Του Αλέξη Παπαχελά
Ακούω κατά καιρούς διάφορους να συζητούν ή να ονειρεύονται «κυβέρνηση αρίστων», μια κυβέρνηση δηλαδή πάνω και πέρα από την πολιτική, που θα έλυνε με ένα μαγικό τρόπο τα προβλήματα του τόπου. Δεν ξέρω αν πρέπει να γελάσω ή να κλάψω. Πρόκειται για μια απόπειρα φυγής από τη σκληρή πραγματικότητα, που μοιάζει με αφελή χίμαιρα, στην καλύτερη περίπτωση. Ξεχασμένοι προφήτες υπάρχουν σε διάφορα «βουνά». Θεωρούν τους εαυτούς τους εξαιρετικά επαρκείς για τη διακυβέρνηση της χώρας, αλλά προτιμούν να κρύβονται έως ότου τους φωνάξει ο λαός. Η έκθεσή τους στην πολιτική και στους αμείλικτους προβολείς της δημοσιότητας τους τρομοκρατεί, χωρίς όμως να τους κάνει να καταλαβαίνουν με τι βρίσκονται αντιμέτωποι οι εκάστοτε κυβερνώντες τη χώρα.
Ολοι μας θα θέλαμε να αλλάξουν όλα σε ένα μήνα. Να γκρεμιστεί το ελληνικό κράτος και να ξαναφτιαχτεί κάτι πολύ πιο αποτελεσματικό και «έξυπνο». Αυτό δεν μπορεί να γίνει, όμως, χωρίς πολιτική στήριξη και μια αίσθηση «ιδιοκτησίας» κάθε μεταρρύθμισης από τους πολίτες, τους κρατικούς λειτουργούς, τους υπουργούς, όλους. Το εγχείρημα του βίαιου εκσυγχρονισμού μέσω των μνημονίων απέτυχε γιατί δεν είχε πολιτική στήριξη και δεν το πήρε κανείς πάνω του.
Η διακυβέρνηση αυτής της χώρας είναι έργο σισύφειο. Χρειάζεται ανθρώπους επιπέδου και με ικανότητες που αντέχουν το καμίνι της πολιτικής και τους ενδιαφέρει να πηγαίνουν τη χώρα μπροστά κάθε ημέρα, έστω ένα «μέτρο». Σήμερα υπάρχουν, μερικοί, τέτοιοι πολιτικοί που αφήνουν πίσω τους έργο και δίνουν σε αυτή την κυβέρνηση ένα μεταρρυθμιστικό στίγμα. Και αυτό μέσα σε συνθήκες ασύλληπτης τοξικότητας, με τη μία κρίση και θεομηνία να διαδέχεται την άλλη.
Λογικό είναι κάποιοι να ονειρεύονται ότι θα μπορούσαν να τα κάνουν καλύτερα. Λογικό, επίσης, κάποιοι άλλοι να αναζητούν αενάως την dream team των αρίστων, οι οποίοι θα μετατρέψουν τη χώρα σε Δανία του Νότου σε ένα βράδυ.
Για κάποιο λόγο μού θυμίζουν πάντοτε μία ιστορία που διηγείτο ο τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος. Λίγες ημέρες πριν από την 21η Απριλίου είχε καλέσει όλους τους πολιτικούς αρχηγούς για να τους συμβουλευθεί για το πώς θα έβγαινε η χώρα από τα αδιέξοδά της. Μεταξύ τους και ο Σπύρος Μαρκεζίνης, ο οποίος είχε αποτύχει επανειλημμένως να μπει, μαζί με το κόμμα του, στη Βουλή. Ο Μαρκεζίνης του ζήτησε «να πάμε τώρα στο Σύνταγμα και να με ορκίσετε πρωθυπουργό, μεγαλειότατε. Ολα θα λυθούν αμέσως». Ο Κωνσταντίνος του απάντησε «μα, κύριε πρόεδρε, δεν έχετε καταφέρει καν να εκλεγείτε», για να ακούσει το περίφημο: «Καλά, μα δεν καταλαβαίνετε, είμαι ο άριστος των αρίστων». Η Ιστορία είναι γεμάτη από αρίστους που μένουν στα αζήτητα· αλλά γράφεται από εκείνους που το παλεύουν, κάθε μέρα, βήμα βήμα.