Του Αλέξη Παπαχελά
Είμαστε μια παράξενη χώρα, με μεγάλες αντοχές. Την εποχή της μεγάλης οικονομικής κρίσης εξηγούσα σε Ευρωπαίους φίλους ότι αν μια χώρα σαν τη Γαλλία αντιμετώπιζε κάτι παρόμοιο, θα βρισκόταν σίγουρα αντιμέτωπη με την «ημέρα της Βαστίλλης». Η Γαλλία δεν βίωσε την ίδια καταστροφή, δεν έχασε το 25% του ΑΕΠ της μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα. Οι μεταρρυθμίσεις που υλοποίησε ή εξήγγειλε ο πρόεδρος Μακρόν ήταν «λάιτ» σε σύγκριση με όσα έγιναν στην Ελλάδα των μνημονίων.
Παρ’ όλα αυτά, βλέπουμε ότι το παραδοσιακό πολιτικό κατεστημένο της διαλύθηκε με πάταγο. Είναι ασύλληπτο πώς τα δύο μεγάλα κόμματα εξουσίας δεν ξεπέρασαν, μαζί, το 7%. Τρεις ακραίοι, αντισυστημικοί πολιτικοί ηγέτες συγκέντρωσαν πάνω από το 50% και η τελική αναμέτρηση Μακρόν – Λεπέν συνεχίζει να προβληματίζει τους ειδικούς, γιατί κρύβει πολλά υπόγεια ρεύματα και δυναμικές.
Η Γαλλία, χωρίς να περάσει ό,τι πέρασε η Ελλάδα, έφτασε κοντά στο φαινόμενο της Βαστίλλης και κατεδάφισε το παλιό πολιτικό σύστημα. Ο Μακρόν αναγκάστηκε να πάρει πίσω την αύξηση του ορίου ηλικίας για να βγει κάποιος στη σύνταξη και η δεύτερη θητεία του, εάν κερδίσει στις 24 Απριλίου, δεν θα είναι καθόλου εύκολη.
Ολα τα exit polls δείχνουν ότι η θεαματική αύξηση του κόστους ζωής έφερε στη Γαλλία μία εκδοχή αυτού που ζήσαμε εμείς το 2012. Η ακρίβεια έχει οδηγήσει σημαντικά τμήματα της γαλλικής κοινωνίας στην απελπισία και στην αμφισβήτηση των κλασικών πολιτικών συνταγών, ίσως και της ίδιας της δημοκρατίας.
Τον κίνδυνο προφανώς νιώθει και η γερμανική ηγεσία, η οποία τρέμει για τον συνδυασμό ακρίβειας και ύφεσης που θα μπορούσε να προκληθεί από ένα εμπάργκο στο ρωσικό φυσικό αέριο. Το Βερολίνο δεν κρύβεται, εξηγεί πολύ κυνικά ότι δεν αντέχει να κάνει αυτό που «θα έπρεπε» σε σχέση με την Ουκρανία, γιατί το κοινωνικό και πολιτικό κόστος είναι απαγορευτικό.
Οσο για εμάς εδώ, δοκιμάζονται για άλλη μία φορά οι αντοχές της κοινωνίας. Μετά το κραχ και τη χρεοκοπία, ήλθε η πανδημία –μόλις σήκωσε κεφάλι ένα κομμάτι της κοινωνίας– και αμέσως μετά το τσουνάμι της ακρίβειας. Είναι σαν κάποιος να κάνει ένα πείραμα, να θέλει να τεστάρει τις αντοχές μιας κοινωνίας και να διαπιστώσει αν θα σαγηνευτεί από τις σειρήνες του λαϊκισμού για μία ακόμη φορά. Παρά το πρώιμο και ακριβό φροντιστήριο.