Kathimerini.gr
Οι τέσσερις βαλβίδες της καρδιάς ανοίγουν και κλείνουν ακολουθώντας μια προσεκτικά συγχρονισμένη αλληλουχία, έτσι ώστε να κυκλοφορεί το αίμα μέσω της καρδιάς και έξω από αυτήν, προς το υπόλοιπο σώμα. Όμως, με την ηλικία, αυτές οι βαλβίδες που επιτρέπουν τη ροή αίματος μόνο προς μία κατεύθυνση είναι πιθανό να στενέψουν και να γίνουν δύσκαμπτες (ένα πρόβλημα που είναι γνωστό ως στένωση). Το γεγονός αυτό περιορίζει έως έναν βαθμό τη φυσιολογική ροή του αίματος. Οι βαλβίδες της καρδιάς είναι επίσης δυνατό να παρουσιάσουν διαρροή, επιτρέποντας στο αίμα να ρέει και αντίθετα. Αυτή η πάθηση ονομάζεται (βαλβιδική) ανεπάρκεια.
Περίπου ένας στους δέκα ενήλικες από 65 ετών και άνω έχουν μέτρια έως βαριά βαλβιδοπάθεια. Χωρίς έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία (βλ. «Παρακολούθηση της βαλβιδοπάθειας»), τα προβλήματα των βαλβίδων μπορεί να επιδεινωθούν, προκαλώντας σοβαρές και μερικές φορές θανατηφόρες επιπτώσεις. Τα καλά νέα είναι ότι περισσότεροι άνθρωποι που χρειάζονται μια νέα βαλβίδα της καρδιάς μπορούν να τη λάβουν χωρίς να υποβληθούν σε μείζον χειρουργείο.
«Κανείς δεν θέλει να υποβληθεί σε επέμβαση καρδιάς, έτσι τα άτομα που χρειάζονται αντικατάσταση βαλβίδας ενδιαφέρονται ιδιαίτερα να μάθουν εάν είναι υποψήφιοι για διαδερμική εμφύτευση βαλβίδας», λέει ο δρ Patrick O’Gara, καθηγητής Ιατρικής στην Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ.
Οι περισσότερες αντικαταστάσεις γίνονται σε άτομα με στένωση της αορτικής βαλβίδας. Το 2011, όταν η λιγότερο επεμβατική διαδικασία −που είναι γνωστή ως διαδερμική αντικατάσταση (ή εμφύτευση) αορτικής βαλβίδας (TAVR ή TAVI)− έλαβε έγκριση για πρώτη φορά, περιοριζόταν σε ηλικιωμένους οι οποίοι θεωρούνταν πολύ άρρωστοι για να υποβληθούν σε χειρουργείο.
Ποιος μπορεί να είναι κατάλληλος για TAVR/TAVI;
Σήμερα, πολλά άτομα από 65 ετών και άνω που πληρούν ορισμένα κριτήρια είναι δυνατό να υποβληθούν σε διαδερμική αντικατάσταση, λέει ο δρ O’Gara, ο οποίος είναι ένας από τους συγγραφείς των πρόσφατα επικαιροποιημένων κατευθυντήριων οδηγιών για την αντικατάσταση βαλβίδας, που δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό Journal of the American College of Cardiology.
Στα άτομα κάτω των 65 συνιστάται ακόμη να υποβάλλονται σε χειρουργική επέμβαση για την αντικατάσταση βαλβίδας, καθώς δεν έχουν μελετηθεί επαρκώς οι μακροχρόνιες επιπτώσεις της TAVR σε αυτή την ηλικιακή ομάδα.
Είναι κατανοητό πως ο κόσμος προτιμά τη διαδερμική αντικατάσταση αορτικής βαλβίδας, καθώς δεν απαιτεί γενική αναισθησία και έχει ευκολότερη και βραχύτερη ανάρρωση. Αλλά η TAVR δεν είναι εφικτή ούτε ασφαλής για άτομα με ορισμένα ανατομικά ζητήματα, επισημαίνει ο δρ O’Gara.
