Ηδη από το καλοκαίρι του 2006, αφότου η Χαμάς ανέλαβε την de facto διακυβέρνηση της Γάζας, οι αλλεπάλληλοι κύκλοι βίας με το Ισραήλ αποτέλεσαν κεντρικό σημείο αναφοράς στις σχέσεις Ισραήλ Αιγύπτου. Εάν εξαιρέσουμε το «προβληματικό διάλειμμα» της θητείας Μοχάμαντ Μόρσι (Ιούνιος 2012 Ιούλιος 2013), οι διακυβερνήσεις Μουμπάρακ και Σίσι λειτούργησαν πυροσβεστικά κάθε φορά που η Γάζα φλεγόταν. Αξιωματούχοι των μυστικών υπηρεσιών και της διπλωματίας, που έχαιραν απόλυτης εμπιστοσύνης του αιγυπτιακού Προεδρικού Μεγάρου, απέκτησαν με τα χρόνια αναντικατάστατες διαπραγματευτικές ικανότητες και καλλιέργησαν αποτελεσματικά εργαλεία επικοινωνίας τόσο με την ηγεσία της Χαμάς όσο και με την εκάστοτε ισραηλινή κυβέρνηση, όταν οι ΗΠΑ, ο ΟΗΕ και η Ευρώπη σήκωναν τα χέρια ψηλά. Το αιγυπτιακό σωσίβιο συνοδευόταν από οικονομικά κίνητρα που πρόθυμα προσέφερε το Κατάρ. Η σημασία της καταρινής συμβολής αποδεικνυόταν εξίσου αναντικατάστατη, καταφέρνοντας να καθιερώσει την άτυπη παρουσία Καταρινού διαπραγματευτή που ανά πάσα στιγμή είχε αποκτήσει το ελεύθερο να προσγειώνεται στο διεθνές αεροδρόμιο του Τελ Αβίβ, να συναντάται με Ισραηλινούς αξιωματούχουςκλειδιά, να μεταβαίνει στη Γάζα και να μεταφέρει μηνύματα εκατέρωθεν. Πάντα, όμως, οι βασικές παράμετροι διαπραγμάτευσης μεταξύ Ισραήλ, Χαμάς και Ισλαμικής Τζιχάντ βασίζονταν σε προεργασία του Καΐρου, είτε ενόψει απελευθέρωσης Ισραηλινών ομήρων και Παλαιστινίων φυλακισμένων, είτε όταν κρινόταν αναγκαίο να γεμίσουν τα άδεια ταμεία της Χαμάς με καταρινά πετροδολάρια, που μεταφέρονταν με βαλίτσες (κυριολεκτικά!) εν είδει λύτρων και εν γνώσει του Ισραήλ.
Από την άλλη, ο πόλεμος που άρχισε στις 7 Οκτωβρίου δεν αποτελεί «ακόμη άλλον έναν κύκλο βίας». Οι Ισραηλινοί εννοούν κάθε λέξη όταν δηλώνουν προς πάσα κατεύθυνση πως «την επομένη του πολέμου στη Λωρίδα της Γάζας δεν θα υπάρχουν η Χαμάς και η Ισλαμική Τζιχάντ ως στρατιωτικές και διοικητικές οντότητες». Σύμφωνα με το λεξικό των Ισραηλινών πολιτικών, η λέξη «πόλεμος» χρησιμοποιήθηκε σκόπιμα για να καταδείξει αυτή τη βασική διαφορά, τονίζοντας ότι η αντιμετώπιση της Χαμάς δεν θα τελειώσει με τον τρόπο που τερματίστηκαν οι προγενέστερες «επιχειρήσεις». Επαγωγικά γίνεται κατανοητό ότι και οι καλές υπηρεσίες της Αιγύπτου των προηγουμένων κύκλων βίας στη Γάζα μοιραίως δεν ταυτίζονται με τις υπηρεσίες που σήμερα καλείται το Κάιρο να προσφέρει. Ο πρόεδρος Σίσι συνειδητοποίησε πολύ γρήγορα αυτή τη σημαντική λεπτομέρεια, ανήμερα την 7η Οκτωβρίου. Ισως πολύ πριν το ίδιο το Ισραήλ αντιληφθεί το μέγεθος της καταστροφής που βρισκόταν ακόμη σε εξέλιξη.
