Σε συνέντευξή του στην «Ελευθεροτυπία», τον Φεβρουάριο του 1989, ο αείμνηστος φιλόσοφος Κορνήλιος Καστοριάδης είχε υποστηρίξει ότι η Ελλάδα βρισκόταν σε «προ-πολιτικό» στάδιο. Εννοούσε ότι μια χώρα που κατατρύχεται από οικογενειοκρατία και παρεοκρατία, σκανδαλολογία και αρχηγισμό, κουτσομπολιό και κουτσαβακισμό, δεν κινείται στη σφαίρα της Πολιτικής. Με δικά του λόγια: «Η Ελλάδα δεν είναι μια πολιτική κοινωνία, αλλά ένα είδος τεράστιας οικογένειας, που μέσα της επικρατούν υστερικές κραυγές του τύπου: «‘Τι μου έκανες, εγώ που σου είχα δώσει τόσα;’ […], δηλαδή είναι μια κατάσταση προ-πολιτική. Δεν υπάρχει πολιτική στην Ελλάδα, υπάρχει προσωπολογία, κουτσομπολιό, όπως ακριβώς στις οικογενειακές υποθέσεις της γειτονιάς». Προφανώς δεν είχε υπόψη του την Κύπρο.
Χαρακτηριστικό της «προπολιτικής» είναι η απουσία κατευθυντήριων οραμάτων, κινητοποιών ιδεών, και προγραμματικών επιλογών για τη συγκρότηση της κοινής πολιτείας. Στη θέση τους τίθεται η γλώσσα του καφενέ, οι καβγάδες και οι αγάπες της οικογένειας, η κουβεντούλα της παρέας. Οι συζητητές μιλούν για να περνούν την ώρα τους, αλληλοκολακεύονται και αλληλοφοβερίζονται, κομπορρημονούν ή εκτονώνονται. Ένα πράγμα δεν κάνουν: δεν συν-αναζητούν τρόπους διαχείρισης της συλλογικής αβεβαιότητας, το οποίο, σύμφωνα με τον Καστοριάδη, ορίζει την Πολιτική. Δεν προβάλλουν ανταγωνιστικές ιδέες για τη λειτουργία του δημόσιου βίου.
Δείτε τη γλώσσα των υποψηφίων για τη θέση του προέδρου του ΔΗΣΥ. Καταθέτοντας την υποψηφιότητά του, ο κ. Δημήτρης Δημητρίου δήλωσε: «[Απευθύνομαι] στις χιλιάδες των αγνών, περήφανων Συναγερμικών. […] Απ’ αυτούς παίρνω δύναμη, ζητώ τη στήριξή τους για να προχωρήσουμε μαζί, να δυναμώσουμε, να μεγαλώσουμε τον Δημοκρατικό Συναγερμό. […]. Είμαι έτοιμος, είμαι δυνατός, έχω την όρεξη, έχω τον χρόνο να κάνουμε αυτή τη μάχη με αξιοπρέπεια, με πολιτικό ήθος, με ειλικρίνεια για τις καλύτερες μέρες του Δημοκρατικού Συναγερμού». Πέρα από τον δυναμισμό που λέει ότι διαθέτει (η φρασεολογία του δεν διαφέρει από αυτή του Τσιτσιπά πριν από ένα παιχνίδι τένις), την οπαδική γλώσσα του κομματικού πατριωτισμού, και την επιθυμία του να «μεγαλώσει» το κόμμα, τι πολιτικά ενδιαφέρον μας είπε ο κ. Δημητρίου; Τι πολιτικό πρόταγμα υιοθετεί, με βάση το οποίο κρίνει ότι θα «πάει μπροστά» ο ΔΗΣΥ; Ποιο είναι το πολιτικό του στίγμα; Ποιες λέξεις-κλειδιά τον περιγράφουν πολιτικά; Άγνωστο.
Δείτε τώρα τη γλώσσα της κ. Αννίτας Δημητρίου. Καταθέτοντας την υποψηφιότητά της δήλωσε: «Να βρούμε το θάρρος να παραδεχθούμε λάθη και αδυναμίες […] Η ενότητα αποτελεί σήμερα κορυφαίο ζητούμενο για τον Δημοκρατικό Συναγερμό. […] Με παρακαταθήκες τις αξίες του […] Γλαύκου Κληρίδη και με βασικό στόχο την επίλυση του κυπριακού προβλήματος και βασική έγνοια τα προβλήματα της κοινωνίας, τον εκσυγχρονισμό του κράτους αλλά και την ενίσχυση της εμπιστοσύνης στους θεσμούς του τόπου μας, θέτω τον εαυτό μου στη διάθεση του περήφανου κόσμου του Δημοκρατικού Συναγερμού».
