Σχολιάζοντας τον Πόλεμο του Κόλπου (1990-1991), ο Γάλλος στοχαστής Ζαν Μποντριγιάρ είχε ισχυρισθεί ότι «ο Πόλεμος του Κόλπου δεν έλαβε χώρα». Ήταν ένας περίεργος ισχυρισμός. Τουλάχιστον 100.000 άνθρωποι σκοτώθηκαν. Όλοι είδαμε τον πόλεμο στις τηλεοπτικές οθόνες. Πώς δεν έγινε πόλεμος;
Αν αγνοήσουμε τις ρητορικές υπερβολές του, ο Μποντριγιάρ επεσήμανε μια ποιοτική διαφορά εκείνου του πολέμου από τους προηγούμενους. Ο Πόλεμος του Κόλπου ήταν ένα υβριδικό γεγονός: εκτός από φυσικός, ήταν βιρτουαλικός (πληροφοριακός-εικονικός). Η ζωντανή τηλεοπτική αναμετάδοσή του δεν αναπαρίστανε απλώς στρατιωτικές επιχειρήσεις, τις συνδιαμόρφωνε.
Καταναλώνοντας «πληροφοριακά γεγονότα», η κοινή γνώμη σχηματίζει αντιλήψεις οι οποίες επηρεάζουν την πορεία των πολεμικών επιχειρήσεων. Η αναπαράσταση επηρεάζει το αναπαριστώμενο. Ο πόλεμος γίνεται θέαμα. Βλέποντας στην τηλεοπτική οθόνη φαντασμαγορικές εκρήξεις στη Βαγδάτη ή αεροπορικά χτυπήματα ακριβείας, νομίζει κανείς ότι βλέπει ταινία ή βιντεοπαιχνίδι. Στον Πόλεμο του Κόλπου το φυσικό και το εικονικό συγχωνεύθηκαν στο υπερπραγματικό.
Στον μεταμοντέρνο κόσμο, γράφει ο Μποντριγιάρ, στη στρατιωτική ισχύ προστίθεται η βιρτουαλική –ο έλεγχος της παραγωγής και κυκλοφορίας εικόνων και, γενικότερα, αναπαραστάσεων. Ένα σημαντικό έργο των εμπόλεμων είναι να κατασκευάσουν, με εικόνες, αφηγήσεις και αριθμούς, την αναπαράσταση του εχθρού –τι αντιμάχονται.
Αν στον πόλεμο της Γάζας, οι Παλαιστίνιοι ταυτιστούν στη συνείδηση της διεθνούς κοινής γνώμης με τις θηριωδίες της Χαμάς, τότε «δεν αξίζουν οίκτο και λύπηση», όπως έγραψε ο πρέσβης του Ισραήλ στην Κύπρο, (Φιλελεύθερος, 29/10/23). Η κατασκευή του εχθρού δεν επιτελείται μόνο με την αναμετάδοση των εικόνων φρίκης από τα εγκλήματα της Χαμάς. Εφόσον η εξάλειψη της Χαμάς συνεπάγεται την ισοπέδωση της Γάζας (θυμηθείτε τη διαβόητη φράση του Αμερικανού αξιωματικού στον πόλεμο του Βιετνάμ: «για να σώσουμε το χωριό, έπρεπε να το καταστρέψουμε»), οι Παλαιστίνιοι πρέπει να θεωρηθούν συνυπεύθυνοι για τις αποκρουστικές πράξεις της Χαμάς. Το ανέφερε ο πρόεδρος του Ισραήλ («Όλοι [στη Γάζα] είναι υπεύθυνοι», (huffpost.com, 13/10/23)), το αναπαράγουν οι απολογητές του Ισραήλ.
Η επιλεκτική χρήση (και) της στατιστικής είναι αρωγός της προσπάθειας κατασκευής της συνυπευθυνότητας. Τονίζεται λ.χ. από άκριτα φιλοϊσραηλινούς αρθρογράφους ότι, σε έρευνα της κοινής γνώμης (βλ. awrad.org), το 75% των Παλαιστινίων υποστηρίζει την τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς, υπονοώντας ότι οι κάτοικοι της Γάζας είναι άξιοι της μοίρας τους. Ο αριθμός είναι σωστός, αλλά η χρήση της στατιστικής μεροληπτεί.
