
Του Αλέξη Παπαχελά
Η σχέση της Ελλάδας με το Ισραήλ έχει γίνει με το πέρασμα του χρόνου στέρεη και βαθιά. Δεν επηρεάζεται ούτε από τις αλλαγές των κυβερνήσεων στην Ελλάδα, ούτε όμως και από τα όσα γίνονται στη Μέση Ανατολή. Και αυτό είναι πολύ σημαντικό. Μην ξεχνάμε πως η στρατηγική σχέση που γεννήθηκε μέσα από μια τυχαία συνάντηση Παπανδρέου – Νετανιάχου στη Μόσχα πριν από δεκαπέντε χρόνια άντεξε στην περίοδο της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, γεγονός που απέδειξε στους πλέον δύσπιστους που θυμούνταν τις άσκοπες «αγκαλιές» του παρελθόντος ότι δεν πρόκειται για κάτι εφήμερο.
Ο πόλεμος στη Γάζα θα μπορούσε επίσης να βάλει φρένο στις διμερείς μας σχέσεις. Γιατί είναι όντως δύσκολο να αποδεχθούμε μερικά από τα όσα συμβαίνουν εκεί. Η Ελλάδα είναι όμως κράτος, όχι ινστιτούτο μελετών. Είναι ένα κράτος το οποίο αντιμετωπίζει μια «υπαρξιακή» απειλή, όπως και το Ισραήλ, και το οποίο πρέπει να προτάσσει το σκληρό εθνικό του συμφέρον. Αν ζούσαμε περιτριγυρισμένοι από λίμνες και συνορεύαμε με το Βέλγιο και την Ελβετία, θα μπορούσαμε ενδεχομένως να σκεπτόμαστε διαφορετικά. Ζούμε σε μια επικίνδυνη γειτονιά, με πολλές απειλές και έναν γείτονα που μεθάει από την ασυμμετρία και θέλει να διευρύνει τον ζωτικό του χώρο σε όλες τις κατευθύνσεις.
Το παράδοξο είναι πως η Ελλάδα τα έχει καλά και με τα «δύο Ισραήλ», και το υπερσυντηρητικό που στηρίζει τον Νετανιάχου και το άλλο, το φιλελεύθερο που καταπιέζεται αφόρητα από τις εσωτερικές εξελίξεις. Οι μη θρησκευόμενοι και φιλελεύθεροι Ισραηλινοί πολίτες νιώθουν άνετα στην Ελλάδα και πολλοί θέλουν να την κάνουν δεύτερη βάση τους, ακόμη και πατρίδα. Αγοράζουν σπίτια στην Αττική και φάρμες στην Εύβοια, περπατούν στο Πήλιο και στο Ζαγόρι και ενθουσιάζονται με την ελληνική εξωστρέφεια. Θέλουν επίσης να έχουν μια δεύτερη επιχειρηματική βάση εδώ, εντός της Ε.Ε. Οι άλλοι μας βλέπουν σαν έναν φυσικό σύμμαχο που μπορεί να προσφέρει στρατηγικό βάθος στο Ισραήλ και να του σταθεί σε μια «ώρα ανάγκης». Τελευταία βλέπουν επίσης την Τουρκία σαν μια νέα απειλή, μια χώρα με ισχυρό οπλοστάσιο που θέλει να παίξει ηγεμονικό ρόλο στην περιοχή, βάζοντας συχνά το Ισραήλ στο στόχαστρο με ρητορική που θυμίζει Ιράν. Με φυσική συνέπεια να αντιμετωπίζουν την Ελλάδα αλλά και την Κύπρο, που έχει κάνει πολύ συστηματική δουλειά στην εμβάθυνση των σχέσεών της με το Ισραήλ, ως σοβαρούς συμμάχους.
Μπορούμε να κερδίσουμε πολλά από αυτή τη σχέση. Αν, για παράδειγμα, θέλουμε να δημιουργήσουμε ένα ζωντανό οικοσύστημα αμυντικής βιομηχανίας και τεχνολογίας, δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος από τις συνέργειες μεταξύ επιχειρήσεων των δύο χωρών. Ηδη έχουν γίνει βήματα σε αυτή την κατεύθυνση, ειδικά με την πρόσφατη επίσκεψη του πρωθυπουργού στο Ισραήλ. Οι δυνατότητες είναι άπειρες και το βασικό εμπόδιο είναι η έλλειψη οργάνωσης και επαγγελματισμού από την πλευρά του ελληνικού κράτους για να «τρέξει» γρήγορα και αποτελεσματικά αυτό το εγχείρημα.
Τα υπόλοιπα οφέλη είναι ορατά διά γυμνού οφθαλμού, σε σημείο που αρχίζουν και εξοργίζουν γειτονικές κυβερνήσεις. Οι ελληνοϊσραηλινές σχέσεις είναι εδώ για να μείνουν. Αρκεί να θυμόμαστε δύο βασικές αρχές: ότι κανείς δεν δίνει υπεργολαβία την ασφάλεια και την εξωτερική του πολιτική και, επίσης, ότι σε αυτή την περιοχή κανείς δεν πολεμά τον πόλεμο κάποιου άλλου.