ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Η σημασία της ψήφου των Τουρκοκυπρίων στις ευρωεκλογές

Του ΓΙΑΝΝΟΥ ΚΑΤΣΟΥΡΙΔΗ

Οι επερχόμενες εκλογές για την ανάδειξη των εκπροσώπων της Κύπρου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (ΕΚ) χαρακτηρίζονται από μια σημαντική ιδιαιτερότητα. Είναι οι μοναδικές εκλογές στις οποίες συμμετέχουν (σχετικά) μαζικά οι Τουρκοκύπριοι παρόλο που οι εκλογές διοργανώνονται από την Κυπριακή ∆ημοκρατία. Η συμμετοχή αυτή ενέχει σημαντικές προεκτάσεις τόσο πολιτικά όσο και αριθμητικά, τις οποίες θα προσπαθήσω να σκιαγραφήσω πολύ αδρά.

Αρχικά, είναι καλό να θυμηθούμε ότι δεν είναι η πρώτη φορά που συμμετέχουν Τουρκοκύπριοι ως υποψήφιοι σε ευρωπαϊκές εκλογές. Έχει συμβεί ξανά το 2004, το 2014 και το 2019. Το 2004 διεκδίκησε μόνο ένας Τουρκοκύπριος υποψήφιος ως ανεξάρτητος. Το 2014 είχαν διεκδικήσει εκλογή το τουρκοκυπριακό Σοσιαλιστικό Κόμμα Κύπρου (KSP) με δύο υποψηφίους, το δικοινοτικό ψηφοδέλτιο της «∆ικοινοτικής Ριζοσπαστικής Αριστερής Συνεργασίας» (∆.Ρ.Α.Συ-ΕΥΛΕΜ) με επίσης δύο Τουρκοκύπριους υποψήφιους, και ο Σενέρ Λεβέντ ως ανεξάρτητος. Το 2019 διεκδίκησαν η πλατφόρμα «Κίνημα Γιασεμί» με έξι Τουρκοκύπριους υποψήφιους και επικεφαλής τον Λεβέντ, το τουρκοκυπριακό Σοσιαλιστικό Κόμμα Κύπρου ξανά με δύο υποψηφίους, και ο Νιαζί Κιζιλγιουρέκ με το ΑΚΕΛ. Η υποψηφιότητα του κ. Κιζιλγιουρέκ συνιστούσε ρήξη με την έως τότε πρακτική, αφού ήταν η πρώτη φορά που Τουρκοκύπριος διεκδικούσε εκλογή υπό την ομπρέλα ενός ελληνοκυπριακού κόμματος και μάλιστα με επιτυχία, όπως αποδείχτηκε.

Στις επερχόμενες εκλογές του Ιουνίου 2024 τρεις Τουρκοκύπριοι διεκδικούν εκλογή με τρία διαφορετικά ελληνοκυπριακά πολιτικά κόμματα. Ο ένας μάλιστα είναι και αξιωματούχος του κόμματος με το οποίο κατέρχεται ως υποψήφιος (Volt). Αυτή τους η συμμετοχή είναι σίγουρα ιδιαίτερη και πολιτικά αρκετά σημαντική, αφού σηματοδοτεί την αποδοχή εκ μέρους μιας μερίδας της τουρκοκυπριακής κοινότητας της διεκδίκησης πολιτικής εκπροσώπησης μέσα από το πλαίσιο, τις δομές και τους μηχανισμούς που παρέχει η Κυπριακή ∆ημοκρατία ως κράτος μέλος της Ε.Ε. Συμβολίζει, σε ένα βαθμό, μια ενωτική προοπτική, η οποία διευκολύνεται τόσο από το γεγονός ότι η Κυπριακή ∆ημοκρατία εντάχθηκε ολόκληρη το 2004 ως μέλος της Ε.Ε. όσο και από το ότι οι ευρωπαϊκές εκλογές γίνονται αντιληπτές, και είναι, διαφορετικές από τις εθνικές εκλογές. Εξού και δεν πρέπει να θεωρηθεί η συμμετοχή των Τουρκοκυπρίων υποψηφίων a priori ως αναγνώριση των δομών της Κυπριακής ∆ημοκρατίας από τους ίδιους, λόγω ακριβώς των ιδιαιτεροτήτων των ευρωπαϊκών εκλογών.