Η έρευνα διεξήχθη τρεις εβδομάδες μετά τη δολοφονική επίθεση της Χαμάς, ενόσω τουλάχιστον 10.000 Παλαιστίνιοι είχαν σκοτωθεί και τα 2/3 του πληθυσμού εκτοπισθεί από την ισραηλινή στρατιωτική επιχείρηση στη Γάζα. Σχεδόν οι μισοί (48%) από τους ερωτηθέντες δήλωσαν ότι τα σπίτια τους είχαν καταστραφεί. Το 89% ανέφερε ότι η επίθεση της Χαμάς οφείλεται στη χρόνια καταπίεση που υφίστανται οι Παλαιστίνιοι –από την κατοχή και τον εποικισμό στη Δυτική Όχθη, μέχρι την πολιορκία της Γάζας και τη βεβήλωση ιερών χώρων.
Με άλλα λόγια, για τους Παλαιστίνιους, η επίθεση της Χαμάς θεωρήθηκε αντι-δράση, σε έναν κύκλο βίαιων δράσεων και αντιδράσεων. Όντας τα θύματα μακροχρόνιας καταπίεσης, αδυνατούν να κατανοήσουν ότι το αδύναμο θύμα, αν κυριαρχηθεί από το μίσος, μπορεί να μεταμορφωθεί σε κτηνώδη θύτη. Βιώνοντας τη φρίκη της δικής τους καταστροφής, δεν επιτρέπουν στον εαυτό τους να νιώσουν τη φρίκη της άλλης πλευράς.
Τα αισθήματα είναι αμοιβαία: «Εξαιτίας της σφαγής της 7/10, δεν υπάρχει χώρος για τον πόνο της [Παλαιστινιακής] πλευράς», είπε στη Guardian (24/11/23) ένας Ισραηλινός πρώην στρατηγός. Δύο βδομάδες μετά τα γεγονότα της 7ης Οκτωβρίου, δημοσκόπηση έδειξε ότι το 57,5% των Εβραίων Ισραηλινών θεωρούσε ότι η δύναμη πυρός του ισραηλινού στρατού στη Γάζα είναι μικρή, ενώ μόνο το 10% υποστήριζε την εκεχειρία για την απελευθέρωση ομήρων (Time, 10/11/2023). Ένα έθνος που είδε παιδιά να καίγονται ζωντανά, γυναίκες να βιάζονται και ηλικιωμένους να σφαγιάζονται, θεωρεί συνολικά την άλλη πλευρά ως την ενσάρκωση του Κακού.
Το Κακό, όμως, υπάρχει, δυνητικά, παντού. Η σύνθετη σκέψη απαιτεί λεπτές διακρίσεις, όχι χονδροειδείς ταυτίσεις: αναγνωρίζει ότι οι Παλαιστίνιοι δεν ταυτίζονται με τη Χαμάς, όπως οι άμαχοι Ισραηλινοί διαφέρουν από όσους ασκούν στρατιωτική κατοχική βία. Έρευνα του Αραβικού Βαρόμετρου (Foreign Affairs, 25/10/23) έδειξε ότι η πλειονότητα των κατοίκων της Γάζας (44%) δεν εμπιστεύεται καθόλου τη Χαμάς. Αν γίνονταν εκλογές στη Γάζα, ο Χανίγιε (επικεφαλής της Χαμάς) θα ψηφίζονταν από το 24%. Το 54% ευνοεί τη δημιουργία δύο κρατών. Το 2020, παρόμοιο ήταν το ποσοστό μεταξύ των Εβραίων Ισραηλινών. Επιπλέον, το 45% από αυτούς αντιτίθενται στη μονομερή προσάρτηση εδαφών της Δυτικής Όχθης (The Times of Israel, 29/1/20). Υπάρχει κρίσιμη μάζα μετριοπαθών και στις δύο πλευρές.
Μετά τη δολοφονική επίθεση Παλαιστινίων σε εποικισμό της Δυτικής Όχθης, τον περασμένο Ιούνιο, ο Ισραηλινός αρθρογράφος Γιαΐρ Ασουλίν έγραψε, (Haaretz, 25/6/23): «Τι περιμένουμε να συμβεί όταν εκατομμύρια ανθρώπων αισθάνονται ότι κανείς δεν τους βλέπει ή δεν ακούει τη φωνή τους; Μπορούμε να φανταστούμε ότι μια τέτοια πραγματικότητα δεν θα δημιουργήσει τρομοκρατία;». Έξοχη ερώτηση. Ζητείται έντιμη απάντηση.
Ο κ. Χαρίδημος Κ. Τσούκας είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και ερευνητής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Warwick.