Δεν ξέρω πώς αισθάνονται με τόση κολακεία τα μέλη του ΔΗΣΥ, αλλά ματαίως αναζήτησα το πολιτικό στίγμα της Προέδρου της Βουλής. Τι θέλει να κάνει ως πρόεδρος του ΔΗΣΥ; Τι αντιπροσωπεύει γι’ αυτήν η Δεξιά σήμερα; Αν και ο λόγος της είναι κατά τι ποιο πολιτικός από αυτόν του κ. Δημητρίου, πώς θα «ενισχυθεί η εμπιστοσύνη στους θεσμούς», μετά από δέκα χρόνια εξαχρείωσης των θεσμών επί προεδρίας Αναστασιάδη, τη θητεία του οποίου εκθείασε στη δήλωσή της; Ενώ προτρέπει τα μέλη του ΔΗΣΥ να συζητήσουν τα «λάθη» του κόμματος, η ίδια δεν το κάνει: η επίδοξη ηγέτις καλεί τους ακόλουθους να κάνουν τα δύσκολα! Συγχρόνως, αποσιωπά το σημαντικότερο: πιστεύει ότι αποκτώντας την προεδρία του ΔΗΣΥ και παραμένοντας Πρόεδρος της Βουλής θα ενισχυθεί η εμπιστοσύνη των πολιτών στο υψηλό αξίωμά της; Ως αρχηγός κόμματος είναι υποχρεωμένη να συγκρούεται με τους αντιπάλους της, ενώ ως πρόεδρος της Βουλής οφείλει να είναι συναινετική και πάνω από την κομματική διαμάχη. Συγκλίνουν τα ασύμβατα;
Υπάρχουν κι άλλα. Όταν ανακοίνωσε την ταπεινωτική απόσυρση της υποψηφιότητάς του για την προεδρία του ΔΗΣΥ, ο απερχόμενος πρόεδρος ερωτήθηκε από δημοσιογράφο μια πολιτική ερώτηση. Η απάντησή του ήταν γνησίως προπολιτική: του αρκεί, είπε, «η αγάπη της Μαρίας μου [σ.σ. συζύγου] και του λαού»! Είχε προηγηθεί μια ακόμη επίδειξη ηθικής αυτοδικαίωσης για να εξηγηθεί η απόσυρσή του: «Αξιοπρέπεια, Ευθύνη και Ενότητα». Ο κ. Νεοφύτου δεν φαίνεται να αντιλαμβάνεται ότι τις ηθικές ιδιότητές μας τις συνάγουν άλλοι, με βάση τη συμπεριφορά μας, δεν τις διακηρύσσουμε εμείς για τον εαυτό μας (εκτός κι αν διαθέτει κανείς τον θηριώδη ναρκισσισμό ενός Τραμπ). Ο γενναίος άνθρωπος λ.χ. δεν βροντοφωνάζει «δείτε πόσο γενναίος είμαι». Συμπεριφέρεται γενναία και αφήνει τους άλλους να συνάγουν το συμπέρασμα. Το ίδιο και ο αξιοπρεπής.
Για να δείτε πολιτική γλώσσα σε ενδοκομματικό αγώνα διαδοχής, ανατρέξτε στον λόγο υποψηφίων των δύο μεγάλων κομμάτων στην Αμερική. Ψηφίζοντας τον εθνολαϊκιστή Τραμπ, ο Ρεπουμπλικάνος ήξερε τι είδους αντιλήψεις υποστήριζε. Ψηφίζοντας τον σοσιαλιστή Σάντερς ή τον μετριοπαθή προοδευτικό Μπάιντεν, ο Δημοκρατικός επέλεγε συγκεκριμένη κατεύθυνση για τη χώρα. Κι αν η Αμερική είναι πολύ διαφορετική για τα μεσανατολίτικα ήθη μας, δείτε, πλησιέστερα, τον πολιτικό λόγο του Κώστα Σημίτη, όταν διεκδικούσε την προεδρία του ΠΑΣΟΚ, το 1996. Η σκέψη του διέθετε κεντρικό άξονα, η καμπάνια του εξέφραζε πολιτικό πρόταγμα: την απαλλαγή της Ελλάδας από τη χρόνια θεσμική παθολογία της και τη σύγκλισή της με την Ε.Ε. Η ομιλία του Σημίτη στο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ που τον εξέλεξε πρόεδρο (μια καθόλου βέβαιη έκβαση) ήταν υπόδειγμα συγκροτημένου πολιτικού λόγου. Ψηφίζοντας Σημίτη και όχι Τσοχατζόπουλο, ο σύνεδρος επέλεγε πολιτικό προσανατολισμό.
«Στο κόμμα-μηχανισμό δεν επιζητούν προγράμματα» είχε πει ο Σημίτης. «Γιατί τα προγράμματα απαιτούν επιλογές, γιατί οι επιλογές απαιτούν κρίσεις, γιατί οι κρίσεις απαιτούν αναμετρήσεις. Κι όλα αυτά έχουν κόστος […]». Οι σοβαροί πολιτικοί επιλέγουν και δεσμεύονται, αναλαμβάνοντας το κόστος των επιλογών τους. Οι απολιτίκ πολιτικοί κινούνται στην επικράτεια της προ-πολιτικής.
Ο κ. Χαρίδημος Κ. Τσούκας είναι καθηγητής στην Έδρα Columbia Ship Management, Πανεπιστήμιο Κύπρου.
www.htsoukas.com