Του Αλέξη Παπαχελά
Ούτε η κεντροδεξιά παράταξη ούτε, πολύ περισσότερο, η χώρα αντέχει άλλον ένα καβγά Μητσοτάκη – Σαμαρά, που θα οδηγήσει στην πολιτική αποσταθεροποίηση της χώρας. Δεν αντέχει επίσης μια ρήξη μητσοτακικών – καραμανλικών. Και τα δύο τα έχει ζήσει στο παρελθόν. Οι πρωταγωνιστές είχαν τα ίδια επώνυμα, σε δύο περιπτώσεις αλλάξαμε απλώς γενιά…
Ο ελληνικός λαός ταλαιπωρήθηκε για παραπάνω από μία δεκαετία. Πλήρωσε ακριβά τη φαυλότητα και τη σπατάλη του πολιτικού του συστήματος, που οδήγησαν στη χρεοκοπία και στα μνημόνια. Στη συνέχεια, δε, πλήρωσε επίσης πανάκριβα τους τυχοδιωκτικούς πειραματισμούς του ΣΥΡΙΖΑ. Για πρώτη φορά ύστερα από πολλά χρόνια, βιώνει μια περίοδο πολιτικής σταθερότητας. Ενα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας πιέζεται ασφυκτικά, όμως δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ανασφάλεια για το τι θα μας ξημερώσει έχει φύγει. Η χώρα κέρδισε την αξιοπιστία της στο εξωτερικό με πολύ κόπο. Θα είναι πραγματικό έγκλημα εάν η χώρα φύγει από τις ράγες.
Κανείς δεν μπορεί να κυβερνά εντελώς μόνος του, κανείς δεν μπορεί να απαιτεί να συγκυβερνά από το πίσω κάθισμα
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης εξελέγη αρχηγός της Ν.Δ. και κέρδισε δύο εκλογές με πολύ καθαρή πλειοψηφία. Οι δύο πρώην πρωθυπουργοί ένιωσαν άβολα, καθώς τους «πήρε το μαγαζί» η επόμενη γενιά και όχι η ηγεσία της επιλογής τους.
Εχουν ασφαλώς και τα θεμιτά παράπονά τους. Ο πρωθυπουργός θα μπορούσε να σήκωνε το τηλέφωνο μια φορά κάθε τόσο για να τους δει ή να ρωτήσει τη γνώμη τους για κάποιο σοβαρό θέμα. Δεν το έκανε. Τα πρώτα χρόνια της διακυβέρνησής του, υπήρξαν φαινόμενα αλαζονικής συμπεριφοράς εκ μέρους του Μαξίμου απέναντι στα κορυφαία στελέχη της παράταξης, ενώ ποτέ δεν λειτούργησε μια ουσιαστική κυβερνητική επιτροπή. Οι υποκλοπές κλόνισαν πολλούς και προκάλεσαν βαθιές ρωγμές σε σχέσεις εμπιστοσύνης. Υπήρξαν ακόμη λάθη στη δοσολογία της πολιτικής συνταγής που προσπαθούσε να κρατήσει και το Κέντρο ικανοποιημένο και τη Δεξιά της Ν.Δ. χαρούμενη, με αποκορύφωμα όχι την ίδια την ψήφιση, αλλά τους μεθεόρτιους πανηγυρισμούς για τον γάμο των ομοφύλων.
Υπάρχει όμως και μια υποθετική διαφωνία που αφορά τα ελληνοτουρκικά. Υποθετική, γιατί κανείς δεν ξέρει (α) για ποιο πράγμα μιλάμε και (β) αν και πότε θα καταλήξει σε κάποια απτή συμφωνία. Δημιουργείται η εντύπωση πως το τι υπάρχει στο τραπέζι το γνωρίζουν μόνον οι κ. Γεραπετρίτης και Φιντάν και οι ηγέτες των δύο χωρών. Οι δύο πρώην πρωθυπουργοί έχουν στείλει το μήνυμα ότι θα βρεθούν απέναντι σε μια κακή συμφωνία, που θα ξεκινάει π.χ. τον καθορισμό των θαλασσίων ζωνών από τα έξι μίλια παντού. Καλώς το πράττουν, αν και υπάρχει το ερώτημα γιατί δεν επεκτάθηκαν τα ελληνικά χωρικά ύδατα επί των ημερών τους, όταν ήταν στρατηγικά πιο εύκολο. Δεν θα είναι, πάντως, μόνοι απέναντι σε μια κακή συμφωνία. Δεν θα περνάει από τη Βουλή και θα βρει απέναντι όσους γνωρίζουν τα θέματα και την προϊστορία τους σε βάθος.
Σε μια ώριμη χώρα και σε μια ώριμη παράταξη, κανείς δεν μπορεί να κυβερνά εντελώς μόνος του, κανείς δεν μπορεί να απαιτεί να συγκυβερνά από το πίσω κάθισμα και –το κυριότερο– κανείς δεν δικαιούται να αποσταθεροποιήσει τη χώρα για ένα καπρίτσιο.