Μετά τη δραματική, πρώτη δήλωση του συμβούλου εθνικής ασφαλείας του Ισραήλ, Τσάχι Χανέγκμπι, ότι η χώρα του δεν πρόκειται να έχει «καμία απολύτως ευθύνη για τις συνθήκες διαβίωσης στη Γάζα μετά το τέλος του πολέμου», οι ΗΠΑ και ορισμένες φιλοδυτικές αραβικές και ευρωπαϊκές κυβερνήσεις άρχισαν να επεξεργάζονται την πιθανότητα μιας μαζικής «παλαιστινιακής μετοίκησης» στην αιγυπτιακή Χερσόνησο του Σινά. Ο Αμπντέλ Φατάχ αλ-Σίσι δήλωσε ξεκάθαρα ότι αυτό δεν πρόκειται να συμβεί, με τον Ιορδανό βασιλιά Αμπντάλα Β΄ να δηλώνει ακριβώς τα ίδια όσον αφορά τη δική του χώρα. Στη συνέχεια το Κάιρο συγκάλεσε διεθνή διάσκεψη, δίνοντας πρόθυμα τη σκυτάλη στις υπόλοιπες αραβικές κυβερνήσεις, οι οποίες αρκέστηκαν να προβούν σε ηχηρές δηλώσεις ανθρωπισμού και προθυμίας στην παροχή βοήθειας, όχι όμως και φιλοξενίας αμάχων στο έδαφός τους, μόνιμης ή μη. Ο Σίσι απογοητεύθηκε έντονα από τη σπουδή των Ισραηλινών να του ρίξουν ένα τέτοιο βάρος, αδιαφορώντας ότι μια «παλαιστινιοποίηση» του Σινά θα δημιουργούσε πλήθος νέων προβλημάτων στην προσπάθεια του αιγυπτιακού στρατού να πατάξει τους πυρήνες του Ισλαμικού Κράτους που βρήκαν πρόσφορο έδαφος επί θητείας Μόρσι. Ισραηλινές πηγές αναφέρουν ότι από τις παραμονές της πρόσφατης διάσκεψης του Καΐρου επικρατεί ψυχρότητα μεταξύ Ισραήλ και Αιγύπτου. Αυτό είναι αληθές.
Ωστόσο, η ψυχρότητα Αιγύπτου Ισραήλ δεν είναι τωρινή. Οταν τον Αύγουστο ο διάδοχος του σαουδαραβικού θρόνου Μοχάμαντ Μπιν Σαλμάν δήλωνε ανοικτά ότι μια εξομάλυνση των σχέσεων με το Ισραήλ θα εντασσόταν στο νέο πλαίσιο στρατηγικής συνεργασίας με τις ΗΠΑ, οι Ισραηλινοί φέρονταν να επικαιροποιούν το ενδεχόμενο κατασκευής αγωγού πετρελαίου και φυσικού αερίου που θα συνέδεε τα κοιτάσματα του Κόλπου με το ισραηλινό μεσογειακό λιμάνι του Ασντόντ, για να εξυπηρετηθούν οι διεθνείς αγορές. Ο αιγυπτιακός Τύπος γέμισε με άρθρα γνώμης, γραμμένα με νασερικό ύφος και ένταση, κατηγορώντας το Ισραήλ ότι επιδιώκει να σαμποτάρει την αιγυπτιακή οικονομία και το στρατηγικό της πλεονέκτημα, αφού ένας αγωγός Περσικού Κόλπου Ασντόντ θα μείωνε την κίνηση της Διώρυγας του Σουέζ.
Υπό τις παρούσες συνθήκες το Ισραήλ δεν έχει την πολυτέλεια να ψυχραίνει τις σχέσεις με τους γείτονές του, ειδικότερα μάλιστα με την Αίγυπτο, η οποία θέλει πρωτίστως να εξυπηρετήσει τα δικά της εθνικά συμφέροντα – κάτι που είναι απολύτως θεμιτό.
Ο κ. Γαβριήλ Χαρίτος διδάσκει Ιστορία των Πολιτικών Σχέσεων Ελλάδας Ισραήλ Κύπρου στο Πανεπιστήμιο ΜπενΓκουριόν και στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Είναι ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ.