψυχικό τραύμα θα παραμείνει ανοιχτό.
Οι λόγοι της καταστροφής έχουν αναλυθεί ενδελεχώς από τους ειδικούς στους σεισμούς, στη γεωλογία και στην εδαφομηχανική. Σε αυτό το άρθρο θα επικεντρωθούμε στο κομμάτι της πολιτικής προστασίας και ειδικότερα στο disaster diplomacy. Οι σεισμοί στην Τουρκία και την Ελλάδα το 1999 – σε μια ιδιαίτερα τεταμένη χρονική στιγμή για τις σχέσεις των δυο χωρών – λειτούργησαν κατευναστικά και οδήγησαν σε μια παρατεταμένη περίοδο ηρεμίας. Στη δεδομένη χρονική στιγμή, η Τουρκία έχει να αντιμετωπίσει ένα πολύ μεγαλύτερο (του 1999) πρόβλημα, σε προεκλογική περίοδο. Η διεθνής κινητοποίηση, με αποστολή σωστικών συνεργείων και ενεργοποίηση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Πολιτικής Προστασίας, είναι μεγάλη. Όμως, όσο περνάνε τα 24ωρα προχωράμε στο επόμενο στάδιο στο οποίο θα προχωρήσουν στην απομάκρυνση των ερειπίων. Αποτέλεσε θετική εξέλιξη η αποδοχή της αποστολής της Κυπριακής αποστολής Πολιτικής Προστασίας και ακόμα θετικότερη ότι η πιστοποίηση της Πολιτικής Άμυνας έγινε πριν από λίγους μήνες. Δυστυχώς, η προσπάθεια αυτή δεν ευοδώθηκε μιας και δεν κατέστη δυνατό να βρεθεί πτητικό μέσο για να μεταβεί στην περιοχή.
Μπορεί η Κυπριακή Δημοκρατία να αναβαθμιστεί τόσο –επιχειρησιακά και διπλωματικά– ώστε να διαδραματίσει ρόλο στην ευρύτερη περιοχή σε θέματα πολιτικής προστασίας; Η πιστοποίηση της Πολιτικής Άμυνας (INSRAG) και η δημιουργία του Κέντρου CYCLOPS στη Λάρνακα αποτελούν πρώτα βήματα, δεν είναι όμως αρκετά. Κεφαλαιώδους σημασίας είναι η ενεργός συμμετοχή των πολιτών και η απόδυση του ρόλου του θεατή πριν και κατά τη διάρκεια των καταστροφών. Όπως έχω τονίσει σε παλιότερα άρθρα στην «Κ», η πολιτική προστασία πρέπει να αποτελέσει ένα από τους πυλώνες της εξωτερικής πολιτικής της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ουσιαστική αναβάθμιση της Κυπριακής Δημοκρατίας σε περιφερειακό κόμβο για την Μεσόγειο περιλαμβάνει απαραίτητες ενέργειες. Θεσμικές και διαρθρωτικές αλλαγές που θα οδηγήσουν στη διασύνδεση με το #RescEU, μετάβαση προς ένα σύστημα πολιτικής προστασίας (με σεβασμό στην αυτοτέλεια των υπηρεσιών) κάτω από μια ομπρέλα συνεργασίας που θα προκρίνει την άμεση λήψη αποφάσεων. Απαιτείται η δημιουργία των τεχνικών συνθηκών που θα επιτρέπουν τη δημιουργία τεχνικής βάσης υποδοχής, επιδιόρθωσης και συντήρησης εναέριων μέσων και φιλοξενίας επίγειων δυνάμεων. Η αναβάθμιση της εκπαίδευσης (βασικής και διαρκούς) είναι αναγκαία. Η συνεργασία με τις πανεπιστημιακές και ερευνητικές ομάδες θα πρέπει να είναι στρατηγική προτεραιότητα με σαφείς στόχους. Όλα αυτά, φυσικά, προϋποθέτουν αύξηση προϋπολογισμού και ανάληψη πολιτικών πρωτοβουλιών σε τοπικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.