Παραδείγματος χάριν, οι αρτηρίες με στένωση εκτός της καρδιάς (περιφερική αρτηριοπάθεια) ενδεχομένως να δυσχεράνουν τη διέλευση του καθετήρα προς τα πάνω μέχρι την καρδιά.
Η συσσώρευση εναποθέσεων ασβεστίου εντός ή κάτω από τη βαλβίδα επίσης καθιστά την TAVR πιο επικίνδυνη, καθώς η επέμβαση μπορεί να διαρρήξει τους γύρω ιστούς ή να «ξεκολλήσει» εναποθέσεις ασβεστίου στην κυκλοφορία, προκαλώντας δυνητικά εγκεφαλικό. Επίσης, σε ορισμένα άτομα η βαλβίδα που τοποθετείται μέσω της TAVR μπορεί να φράξει ορισμένες αρτηρίες που τροφοδοτούν με αίμα την καρδιά.
Προκλήσεις της διγλώχινας βαλβίδας
Οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν αορτική βαλβίδα με τρεις πτυχές (ή αλλιώς γλωχίνες). Ωστόσο, ένα ποσοστό μεταξύ 1 και 2% του πληθυσμού γεννιούνται με αορτική βαλβίδα που έχει μόνο δύο πτυχές.
Αυτή η ανωμαλία, η οποία είναι τρεις με τέσσερις φορές συχνότερη στους άνδρες από ό,τι στις γυναίκες, είναι πιθανό να παρουσιάζεται σε οικογένειες και δημιουργεί στα άτομα προδιάθεση για εκφύλιση της αορτικής βαλβίδας. Τα άτομα αυτά συνήθως αναπτύσσουν συμπτώματα στένωσης της αορτής περίπου 10 χρόνια νωρίτερα σε σύγκριση με τα άτομα με αορτική βαλβίδα με τρεις γλωχίνες, τα οποία αναπτύσσουν στένωση σχετιζόμενη με την ηλικία. Η ανατομία μιας βαλβίδας με δύο γλωχίνες μπορεί να δημιουργήσει δυσκολίες κατά την TAVR, ενώ πολλά άτομα με αυτή την ανωμαλία έχουν επίσης ένα ανεύρυσμα (διόγκωση που οφείλεται σε αδυνατισμένα τοιχώματα του αγγείου) στην αορτή, κοντά στην καρδιά. Κατά συνέπεια, τα περισσότερα άτομα με αορτική βαλβίδα με δύο γλωχίνες χρειάζεται να υποβληθούν σε χειρουργείο αντί για TAVR.
Στα περισσότερα άτομα με σοβαρή ανεπάρκεια (διαφυγή) της αορτικής βαλβίδας επίσης απαιτείται χειρουργείο.
Επιδιόρθωση μιτροειδούς βαλβίδας
Περίπου 1 έως 2% του πληθυσμού αναπτύσσουν μια πάθηση που είναι γνωστή ως πρόπτωση της μιτροειδούς βαλβίδας, η οποία προκαλεί διαρροή ή ανεπάρκεια.
Οι περισσότερες περιπτώσεις είναι ήπιες, αλλά ορισμένες εξελίσσονται σε σοβαρές και απαιτούν επιδιόρθωση με χειρουργείο. Άλλα άτομα αναπτύσσουν ανεπάρκεια της μιτροειδούς λόγω μεγέθυνσης της αριστερής κοιλίας, η οποία μπορεί να παρουσιαστεί έπειτα από καρδιακή προσβολή ή ως «απάντηση» σε μακροχρόνια κολπική μαρμαρυγή ή καρδιακή ανεπάρκεια. Ο μιτροειδικός δακτύλιος (ο ινώδης δακτύλιος που υποστηρίζει τις γλωχίνες) τεντώνει, εμποδίζοντας τις πτυχές να κλείσουν ερμητικά.
Για τα περισσότερα άτομα με σοβαρή μιτροειδική ανεπάρκεια λόγω πρόπτωσης, η χειρουργική επιδιόρθωση παραμένει η θεραπεία εκλογής. Ο χειρουργός προσθέτει έναν νέο δακτύλιο προκειμένου να ενισχύσει τον υπάρχοντα, αλλά διατηρεί τη βαλβίδα του ίδιου του ασθενούς.
Για άτομα όμως με πρόπτωση και σοβαρή διαφυγή που είναι πολύ αδύναμα ή ευάλωτα για να υποβληθούν σε χειρουργική επέμβαση μπορεί να επιλεγεί η διαδερμική προσέγγιση. Αντί να τοποθετηθεί μια νέα βαλβίδα, η τεχνική χρησιμοποιεί μια συσκευή η οποία φέρνει κοντά τα χείλη των γλωχίνων.
Το πρώτο από αυτά τα συστήματα, το MitraClip, είχε αρχικά εγκριθεί μόνο για άτομα με πρόπτωση, αλλά πιο πρόσφατα έλαβε άδεια για ορισμένους ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια και μιτροειδική ανεπάρκεια. Ένα παρόμοιο σύστημα αναμένεται να λάβει έγκριση εντός του έτους.
Παρακολούθηση της βαλβιδοπάθειας
Τα περισσότερα προβλήματα στις βαλβίδες της καρδιάς ανακαλύπτονται όταν ο γιατρός ακούει έναν μη φυσιολογικό ήχο (που ονομάζεται φύσημα) όταν ακροάζεται την καρδιά με το στηθοσκόπιο. Ένα υπερηχογράφημα της καρδιάς (ηχοκαρδιογράφημα) μπορεί να αποκαλύψει μια βαλβίδα με διαρροή, πάχυνση ή σκλήρυνση.
Εάν έχετε μια ήπια βαλβιδοπάθεια χωρίς συμπτώματα, μπορεί να χρειάζεται απλώς να παρακολουθείτε την πάθηση με τον γιατρό σας. Δυστυχώς, δεν υπάρχουν φαρμακευτικές θεραπείες που να προλαμβάνουν την εξέλιξη της βαλβιδοπάθειας. Είναι όμως σημαντικό οι ασθενείς να λαμβάνουν όποια άλλα φάρμακα για την καρδιά τούς έχει γράψει ο γιατρός τους, ώστε να αποφύγουν άλλες επιπλοκές που είναι δυνατό να επιδεινώσουν το πρόβλημα των βαλβίδων. Επίσης, θα πρέπει να είναι σε εγρήγορση όσον αφορά συμπτώματα για τα δύο πιο κοινά προβλήματα των βαλβίδων.
Συμπτώματα αορτικής στένωσης
– Δύσπνοια.
– Πόνος στο στήθος ή σφίξιμο έπειτα από δραστηριότητα.
– Ζάλη ή ελαφριά ζάλη.
Συμπτώματα μιτροειδικής ανεπάρκειας
– Δύσπνοια έπειτα από δραστηριότητα ή σε ηρεμία.
– Κόπωση.
– Γρήγορος καρδιακός παλμός ή με πτερυγισμό.
– Πρησμένοι αστράγαλοι ή πόδια.
Διαδερμική αντικατάσταση (εμφύτευση) αορτικής βαλβίδας (TAVR ή TAVI)
Σε μια διαδικασία TAVR/TAVI, μια βαλβίδα από ιστό αγελάδας ή χοίρου στερεώνεται στο άκρο ενός λεπτού, εύκαμπτου σωλήνα (καθετήρα). Ο γιατρός οδηγεί τον καθετήρα από το επάνω μέρος του μηρού μέχρι το άνοιγμα ανάμεσα στην καρδιά και την αορτή. Μόλις φτάσει την πάσχουσα αορτική βαλβίδα, η νέα βαλβίδα διανοίγεται (με τη βοήθεια είτε μπαλονιού είτε μιας συσκευής που αναπτύσσεται αυτόματα) και στη συνέχεια αγκιστρώνεται στην παλιά βαλβίδα.