Kathimerini.gr
Γιάννης Ελαφρός
Η υψηλότερη κατανάλωση υπερεπεξεργασμένων τροφίμων συσχετίστηκε με αυξημένο κίνδυνο μόλυνσης από COVID-19, σύμφωνα με μια νέα μελέτη, που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό European Journal of Nutrition. Είναι γνωστό πως η διατροφή διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στο ανοσοποιητικό σύστημα, αλλά μέχρι στιγμής υπάρχουν περιορισμένα στοιχεία για τη σχέση διατροφής και COVID-19.
Στη νέα μελέτη εξετάστηκαν στοιχεία από 41.012 συμμετέχοντες στο UK Biobank, στη Βρετανία. Οι καθηγητές της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών Αθ. Ράπτης, Αναστασία Θανοπούλου, Παναγιώτης Χαλβατσιώτης, Σταυρούλα Πάσχου, Εριφύλη Χατζηαγγελάκη και Θεοδώρα Ψαλτοπούλου συνόψισαν τα κύρια σημεία.
Στη μελέτη αξιολογήθηκε η συσχέτιση μεταξύ της μέσης κατανάλωσης υπερεπεξεργασμένων τροφίμων (% ημερήσια πρόσληψη γραμμαρίων) και της μόλυνσης από COVID-19.
Η κατανάλωση υπερεπεξεργασμένων προϊόντων σχετίζεται με την πιθανότητα μόλυνσης.
Οι διατροφικές συνήθειες συλλέχθηκαν με διαδικτυακό ερωτηματολόγιο διατροφής 24 ωρών και τα τρόφιμα κατηγοριοποιήθηκαν ανάλογα με τον βαθμό επεξεργασίας τους. Πρόκειται για κατεψυγμένα γεύματα, αναψυκτικά, κάθε είδος fast food, καθώς και συσκευασμένα τρόφιμα, όπως μπισκότα, κέικ, αλμυρά σνακ.
Σε σύγκριση με τους συμμετέχοντες στο χαμηλότερο τεταρτημόριο χρήσης υπερεπεξεργασμένων τροφίμων, οι συμμετέχοντες στο δεύτερο, τρίτο και υψηλότερο τεταρτημόριο παρουσίασαν υψηλότερο κίνδυνο για λοίμωξη COVID-19 (3%, 24% και 22% πάνω αντίστοιχα, p< 0,001).
Δεν εντοπίστηκε επίδραση της ηλικίας, του επιπέδου εκπαίδευσης και των συννοσηροτήτων στις συσχετίσεις αυτές. Από την άλλη, ο δείκτης μάζας σώματος είχε κάποια μεσολάβηση (13,2%) στις συσχετίσεις αυτές, υποδηλώνοντας ότι τα υπερεπεξεργασμένα τρόφιμα αυξάνουν το σωματικό βάρος, γεγονός που με τη σειρά του αυξάνει τον κίνδυνο νόσησης από COVID-19.