Το τελευταίο δεκαήμερο ήλθαν στο φως της δημοσιότητας δύο φρικιαστικά βίντεο με ρατσιστικές επιθέσεις ελληνοκυπρίων εναντίον γυναίκας από το Κονγκό στη Λάρνακα και νεαρού από το Πακιστάν στην παλιά Λευκωσία.
Το σκηνικό στη Λευκωσία θυμίζει έντονα την Αθήνα των αρχών της δεκαετίας του 2010. Όταν με πρωθυπουργό τον τότε πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας, Αντώνη Σαμαρά, και υπουργό Προστασίας του Πολίτη τον νυν υπουργό Εξωτερικών, Νίκο Δένδια, νεοφασίστες επιδίδονταν σε πογκρόμ εναντίον μεταναστών στο κέντρο της πρωτεύουσας μέρα-μεσημέρι μπροστά στις κάμερες.
Ακολούθησε η εκλογική γιγάντωση της Χρυσής Αυγής, με τη νεοναζιστική συμμορία να λαμβάνει 425.990 ψήφους (6,9%) και 18 έδρες στο ελληνικό κοινοβούλιο, στις εθνικές εκλογές του Ιουνίου του 2012.
Έχουν γραφτεί πολλά άρθρα για το ποι@ αναθρέφουν τον φασισμό και τον ρατσισμό στην κυπριακή κοινωνία. Από την ελληνορθόδοξη Εκκλησία και το εκπαιδευτικό σύστημα (το οποίο ελέγχει), μέχρι τα παραδοσιακά κόμματα (με εξαίρεση –συνήθως– το ΑΚΕΛ) και τη Βουλή, όπου βουλευτές εκφέρουν ρατσιστικό λόγο χωρίς να υπάρχει αντίλογος (βλέπε Επιτροπή Δημογραφικού).
Αυτό που έχει επιτρέψει στους φασίστες να αποθρασυνθούν πλήρως, είναι η αίσθηση νομιμοποίησης που έχουν αποκτήσει όχι μόνο από τα πιο πάνω, αλλά και από τη στάση της κυβέρνησης και πολύ περισσότερο του υπουργού Εσωτερικών, Νίκου Νουρή. Ο οποίος, ως άλλος Δένδιας, με την περιβόητη επιχείρηση «Ξένιος Ζευς» στην Αθήνα το 2012, λέγοντας δημόσια ότι η Κύπρος πρέπει να πάψει να αποτελεί ελκυστικό προορισμό για αιτητές ασύλου, μπορεί κάλλιστα να χαρακτηριστεί ως ο ηθικός αυτουργός αυτών των ρατσιστικών επιθέσεων.
Οι πρακτικές του κ. Νουρή εξυπηρετούν αυτόν ακριβώς το σκοπό, χωρίς βεβαίως να λύνουν το πρόβλημα. Ένα πρόβλημα, το οποίο σαφώς είναι υπαρκτό, και δεν αφορά ούτε τις αντοχές της Κύπρου στη διαχείριση ανθρώπινων ζωών, ούτε μια δήθεν δημογραφική απειλή. Προφανής είναι δε και μια πιθανή λύση του. Γιατί είναι δεδομένη η έλλειψη εργατικών χεριών σε διάφορους τομείς της αγοράς. Αντί λοιπόν ο κ. Νουρής να στοιβάζει ψυχές στο Πουρνάρα, μπορεί να εισηγηθεί προσωρινές άδειες εργασίας, ώστε αυτοί οι άνθρωποι να μπορέσουν να βρουν μια δουλειά, που να τους επιτρέπει να ζήσουν αξιοπρεπώς σε κατάλληλη στέγη αντί στο Πουρνάρα ή στον δρόμο.
Φυσικά, ο κ. Νουρής μπορεί να έχει κατά νου και τη ροή ψηφοφόρων από τον ΔΗΣΥ προς το φασιστικό ΕΛΑΜ, υποκατάστημα της νεοναζιστικής συμμορίας στην Κύπρο για όσ@ς τυχόν το έχουν λησμονήσει. Μπορεί λοιπόν ο κ. Νουρής να επιχειρεί να συγκρατήσει αυτή τη ροή. Προφανώς όμως, δεν τα καταφέρνει και ούτε πρόκειται να τα καταφέρει.
Το μόνο που κατάφεραν ο κ. Νουρής, η κυβέρνηση Αναστασιάδη, ο ΔΗΣΥ, το ΔΗΚΟ, η ΕΔΕΚ, ο Φακοντής κ.λπ., είναι να ξυπνήσουν τα συντηρητικότερα αντανακλαστικά της κυπριακής κοινωνίας. Και όσων τα αντανακλαστικά αυτά έχουν ξυπνήσει, πολύ πιθανό είναι να στραφούν προς το ΕΛΑΜ, παρά οπουδήποτε αλλού.
Στις προεδρικές του 2023, όπου η (ακρο)δεξιά ψήφος θα πολυδιασπαστεί, αφού ακόμα και το Κόμμα της Αριστεράς κατεβαίνει με δεξιό υποψήφιο, το ΕΛΑΜ και ο πρόεδρός του, άλλοτε φρουρός του αρχηγού της Χρυσής Αυγής, Χρίστος Χρίστου, ενδεχομένως να μη δουν αύξηση της εκλογικής τους επιρροής, κάτι που συμβαίνει σταθερά από τις ευρωεκλογές του 2009 (663 ψήφοι) μέχρι τις περσινές βουλευτικές (24.255 ψήφοι). Αυτό ουδόλως θα σημαίνει πως η ανοδική πορεία φασιστικού μορφώματος θα ανατραπεί. Ο επόμενος Πρόεδρος της Δημοκρατίας συνεπώς, όποιος κι αν είναι, θα κληθεί να διαχειριστεί τόσο την επερχόμενη διχοτόμηση, όσο και την άνοδο του φασισμού/ρατσισμού. Και αυτό θα είναι ένα εξαιρετικά επικίνδυνο κοκτέιλ.