Kathimerini.gr
Η πρώτη «ανθρώπινη δοκιμή – πρόκληση» (human challenge trial) παγκοσμίως, στην οποία οι συμμετέχοντες εκτέθηκαν σκόπιμα στην Covid-19 προκειμένου να επιταχυνθούν οι έρευνες για τη νόσο, φάνηκε να είναι ασφαλής σε νεαρούς ενήλικες, όπως σημειώνουν οι επικεφαλής της μελέτης.
Τα στοιχεία υποστηρίζουν την ασφάλεια αυτού του μοντέλου και θα μπορούσαν να ανοίξουν τον δρόμο για μελλοντικές μελέτες για τη δοκιμή νέων εμβολίων και φαρμάκων κατά της Covid-19.
Το εν λόγω πρότζεκτ διεξήχθη από τη φαρμακευτική εταιρεία Open Orphan και ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 2021, σε συνεργασία με το Imperial College του Λονδίνου, την ομάδα Βρετανών ειδικών για τα εμβόλια και την ιατρική εταιρεία hVIVO.
The worlds 1st #COVID19 characterisation study has provided invaluable insights into the progression of infection and data shows that #SARSCoV2 human #challengestudies are safe & well tolerated in healthy young adults#vaccinetaskforce #ORPH https://t.co/5KhQeTSZqp pic.twitter.com/KsX4TdC2qf
— Open Orphan (@OpenOrphan) February 2, 2022
Τι είναι η «ανθρώπινη δοκιμή – πρόκληση»;
Οι επιστήμονες χρησιμοποιούν τη μέθοδο της «ανθρώπινης δοκιμής – πρόκλησης» εδώ και δεκαετίες, προκειμένου να μάθουν περισσότερα για ασθένειες όπως η ελονοσία, η γρίπη, ο τύφος και η χολέρα, ώστε να αναπτύξουν θεραπείες και εμβόλια εναντίον τους.
Πέρυσι τον Απρίλιο, ειδικοί του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης ξεκίνησαν μια ακόμη, η οποία στόχευε στην επαναμόλυνση ατόμων που είχαν προσβληθεί και στο παρελθόν από Covid, σε μια προσπάθεια να κατανοήσουν περαιτέρω πώς λειτουργεί η ανοσία.
Στο πλαίσιο της δοκιμής του Imperial, εκτέθηκαν στον ιό 36 εθελοντές – άνδρες και γυναίκες – ηλικίας από 18 έως 29 ετών, στο αρχικό στέλεχος του κορωνοϊού. Στη συνέχεια, τέθηκαν υπό στενή παρακολούθηση σε ένα ελεγχόμενο χώρο, όπου βρίσκονταν σε καραντίνα, ενώ βρίσκονταν υπό εξέταση για 12 μήνες αφότου έλαβαν εξιτήριο.
Δεν διαπιστώθηκαν ανεπιθύμητες παρενέργειες, ενώ το εν λόγω μοντέλο φάνηκε να είναι ασφαλές για τους υγιείς νεαρούς ενήλικες, σύμφωνα με την εταιρεία.
«Τα άτομα αυτής της ηλικιακής ομάδας θεωρούνται ως οι κύριοι φορείς της πανδημίας και αυτές οι μελέτες, οι οποίες είναι αντιπροσωπευτικές των ήπιων λοιμώξεων, έδωσαν την ευκαιρία για λεπτομερή έρευνα των παραγόντων που ευθύνονται για τις μολύνσεις και την εξάπλωση της πανδημίας», αναφέρει ο Κρις Τσιου, επικεφαλής της έρευνας και καθηγητής στον τομέα των μολυσματικών ασθενειών στο Imperial.
Με την κατοχύρωση αυτού του μοντέλου, η Open Orphan δήλωσε ότι θα μπορεί να διεξάγει ανάλογες μελέτες το 2022, οι οποίες ωστόσο θα πρέπει να τηρούν τους κανόνες δεοντολογίας και να έχουν την έγκριση των ρυθμιστικών αρχών.
Τι δείχνουν τα στοιχεία του Imperial
Τα αποτελέσματα της μελέτης του Imperial, η οποία δεν έχει εξεταστεί ακόμη από ομοτίμους, μπορούν επίσης να δώσουν κάποια χρήσιμα κλινικά στοιχεία. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι τα συμπτώματα αρχίζουν να εκδηλώνονται κατά μέσο όρο δύο ημέρες μετά την έκθεση ενός ατόμου από τον ιό, αναφέρει το Imperial.
Η μόλυνση ξεκινά από τον λαιμό. Ο ιός φτάνει στην κορύφωσή του περίπου πέντε ημέρες μετά τη μόλυνση και, σε εκείνο το στάδιο, εντοπίζεται σε πολύ μεγαλύτερες συγκεντρώσεις στη μύτη παρά στον λαιμό. Επιπλέον, οι επιστήμονες βρήκαν ότι τα τεστ πλευρικής ροής αποτελούν αξιόπιστο εργαλείο για να γνωρίζουμε σε ποιον βαθμό υπάρχει ο ιός στον οργανισμό και, κατά συνέπεια, πόσο πιθανόν είναι να μεταδώσει κάποιος τον ιό.
Από τους 18 εθελοντές που μολύνθηκαν, οι 16 είχαν ήπια προς μέτρια συμπτώματα που θύμιζαν αυτά του κρυολογήματος, όπως βουλωμένη μύτη ή καταρροή, φτέρνισμα και πονόλαιμος, σημειώνει το Imperial.
Κάποιοι είχαν πονοκεφάλους, πόνους στους μυς ή στις αρθρώσεις, αίσθημα κόπωσης και πυρετό. Κανένας, ωστόσο, δεν ανέπτυξε σοβαρά συμπτώματα. Δύο από τους συμμετέχοντες εξαιρέθηκαν από την τελική ανάλυση, αφότου ανέπτυξαν αντισώματα μεταξύ του αρχικού ελέγχου και του εμβολιασμού τους.
Δεκατρείς εθελοντές που μολύνθηκαν ανέφεραν ότι είχαν προσωρινή αοσμία, η οποία ωστόσο υποχώρησε εντός 90 ημερών στους δέκα από αυτούς. Οι άλλοι τρεις άρχισαν να παρουσιάζουν βελτίωση μετά από τρεις μήνες. Τέλος, δεν εντοπίστηκαν μεταβολές στα πνευμόνια τους, ούτε κάποια σοβαρή παρενέργεια σε κανέναν από αυτούς.
Πηγή: Reuters