Παρόλο που η συμμετοχή τους γίνεται μέσα από κομματικές πλατφόρμες που λειτουργούν στο πλαίσιο της Κυπριακής ∆ημοκρατίας, μια επιπλέον υπόθεση εργασίας που μπορεί να εξηγήσει αυτή τη συμμετοχή είναι το γεγονός ότι πιθανή εκλογή τους παρέχει σημαντικό πεδίο αυτονομίας στο ευρωπαϊκό πλαίσιο. ∆εδομένου ότι μετά την εκλογή του ένας (οποιοσδήποτε) ευρωβουλευτής έχει αυξημένα περιθώρια άσκησης μιας πιο αυτόνομης και προσωπικής πολιτικής και όχι απολύτως δεσμευμένης από τις προσταγές του κόμματος με το οποίο εκλέγεται, τότε η συμμετοχή τους μπορεί να ιδωθεί και ως μια προσπάθεια πιο αυτόνομης εκπροσώπησης της τουρκοκυπριακής κοινότητας. Την οποία (αυτονομία), σε κάθε περίπτωση, μπορεί να έχει διαπραγματευτεί και συνεννοηθεί ήδη με το κόμμα με το οποίο κατέρχεται ο κάθε υποψήφιος.

Η παρουσία περισσότερων Τουρκοκύπριων υποψηφίων πιθανότατα θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη συμμετοχή και Τουρκοκύπριων ψηφοφόρων. Άλλωστε, ήδη το 2019 ψήφισαν 5.804 σε σχέση με 1.856 το 2014. Η μεγάλη πλειοψηφία αυτών που ψήφισαν το 2014 επέλεξαν τον κ. Κιζιλγιουρέκ και το ΑΚΕΛ (4.076) δίνοντας στο κόμμα ένα (επιπλέον) ποσοστό κοντά στο 1,5%. Αυτό από μόνο του καταδεικνύει ότι η αριθμητική συμμετοχή των Τουρκοκυπρίων δεν έχει μόνο πολιτική σημασία σε σχέση με το Κυπριακό, αλλά και πολιτικο-εκλογική σημασία, αφού πιθανότατα θα καθορίσει και το τελικό ποσοστό των κομμάτων που φιλοξενούν Τουρκοκύπριους υποψήφιους, ακόμα και την πρωτιά, αν ΑΚΕΛ και ∆ΗΣΥ είναι όντως κοντά σε σχέση με τις επιδόσεις τους, όπως δείχνουν οι μετρήσεις μέχρι στιγμής.

∆εν πρέπει να μας διαφεύγει ότι οι δημοσκοπήσεις που διενεργούνται δεν συμπεριλαμβάνουν τους Τουρκοκύπριους, άρα δεν έχουμε εικόνα ως προς την επίδραση της πιθανής συμμετοχής τους. Είναι καλό, επίσης, να θυμόμαστε ότι με βάση τη συνολική συμμετοχή το 2019, το 1% του εκλογικού σώματος αντιστοιχούσε σε περίπου 2.900 ψήφους. Αυτό σημαίνει ότι αν η συμμετοχή των Τουρκοκυπρίων αυξηθεί σημαντικά σε σχέση με το 2019 και έχει παρόμοια κομματική συμπεριφορά, δηλαδή ψήφο στο ΑΚΕΛ, θα ευνοήσει σημαντικά το κόμμα αυτό στο τελικό αποτέλεσμα σε σχέση με τη μάχη για την πρώτη θέση.

Σε σχέση λοιπόν με την εκλογική επίδραση και λόγω του ψηλού εκλογικού μέτρου (16,6%), η αυξημένη συμμετοχή των Τουρκοκυπρίων πιθανόν να έχει σημαντική επίδραση στο αποτέλεσμα όσον αφορά κυρίως την πρωτιά, αλλά θα είναι μάλλον λιγότερο καθοριστική ως προς την απόκτηση έδρας από ένα εκ των δύο άλλων κομματικών σχηματισμών που περιλαμβάνουν Τουρκοκύπριο υποψήφιο. Εκτός αν η πέμπτη θέση αποδειχθεί «προνομιούχα». Μπορεί όμως να βελτιώσει το αριθμητικό τους αποτέλεσμα και να εγγράψει υποθήκες για τις μελλοντικές εκλογικές αναμετρήσεις.

Ο κ. Γιάννος Κατσουρίδης είναι αναπληρωτής καθηγητής Συγκριτικής Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Προσωπικότητες στην ''Κ'': Τελευταία Ενημέρωση