Οι πρώτες μέρες του Ιουλίου έχουν ήδη καταγραφεί ως οι μέρες κατά τις οποίες τα παγκόσμια ρεκόρ θερμοκρασίας έχουν καταρριφθεί. Ακόμη και στην Ανταρκτική, όπου αυτή τη στιγμή είναι χειμώνας, έχουν καταγράψει ασυνήθιστα υψηλές θερμοκρασίες.
Είτε πρόκειται για έντονο κύμα καύσωνα, παρατεταμένη ξηρασία ή καταστροφικές πλημμύρες, ο αντίκτυπος της κλιματικής αλλαγής γίνεται αισθητός σε όλη την Ευρώπη. Εκτός από το να μας θέτει σε κίνδυνο από φυσικές καταστροφές, μπορεί επίσης να επηρεάσει τη σωματική μας υγεία. Από το 2000, τα κύματα καύσωνα έχουν ήδη προκαλέσει δεκάδες χιλιάδες πρόωρους θανάτους στην Ευρώπη και ο αριθμός των θανάτων και ασθενειών που σχετίζονται με τη ζέστη είναι πιθανό να αυξηθεί στο μέλλον.
Ταυτόχρονα οι ακραίες κλιματικές συνθήκες κόστισαν στην Ε.Ε. περισσότερα από 145 δισεκατομμύρια ευρώ την τελευταία δεκαετία και εκτιμάται ότι κόστισαν 487 δισεκατομμύρια ευρώ μεταξύ 1980 και 2020 στα 27 κράτη μέλη. Αν και δεν είναι εύκολο να εκτιμηθεί ο εξελισσόμενος οικονομικός αντίκτυπος που έχουν αυτά τα γεγονότα κάποια πράγματα είναι πλέον δεδομένα. Η κλιματική αλλαγή βλάπτει την παγκόσμια οικονομία, δημιουργεί κλιματικούς πρόσφυγες, θα προκαλέσει επισιτιστική κρίση και τα κύματα καύσωνα θα αφήσουν πίσω τους ζημιές στις υποδομές, τη γεωργία, την παραγωγικότητα και την ανθρώπινη υγεία. Ήδη στην Κύπρο του 2023 θρηνήσαμε το πρώτο θύμα θερμοπληξίας.
Την ίδια στιγμή ο θανατηφόρος καύσωνας στη νότια Ευρώπη και οι ξηρές συνθήκες που επικρατούν έχουν τροφοδοτήσει την εξάπλωση των πυρκαγιών σχεδόν σε όλες τις χώρες της Μεσογείου. Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία. Και ενώ στην Ελλάδα ήδη θρηνούν τα πρώτα θύματα, οι επιστήμονες δεν μπορούν να γνωρίζουν ακριβώς πόσο μεγάλο ρόλο έπαιξε η κλιματική κρίση στις ελληνικές δασικές πυρκαγιές αναμένουν όμως, ότι οι πυρκαγιές στην περιοχή θα ενταθούν στο μέλλον.
Εν μέσω λοιπόν ενεργειακής και κλιματικής κρίσης, στην Κύπρο συνεχίζουμε να καίμε μαζούτ, υπάρχει παντελής έλλειψη μέσων μαζικής μεταφοράς και είμαστε έτοιμοι να θυσιάσουμε κάθε παραλία και δάσος για ακόμη μια «ανάπτυξη». Αλλά για να είμαστε ειλικρινείς και ρεαλιστές. Σε μια περίοδο που το κόστος ζωής αυξάνεται δραματικά, και η «πράσινη μετάβαση» κάθε τι άλλο παρά «δίκαιη» μπορεί να είναι, την ώρα που συνάνθρωποί μας σε γειτονικές χώρες χάνουν τα πάντα εξαιτίας των φυσικών καταστροφών και της αναλγησίας του κράτους, πώς μπορείς να μιλάς γενικά και να αναλύεις μεγαλεπήβολα σχέδια όπως αυτό που θα παρουσιάσει την ερχόμενη Παρασκευή η κυβέρνηση για το «εθνικό σχέδιο για την ενέργεια και το Κλίμα Κύπρου»;
Ξεκίνησα να γράφω αυτό το άρθρο με στόχο την αισιοδοξία και ότι υπάρχει ακόμα χρόνος να δράσουμε για να προλάβουμε. Αλλά με όλα όσα συμβαίνουν τις τελευταίες ημέρες η πλάστιγγα γέρνει από την άλλη. Το πραγματικό ερώτημα πλέον είναι αν υπάρχει χρόνος και εάν ναι, προς τα πού πρέπει να δοθεί αυτός ο χρόνος. Στην αναχαίτιση ή στην προσαρμογή; Δυστυχώς όμως η προσαρμογή στις νέες αυτές συνθήκες ζωής από μόνη της δεν θα δώσει τη λύση.
Ενώ οι χώρες μπορούν να αρχίσουν να προσαρμόζονται σε ορισμένες από τις επιπτώσεις, για παράδειγμα με θαλάσσια τείχη και φράγματα για τις πλημμύρες, και κάνοντας τις υποδομές τους πιο ανθεκτικές σε ακραίες καιρικές συνθήκες, εάν η παγκόσμια θέρμανση συνεχιστεί τότε ο κόσμος θα φτάσει γρήγορα σε ένα σημείο πέρα από αυτό που μπορεί να είναι προσαρμοσμένος.
Δεν έχουμε την πολυτέλεια να επιλέξουμε προσαρμογή αντί για μείωση των εκπομπών και καμιά χώρα δεν έχει την πολυτέλεια να δράσει από μόνη της. Χρειάζεται συλλογική δράση, στους δρόμους στα σχολεία, στους χώρους εργασίας, στις κυβερνήσεις. Χρειάζεται η απαίτηση της κοινωνίας, για την προστασία των δασών, της παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας, των σχεδιασμών δημόσιων μεταφορών να κυριαρχήσει.
Η δράση για την αντιμετώπιση της κλιματικής έκτακτης ανάγκης μπορεί να αναβληθεί για μια άλλη μέρα, όταν η επιστήμη και οι δυνάμεις της αγοράς θα βρουν μια λύση που θα μας επιτρέψει σε όλους να καταναλώνουμε όσο θέλουμε χωρίς να καταστρέψουμε τον πλανήτη. Αλλά σήμερα διακυβεύεται το μέλλον της ζωής και για αυτό δεν υπάρχει χρόνος για αναβολή.
Η κα Χριστίνα Νικολάου είναι περιβαλλοντολόγος. Επικεφαλής Τομέα Ενέργειας & Περιβάλλοντος ΚΕ ΑΚΕΛ.