Τι γίνεται με την ανάπτυξη της Λεμεσού; Ποιος προχωρεί σε αναπτυξιακά έργα και μέχρι πού βρίσκεται η υλοποίησή τους; Ποιος καθορίζει την κατανομή των κρατικών αναπτυξιακών πόρων του κράτους και βάσει ποιων κριτηρίων; Υπάρχουν αρκετά ερωτήματα που αιωρούνται αλλά την ίδια ώρα και δεδομένα που δυστυχώς καταδεικνύουν τον άνισο καταμερισμό αναπτυξιακών πόρων από πλευράς του κράτους εις βάρος της Λεμεσού. Αναλογικά αλλά και ουσιαστικά. Τέλος Οκτωβρίου προέβην σε σχετική δήλωση για το θέμα και μετέπειτα υπέβαλα επίσης και σχετική κοινοβουλευτική ερώτηση προς τους αρμόδιους φορείς.
Μέσα από τη σημερινή παρέμβασή μου επανέρχομαι στο ίδιο θέμα, διότι κρίνω ότι το όλο ζήτημα είναι εξόχως σοβαρό και θα πρέπει να αναδειχθεί όσο το δυνατόν περισσότερο ώστε αυτή η ανισότητα να τερματιστεί.
Η Λεμεσός δεν αποτελεί μόνο την ατμομηχανή της κυπριακής οικονομίας, αλλά έχει καταστεί συνώνυμο με τον σύγχρονο τρόπο ζωής και την αρμονική ισορροπία μεταξύ του χθες, του σήμερα και του αύριο. Συνδυάζοντας το παλιό με το νέο, το παραδοσιακό με το μοντέρνο, το απέραντο γαλάζιο της θάλασσας με το πράσινο του Τροόδους. Από τις παραδοσιακές βιοτεχνίες μέχρι τη βιομηχανία υψηλής τεχνολογίας. Από την αλιεία μέχρι το μεγαλύτερο εμπορικό λιμάνι της Ανατολικής Μεσογείου.
Η επαρχία μας αποτελεί «brand» δυνατό και αναγνωρίσιμο στο εξωτερικό. Μπορεί να «σταθεί» και «στέκεται» μόνη της ως έννοια, αυτόνομα, όπως δηλαδή άλλες πόλεις του εξωτερικού, συγκρινόμενη ακόμη και με ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Η Λεμεσός τα κατάφερε και τα καταφέρνει χωρίς να διαθέτει τον προνομιακό τίτλο της «πρωτεύουσας». Έχει τη «δόξα», έχει τη «χάρη», αλλά δεν έχει τους πόρους και τις υποδομές που θα έπρεπε και που τις αναλογούν.
Η Λεμεσός, αν και συμβάλλει ουσιαστικά ή καλύτερα πρωταγωνιστικά στο να οδηγεί την Κύπρο μπροστά, η προσέγγιση του κράτους στην κατανομή των αναπτυξιακών πόρων είναι αυτή του «φτωχού συγγενή». Αδικούμαστε διαχρονικά και η αδικία αυτή συνεχίζεται και σήμερα. Και ακόμη χειρότερα, αυτό δεν φαίνεται ότι θα αλλάξει στο άμεσο μέλλον. Διαβάζοντας το προσχέδιο του προϋπολογισμού και καταλαβαίνοντας τους μελλοντικούς συσχετισμούς διαφαίνεται ότι η άνιση κατανομή κρατικών πόρων εις βάρος της Λεμεσού θα συνεχιστεί. Είναι γι’ αυτό τον λόγο που κρίνω άλλωστε ότι απαιτείται παρέμβαση.
Ενδεικτικά της μεγάλης ανισότητας όσον αφορά τους δημόσιους πόρους είναι τα δημόσια έργα. Με βάση τον περυσινό αλλά και τον φετινό προϋπολογισμό, η Λεμεσός συγκριτικά του πληθυσμού της, του μεγέθους και της συνεισφοράς της στο ΑΕΠ της χώρας, παίρνει λιγότερα απ’ όσα δικαιούται. Για οδικά έργα ύψους σχεδόν μισού δισεκατομμυρίου ευρώ για το 2024-2025, στη Λεμεσό αναλογούν έργα ύψους μόλις €49 εκατομμυρίων ευρώ. Σχεδόν το 10%, δηλαδή. Στα δε οικοδομικά έργα, από το σύνολο των περίπου 330 εκατομμυρίων ευρώ, στη Λεμεσό αντιστοιχεί μόλις το 5,6% (18,4 εκατομμύρια ευρώ) και με μόλις τέσσερα έργα.