Παραδοσιακές, καινοφανείς και υβριδικές, ανθρωπογενείς και φυσικές καταστροφές θα συνεχίσουν να συμβαίνουν, αυξάνοντας το κόστος και την ανάγκη για «έξυπνες λύσεις» ειδικά για μικρά και νησιωτικά κράτη. Σε παγκόσμιο επίπεδο οι καταστροφές το 2022 προκάλεσαν οικονομική ζημιά (περίπου) 271 δισεκατομμυρίων δολαρίων, ποσό που αυξήθηκε κατά 20% περίπου σε σχέση με το 2021. Οι καταστροφές αυτές καταδεικνύουν ότι η κοινωνική ασφάλεια, η εθνική ασφάλεια καθίστανται απόλυτη αναγκαιότητα. Υπάρχει αντικειμενικά μια σαφής μετάθεση προτεραιοτήτων σε σχέση με το παρελθόν, γεγονός που πρέπει να γίνει αντιληπτό και από την κοινωνία και την πολιτική εκπροσώπηση. Η περιφερειακή συνεργασία μπορεί να προσφέρει τον απαραίτητο μηχανισμό υποστήριξης.
Η Κυπριακή Δημοκρατία, στο πρόσφατο παρελθόν, ανέπτυξε ουσιαστικές πρωτοβουλίες δημιουργίας σχημάτων περιφερειακής συνεργασίας στην πολιτική προστασία, στη μείωση και διαχείριση των καταστροφών.
Ανατρέχοντας στα γεγονότα, είναι εύκολο να βρει κάποιος επίσημες δηλώσεις των ΥΠΕΞ Ελλάδας - Κύπρου - Ισραήλ στις 22 Αυγούστου 2021 αλλά και δήλωση του Προέδρου της Δημοκρατίας κατά την έναρξη της τριμερούς Ελλάδας - Κύπρου - Ισραήλ το Δεκέμβριο του 2021. Δηλώσεις με σαφή και διπλή στόχευση: την ενίσχυση της κατασταλτικής δυνατότητας (σε φυσικές καταστροφές) της Κυπριακής Δημοκρατίας αλλά και την ενίσχυση του περιφερειακού ρόλου της στη βάση των τριμερών και πολυμερών συνεργασιών. Οι δηλώσεις αυτές είχαν μια ξεκάθαρη στόχευση μιας και μιλάνε για την προώθηση ενός διπλωματικού εργαλείου (ενός νέου Φόρουμ της ΝΑ Μεσογείου για τη Μείωση και Διαχείριση των Καταστροφών) και δεν περιορίζονται απλώς στην ανάπτυξη δυνάμεων επί του εδάφους.
Ουσιαστικά είναι αναγκαία η υιοθέτηση ενός νέου μοντέλου πολιτικής προστασίας. Το νέο μοντέλο πολιτικής προστασίας θα πρέπει να εστιάζει στην προετοιμασία και την πρόληψη και να προϋποθέτει την ενεργό και οργανωμένη συμμετοχή της κοινωνίας. Προϋποθέτει τη συμμετοχή των πολιτών στην εκτέλεση βασικών εργασιών προετοιμασίας και εκτίμησης του κινδύνου σε τοπικό / περιφερειακό επίπεδο. Προϋποθέτει δε, την κατάρτιση Εθνικού Σχεδίου Εκπαίδευσης για την Κλιματική Αλλαγή με έμφαση στην προσαρμογή και αντιμετώπιση των συνεπειών της και με σκοπό τη μεσομακροπρόθεσμη δημιουργία κουλτούρας ασφάλειας / κινδύνου και την μετατροπή της κοινωνίας σε «ανθεκτική κοινωνία» (resilient society).
Ο δρ Γιώργος Μπούστρας είναι καθηγητής Εκτίμησης Κινδύνου του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου.