Τα Ιουλιανά
«Έπρεπε να καταστραφεί μια ολόκληρη χώρα για να βρει η Ιουλία τον δρόμο προς την κουζίνα» σάρκασε η Φώφη Κούταλου, καθώς έβλεπε τη χήρα να ψάχνει απεγνωσμένα τα σωστά ποτήρια για τα Gin and Tonic. «Η Ρωσίδα πού βρίσκεται;» ρώτησε η Ευγενία η Καλαμαρού. «Είναι κλεισμένη στο δωμάτιό της και δεν μιλιέται» απάντησε η αριστερή (με την καλή έννοια) Κουλλίτσα Κυριακού και μοίρασε χαρτιά.
Δεν είχε κέφι η Σβετλάνα Αλεξάντροβα να δει άνθρωπο, πόσω μάλλον να περιποιηθεί τέσσερις αργόσχολες γριές που μοίραζαν τον χρόνο τους ανάμεσα στην μπιρίμπα και το πολιτικό κουτσομπολιό. Κλείστηκε στον εαυτό της, έκλεισε και την πόρτα του δωματίου της κι έκανε αυτό που διδάχτηκε στα πέτρινα χρόνια της νεότητάς της: τη σιωπή. Από τότε που ξέσπασε ο πόλεμος ένιωθε τα καχύποπτα βλέμματα να τη βαραίνουν, σαν να της χρέωναν μερίδιο ευθύνης για το μακελειό στην Ουκρανία. Γι’ αυτό δεν μίλαγε. Αλλά και γιατί κανένας δεν της ζήτησε ποτέ να μιλήσει.
Γύρω από την πράσινη τσόχα οι κυρίες είχαν άλλες προτεραιότητες να διαχειριστούν... «Μα να αρρωστήσει ο Φούλλης με Covid και ν’ ακυρώσει τη φιέστα για την ανακήρυξη του υποψηφίου; Πόση γκαντεμιά πιά!» σχολίασε η σιεροκουτάλα Κούταλου, ρίχνοντας αλάτι στη συναγερμική πληγή. «Λες και δεν ήταν αρκετή η δημοσκόπηση του Reporter που μας έκανε τα νεύρα τσατάλια» μουρμούρισε η Ευγενία. «Αν συνεχίσουμε έτσι, θα αναρτήσουμε πινακίδα στην Πινδάρου “Κλειστόν λόγω μελαγχολίας”».
Αν δεν ήταν και η Ιουλία να θυμηθεί την ανεκδιήγητη δήλωση του Δόκτορα Καραγιάννη, το καρέ ένα βήμα απείχε μόνο από την κατάθλιψη. «Τι είπε πάλι ο πανδημιολόγος της καρδιάς μας;» ρώτησε η Κουλλίτσα, εκλιπαρώντας για μια εύθυμη νότα στη μαυρίλα των ημερών. «Ότι αναμένει έξαρση του κορωνοϊού επειδή μαζεύονται οι Ουκρανοί στα υπόγεια! Τι ακούμε, Θεέ μου, και δεν τρελαινόμαστε;». «Μπροστά στις δηλώσεις του Πατριάρχη Μόσχας αυτό είναι πταίσμα» σχολίασε η συνήθως φειδωλή περί τα εκκλησιαστικά Καλαμαρού και ζήτησε μπιριμπάκι.
Ο προκαθήμενος της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και επί χρόνια σύμμαχος του Βλαντιμίρ Πούτιν, σχολιάζοντας την εισβολή στην Ουκρανία, έστρεψε τα πυρά του στο… Gay Pride! «Ο Κύριλλος, σε μια προχωρημένη γεωπολιτική ανάλυση, δήλωσε επί λέξει: “Το τεστ για το ποια πλευρά στηρίζετε, είναι αν η χώρα σας είναι πρόθυμη να διοργανώσει παρελάσεις Gay Pride». «Τι πίνουν οι παπάδες και δεν μας δίνουν;» έθεσε το βαθύ φιλοσοφικό ερώτημα η Κουλλίτσα Κυριακού ενώ σέρβιρε τα Gin and Tonic.
