Του Ανδρέα Χατζηκυριάκου
Η εβδομάδα που πέρασε ήταν μία ακόμη υπενθύμιση ότι στην εξωτερική πολιτική η διακυβέρνηση Χριστοδουλίδη καταγράφει αξιόλογες επιδόσεις και επί της ουσίας και επικοινωνιακά. Πριν από δύο βδομάδες η Κύπρος φιλοξένησε την 11η σύνοδο κορυφής μεσογειακών κρατών μελών της Ε.Ε. Τις προάλλες ολοκληρώθηκε ο πρώτος στρατηγικός διάλογος Κύπρου–ΗΠΑ, με σημαντικές διμερείς συμφωνίες. Στις μεγάλες προκλήσεις της εποχής, η Λευκωσία εγκατέλειψε την ανούσια, αντιδυτική ουδετερότητα που χαρακτήριζε τη διπλωματία μας από το 1960 μέχρι και τις αρχές του 2000 και συντάχθηκε ανεπιφύλακτα και έμπρακτα με το δυτικό στρατόπεδο. Ο Χριστοδουλίδης ήταν από τους πρώτους που έσπευσαν στο Ισραήλ να εκφράσουν τη στήριξή τους στον πόλεμο με τη Χαμάς. Ταυτόχρονα, ανέλαβε τη σημαντική πρωτοβουλία Αμάλθεια υπέρ των άμαχων Παλαιστίνιων, των μεγάλων θυμάτων του πολέμου. Στον άλλο πόλεμο, εξίσου σαφή θέση συνεχίζει να τηρεί η Λευκωσία υπέρ της Ουκρανίας και κατά της Ρωσίας.
Το πρόβλημα για έναν πολιτικό που έξω πάει καλά, είναι ότι μέσα λίγους τους νοιάζει. Καμία διπλωματική επιτυχία δεν θα αποσπάσει τους πολίτες από την ακρίβεια, το μεταναστευτικό, τη δημόσια υγεία ή παιδεία. Κι αυτό δεν είναι κυπριακό φαινόμενο. Τα διπλωματικά επιτεύγματα μένουν εκεί όπου γίνονται, εκτός συνόρων. Η συνεισφορά τους στο εσωτερικό πολιτικό κεφάλαιο ενός προέδρου είναι από ελάχιστη μέχρι περιορισμένη, ακόμα και αν κερδίσει έναν παγκόσμιο πόλεμο.
Στις αρχές Μαΐου του 1945, στο τέλος του Β΄ παγκοσμίου πολέμου, ο Ουίνστων Τσώρτσιλ θεωρείτο ο πιο επιφανής πολιτικός παγκοσμίως. Τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς έπεσε από τα σύννεφα, όταν συνετρίβη στις γενικές εκλογές στη χώρα του. Οι Βρετανοί ψήφιζαν με έγνοια το μέλλον τους και όχι για να ανταμείψουν τον νικητή του πολέμου. Το 1992, ο πατέρας Τζορτζ Μπους οδήγησε τις ΗΠΑ και τη δυτική συμμαχία στην επικράτηση επί του σοβιετικού μπλοκ, κερδίζοντας τον Ψυχρό Πόλεμο. Τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς έχασε τις εκλογές από τον Μπιλ Κλίντον, διότι ο μέσος Αμερικανός είχε την αίσθηση ότι ο πρόεδρός του ενδιαφερόταν λιγότερο για εκείνον και περισσότερο για τους ξένους. Σχετικό, αν και με κάποιες διαφορές, είναι το παράδειγμα του Τάσσου Παπαδόπουλου. Το 2004 κέρδισε με συντριπτική πλειοψηφία το δημοψήφισμα και υπέγραψε την ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε. Την 1η Ιανουαρίου του 2008 έβαλε την Κύπρο στην Ευρωζώνη και ενάμιση μήνα μετά έχασε τις προεδρικές εκλογές.
Ο πρόεδρος Χριστοδουλίδης δύσκολα θα γίνει η εξαίρεση του κανόνα. Οι πόντοι που κερδίζει στο εξωτερικό δεν εξαργυρώνονται στο εσωτερικό, όπου η αξιολόγηση που του κάνουν οι πολίτες είναι αρνητική. Η αξιόπιστη δημοσκόπηση των προηγούμενων ημερών (της εταιρείας Symmetron) επιβεβαίωσε ότι 18 μήνες μετά την εκλογή του, ο Πρόεδρος δεν κατόρθωσε να ανατρέψει την αντίληψη ότι η χώρα οδεύει προς τη λάθος κατεύθυνση. Ο ίδιος έχει απογοητεύσει όχι απλώς την πλειοψηφία, αλλά μια σημαντική μερίδα όσων τον ψήφισαν. Μόλις το 27% εγκρίνει την προεδρία του, ενώ τον Φεβρουάριο του 2023 είχε λάβει 32% των ψήφων στον πρώτο γύρο και 52% στον δεύτερο.
Η εξωτερική πολιτική μπορεί να μην εξαργυρώνεται εντός, αλλά προσφέρει χρήσιμα διδάγματα. Αρκεί ο Πρόεδρος να θέλει να διαγνώσει τους λόγους γιατί έξω πάει καλά. Πρώτα απ’ όλα διότι δείχνει συνέχεια και συνέπεια. Δεν συνεχίζει απλώς την εξωτερική πολιτική Αναστασιάδη. Έχει αυξήσει την ένταση και άδραξε τις ευκαιρίες για να βελτιώσει την αξιοπιστία της χώρας. Οι διακηρύξεις και οι πράξεις μας ως κράτος συνάδουν. Συνταχθήκαμε πλήρως με τη Δύση, όχι μόνο φραστικά. Επί του εδάφους παρέχουμε κρίσιμες διευκολύνσεις σε Αμερικανούς, Ευρωπαίους και άλλους. Ο Πρόεδρος έχει ξεκάθαρη στρατηγική και την υπηρετεί με συνέπεια.
Στο εσωτερικό ποια είναι η αντίστοιχη στρατηγική του; Πού θέλει να δει την Κύπρο στο τέλος της θητείας του; Τι θέλει να πετύχει για τους συμπολίτες του; Πώς θέλει να τον σκέφτονται, να τον θυμούνται; Με άλλα λόγια, τι αποτύπωμα θέλει ν’ αφήσει;
Σ’ αντίθεση με το εξωτερικό, στο εσωτερικό δεν υπάρχει ευκρίνεια για τον προσανατολισμό της διακυβέρνησης. Υπάρχει μια άχρωμη εικόνα διαχείρισης της εξουσίας, απουσία κατεύθυνσης και απόσταση μεταξύ λόγων και έργων. Αν ο Πρόεδρος μπορέσει ν’ απαντήσει αυτές τις ερωτήσεις με σαφήνεια και όχι με ευχολόγια και γενικότητες, αν πείσει ότι έχει σχέδιο και οδικό χάρτη (άρα ξέρει πού θέλει να μας πάει) και ότι οι επικριτές του έχουν λάθος, τότε ίσως μετακινηθούν προς τα πάνω και οι δείκτες των δημοσκοπήσεων.