Το θέμα επανέρχεται στην επικαιρότητα μετά το τελευταίο συμβάν με τις καταρρεύσεις μπαλκονιών στη Λεμεσό. Για να λυθεί ένα πρόβλημα θα πρέπει να γίνει σωστή διάγνωση και να βρεθεί η κατάλληλη θεραπεία. Το ΕΤΕΚ, η πολιτεία και οι τοπικές διοικήσεις αναγνώρισαν ότι το πρόβλημα προέρχεται από τη γήρανση και τη μη συντήρηση των κτηρίων. Για τη θεραπεία εισηγούνται τη θεσμοθέτηση τακτικής επιθεώρησης των κτηρίων και την αντιμετώπιση φθορών και βλαβών με επιδιορθώσεις. Μήπως όμως η διάγνωση θα έπρεπε να εμβαθύνει περισσότερο στο πρόβλημα και να εξετάσει παράγοντες όπως την ποιότητα των δομικών υλικών, τις κατασκευαστικές πρακτικές και τις εξειδικευμένες εργασίες, παράγοντες οι οποίοι συμβάλλουν στη μακροζωία, την ανθεκτικότητα και τη δομική ακεραιότητα ενός κτηρίου;
Στην περίπτωση που εξετάζουμε, το δομικό υλικό που παρουσιάζει το πρόβλημα είναι το οπλισμένο σκυρόδεμα. Το υλικό αυτό, κατά τη διαδικασία της πήξης, παρουσιάζει την ιδιότητα να δημιουργεί ένα πλέγμα τριχοειδών αγγείων δια μέσου των οποίων μπορεί να απορροφηθεί αρκετή ποσότητα νερού – περίπου 60 λίτρα ανά κυβικό μέτρο. Αυτός είναι ο λόγος που όλες οι οροφές από σκυρόδεμα που βρέχονται από νερό, συμπεριλαμβανομένων των βεραντών και μπαλκονιών, χρειάζεται να υγρομονώνονται. Τα προβλήματα καταρρεύσεων συμβαίνουν λόγω αστοχιών των υγρομονώσεων, οι οποίες επιτρέπουν την υγρασία να εισχωρήσει, προκαλώντας την οξείδωση του οπλισμού και την αποκόλληση του σκυροδέματος.
Σε προηγούμενο άρθρο (βλέπε εδώ: https://www.kathimerini.com.cy/gr/apopseis/prosopikotites-stin-k/1-to-mystiko-toy-arxaioy-romaikoy-skyrodematos)
είχαμε αναφέρει ότι μια πρόσφατη έρευνα έδειξε ότι οι Ρωμαίοι πριν 2000 χρόνια είχαν κατασκευάσει την οροφή του Πανθέου στη Ρώμη, με μη οπλισμένο σκυρόδεμα η οποία μέχρι σήμερα δεν παρουσιάζει πρόβλημα διαρροής νερού και η οποία δεν διαθέτει υγρομόνωση. Η έρευνα έδειξε ότι οι Ρωμαίοι χρησιμοποιούσαν ασβέστη στο μείγμα του σκυροδέματος κάτι που γινόταν και στην Κύπρο στα παλιά χρόνια. Γνωρίζω ότι στην Κύπρο υπάρχουν παλιές οροφές με σκυρόδεμα χωρίς υγρομόνωση. Μπορεί να υπάρχουν λόγοι που σταμάτησε η χρήση ασβέστη στο σκυρόδεμα και αν δεν ενδείκνυται η πρακτική αυτή να επανέλθει, υπάρχουν σήμερα σύγχρονα πρότυπα για παραγωγή αδιάβροχου μείγματος σκυροδέματος. Ένα παράδειγμα είναι ο κώδικας πρακτικής για τις «αδιάβροχες κατασκευές σκυροδέματος» της Γερμανικής Επιτροπής Οπλισμένου Σκυροδέματος (DAfStB). Ίσως θα έπρεπε να μελετήσουμε αν θα βοηθούσε η χρήση σκυροδέματος με αυτές τις προδιαγραφές σε οροφές, βεράντες και μπαλκόνια, ως πρώτη γραμμή άμυνας, με την υγρομόνωση ως δεύτερη, αντί να αφήνουμε το πρόβλημα να δημιουργείται και να τρέχουμε μετά με επιδιορθώσεις. Επιπρόσθετα υπάρχει και μια τρίτη γραμμή άμυνας η οποία χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις που το σκυρόδεμα βρίσκεται σε υγρό περιβάλλον. Η μέθοδος αυτή χρησιμοποιεί ράβδους οπλισμού με εποξική επίστρωση (ECR) και έχει χρησιμοποιηθεί ευρέως σε γέφυρες, προβλήτες και άλλες κατασκευές. Ο πλεονασμός συστημάτων ασφάλειας είναι μια πρακτική που χρησιμοποιείται στη μηχανική, αυξάνοντας την αξιοπιστία ενός συστήματος σε περίπτωση που κάποια από τα στοιχεία του αστοχούν.
Όσον αφορά τις κατασκευαστικές πρακτικές βρισκόμαστε σήμερα πολύ πίσω στον χρόνο. Ναι μεν η παραγωγή σκυροδέματος μεταφέρθηκε σε εργοστάσια παραγωγής όπου μηχανοποιήθηκε η παρασκευή του μείγματος για αποφυγή λαθών στις ποσοστώσεις, αλλά η τοιχοποιία παραμένει σε πρακτικές της δεκαετίας του 1960. Κτίσιμο τούβλων και επιχρίσματα επί τόπου με την επίβλεψη να είναι πολύ δύσκολη γιατί ο πολιτικός μηχανικός δεν μπορεί να βρίσκεται συνεχώς επί τόπου για να επιβλέπει τα μείγματα. Γι’ αυτό παρατηρούνται συχνά αποκολλήσεις και πτώσεις σοβάδων σε πολλά κτήρια. Εκτός τούτου, τα ογκώδη και βαριά υλικά που χρησιμοποιούνται για τις τοιχοποιίες, προσθέτουν μεγάλες μάζες υλικών στον δομικό φορέα των κτηρίων. Αυτές οι μάζες υλικών παράγουν μεγάλες δυνάμεις οι οποίες καταπονούν τον σκελετό των κτηρίων σε περίπτωση σεισμού. Σύγχρονα υλικά τα οποία προσθέτουν ψηλή θερμική μόνωση στους εσωτερικούς χώρους έχουν μειωμένο όγκο και χαμηλό βάρος. Επιτακτική είναι η ανάγκη επανεξέτασης υλικών με τις κατασκευές να γίνονται με ελεγχόμενες συνθήκες σε εργοστάσια παραγωγής και να μεταφέρονται στον χώρο εργασίας για ανάρτηση στον σκελετό των κτηρίων επί τόπου.
Τα πιο πάνω θα επιτρέψουν την επέκταση της χρήσιμης ζωής των κτηρίων, τη μείωση των φθορών και βλαβών και επομένως του κόστους επιθεωρήσεων και επιδιορθώσεων. Επιπρόσθετα θα ευκολύνουν την κατεδάφιση και ανακύκλωση των υλικών, όταν η κατασκευή φτάσει στο τέλος της ζωής της.
Ο κ. Πέτρος Κρόνης είναι μηχανολόγος μηχανικός, μέλος του ΕΤΕΚ.
petros.kronis@gmail.com
www.kronis.tech