Όταν έχεις καταφέρει να αποτελέσεις πόλο έλξης για κόσμο και εταιρείες από το εξωτερικό, όταν έχεις καταφέρει να είσαι σημείο αναφοράς για τη ναυτιλία, τον τουρισμό, το real estate, τη βιομηχανία υψηλής τεχνολογίας αλλά και για την ποιότητα ζωής, όταν έχεις ακόμη κοινωνικά σύνολα που αλληλοεπιδρούν, ενεργούν και συμβάλλουν και όταν έχεις και διατηρείς σεβασμό στην παράδοση, δεν μπορείς να δίνεις πίσω στον κόσμο μόνο προβλήματα και χαώδη καθημερινότητα.
Γιατί κάποια στιγμή θα σταματήσεις να είσαι ελκυστικός προορισμός. Θα σταματήσεις να αποτελείς επιχειρηματικό κέντρο και δεν θα μπορείς να συνδυάζεις όλα αυτά που ήδη προσφέρεις (τεχνογνωσία, location, κέντρο υπηρεσιών κτλ.) μαζί με την ευελιξία και την ποιότητα ζωής, που είναι αφενός «δυνατά ζητούμενα» για κάθε πολίτη και για κάθε εταιρεία και που αφετέρου είναι συνυφασμένα με τη βελτίωση και τη δημιουργία δημοσίων υποδομών και αναπτύξεων. Είτε αυτά είναι δρόμοι (που θα συμβάλουν και στο κυκλοφοριακό, το οποίο αποτελεί τη μεγαλύτερη μάστιγα της καθημερινότητας των κατοίκων και επισκεπτών της Λεμεσού) είτε αυτά είναι οικοδομικά έργα (αναβάθμιση πολιτιστικών κτηρίων, μουσεία, θέατρα κτλ.). Ο αριθμός είναι μεγάλος. Και όταν μια πόλη δεν μπορεί να συνδυάσει τα πιο πάνω, ως αποτέλεσμα, ως φυσιολογικό επακόλουθο, θα είναι να σταματήσεις να αποτελείς ελκυστικό προορισμό.
Ας το παραδεχτούμε: Η ανάπτυξη της Λεμεσού και η σημερινή της εικόνα οφείλεται κατά βάση στην ιδιωτική πρωτοβουλία. Και την ίδια ώρα, ένα κράτος που επωφελείται στο έπακρο από όσα παράγονται στη Λεμεσό, δίνει πίσω ένα μικρό κομμάτι της πίτας. Αυτό πρέπει να σταματήσει άμεσα.
Το όλο ζήτημα δεν έχει ούτε κομματικό χρώμα, ούτε και θα πρέπει να αποτελεί σημείο πολιτικής αντιπαράθεσης. Ως βουλευτής Λεμεσού θεωρώ καθήκον μου από τη στιγμή που εντοπίζεται αυτή η ανισότητα, εις βάρος της επαρχίας μου, να διεκδικήσω εκ μέρους των Λεμεσιανών και μαζί και με άλλους φορείς:
- Να φέρουμε στη Λεμεσό τα έργα και τις υποδομές που χρειάζονται οι κάτοικοί της.
- Να δημιουργήσουμε στη Λεμεσό συστήματα σύγχρονα και αποτελεσματικά.
- Να δώσουμε στη Λεμεσό την προοπτική που χρειάζεται για να συνεχίσει την ανάπτυξή της.
Η απόδοση στη Λεμεσό όσων δικαιούται δεν είναι ούτε ιστορική υποχρέωση, ούτε σοβινιστικό αίτημα. Είναι η αναπόφευκτα λογική επιλογή και –βασικά– ο μόνος τρόπος να συνεχίσει να λειτουργεί η ατμομηχανή της Κύπρου απρόσκοπτα.
Η κα Φωτεινή Τσιρίδου είναι βουλευτής ΔΗΣΥ Λεμεσού.