«Και καλά οι παπάδες. Η Βρετανίδα υπουργός Εξωτερικών σε ποιο ουράνιο και ποιο τόξο βρίσκεται ώστε να συλλυπηθεί τον… Νίκο Βέρτη για τους θανάτους Ελλήνων στην Ουκρανία;» εξεμάνη η ηγερία της αγγλόφωνης Δεξιάς. Η Ιουλία αναφερόταν στην ανάρτηση της Λιζ Τρας που μπέρδεψε τον Νίκο Δένδια με τον συνονόματό του λαϊκό αοιδό, σκορπώντας χαμόγελα στο ελληνικό Twitter. «Μιλάμε για την ίδια κυρία, που τον περασμένο μήνα ο Λαβρόφ χαρακτήρισε τις συνομιλίες μαζί της “συζήτηση μεταξύ κωφών και ηλιθίων”» διευκρίνισε.
Με τούτα και με κείνα πέρασε η ώρα. Οι κυρίες βοήθησαν την Ιουλία να συμμαζέψει, ενώ η Ρωσίδα παρέμενε κλεισμένη στο δωμάτιό της ακούγοντας την 7η Συμφωνία του Ντιμίτρι Σοστακόβιτς. «Μίλα της» συμβούλευσε τη χήρα η Ευγενία η Καλαμαρού και οι υπόλοιπες, συμπεριλαμβανομένης της ξινής Φώφης Κούταλου, συμφώνησαν ότι αυτό έπρεπε να πράξει.
«Μίλα της». Αυτές οι δυο λέξεις στριφογύριζαν διαρκώς στο μυαλό της Ιουλίας, καθώς προσπαθούσε να σκοτώσει την ώρα πλένοντας τα πιάτα στην κουζίνα. Έπειτα από τόσα χρόνια που ήταν η Σβετλάνα Αλεξάντροβα στη δούλεψή της, συνειδητοποίησε πως δεν μίλησαν ποτέ για κείνην. Ποτέ δεν τη ρώτησε, γιατί ποτέ δεν την ενδιέφερε να μάθει για τη ζωή που άφησε πίσω. «Μίλα της θα πει άκουσέ την» σκέφτηκε η χήρα. «Μίλα της πάει να πει για μια φορά σταμάτα να μιλάς για σένα» επανέλαβε σιωπηλά, ενώ κτυπούσε την πόρτα του υπνοδωματίου της.
Είναι στιγμές που και η ίδια ξαφνιάζεται από τα δαιδαλώδη μονοπάτια του μυαλού της. Δεν κατάλαβε από ποια μυστική κρύπτη ανέσυρε τους στίχους του Γεβγκένι Γεφτουσένκο. Κάθισε όμως απέναντι στη Ρωσίδα και της απάγγειλε ψιθυριστά… «Με ευπρέπεια, το κυριότερο, να δέχεσαι / με ευπρέπεια όποιους καιρούς και να ’ρθουν, / όταν λιμνάζουν οι εποχές / ή συνταράζονται μέχρι το βάθος». Στο άκουσμα του στίχου «ο φόβος των καιρών φέρνει την πτώση» βούρκωσαν τα μάτια της Σβετλάνας.
«Μίλα μου» της είπε η Ιουλία. Κι εκείνη, έπειτα από ένα μικρό δισταγμό, άφησε τις αναμνήσεις σαν χείμαρρο να την παρασύρουν… Για τη ζωή στα περίχωρα της Μόσχας που κατέρρευσε με πάταγο, ενώ αναδυόταν το αστέρι του Πούτιν. Για το βαθύ χαντάκι που τη χώριζε απ’ όσους πρόλαβαν να πηδήξουν στο τρένο της νέας εποχής. Για τον μεγαλοϊδεατισμό και τον επεκτατισμό του νέου πατερούλη που της ήταν ξένος και για τη βία που τόσο απεχθανόταν. «Ενώ εσείς ξεσκονίζατε τα παπούτσια των λακέδων του νέου καθεστώτος, εμείς πληρώναμε και πάλι το τίμημα της σιωπής» είπε σιγανά στην Ιουλία.
«Αν γύρω σου η καταστροφή ακραία / τόσο ακραία που δεν μπορούσες να προβλέψεις / θυμήσου εκείνο που μουρμούρισες μια μέρα: / “Κι αυτό ακόμα πρέπει να τ’ αντέξω”» συγκατάνευσαν οι δυο γυναίκες.