Του Αθανάσιου Έλλις
Η Ευρώπη βιώνει ένα έλλειμμα ηγεσίας τη στιγμή ακριβώς που χρειάζεται στιβαρούς και οραματιστές πολιτικούς περισσότερο από κάθε άλλη φορά στην πρόσφατη ιστορία της. Με τον νεοεκλεγέντα πρόεδρο των ΗΠΑ να εμφανίζεται έτοιμος για συγκρούσεις, είτε αυτές αφορούν την επιβολή δασμών που θα πλήξουν την ευρωπαϊκή οικονομία (όπως και την αμερικανική) είτε τον περιορισμό της άνευ όρων παροχής ασφάλειας ιδίως σε ευρωπαϊκές χώρες με εύπορες οικονομίες που μπορούν να αντέξουν την ανάληψη μεγαλύτερου μέρους των αμυντικών δαπανών, η Γηραιά Ηπειρος εμφανίζεται για ακόμη μια φορά ανέτοιμη. Και αυτό παρότι, σε αντίθεση ίσως με το 2016, αυτή τη φορά το ενδεχόμενο μιας προεδρίας Τραμπ ήταν ορατό.
Θα λειτουργήσει η διαφαινόμενη σύγκρουση ως αφύπνιση και ως σημείο εκκίνησης για την προώθηση της πολυσυζητημένης ευρωπαϊκής άμυνας, με άμεσα, ουσιαστικά και μετρήσιμα αποτελέσματα; Εχουν οι ηγέτες των ευρωπαϊκών χωρών, και δη των μεγαλυτέρων, εναλλακτικά σχέδια και τις απαραίτητες θεσμικές και οικονομικές αντοχές για να διαχειρισθούν τη «νέα σχέση» με τον ηγέτη της υπερδύναμης, και ενδεχομένως να αντιπαρατεθούν μαζί του;
Στα τέλη της δεκαετίας του ’80, σε μιαν άλλη ιστορική καμπή στην πορεία της ανθρωπότητας και ιδιαίτερα της Ευρώπης, όταν κατέρρεαν ο κομμουνισμός και το σύμφωνο της Βαρσοβίας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε ως πρόεδρο επί μία δεκαετία (’85-’95) τον οραματιστή Ζακ Ντελόρ. Εκείνη την περίοδο, οι επικεφαλής στον γαλλογερμανικό άξονα ήταν πολιτικοί με αυξημένο βεληνεκές, ηγέτες με διαφορετική ιδεολογική αφετηρία –ο Χέλμουτ Κολ, ο Φρανσουά Μιτεράν, ο Ζακ Σιράκ– οι οποίοι ήρθησαν στο ύψος των περιστάσεων και καθοδήγησαν την Ευρώπη με αποφασιστικότητα στα αχαρτογράφητα νερά της εποχής.
Με το ίδιο σκεπτικό μπορεί κανείς να θυμηθεί ισχυρές προσωπικότητες που σημάδεψαν τις πολιτικές εξελίξεις στη Βρετανία, από τη συντηρητική Μάργκαρετ Θάτσερ μέχρι τον Εργατικό Τόνι Μπλερ. Σήμερα, τέτοια μεγέθη δεν υπάρχουν. Και στην πιθανή επισήμανση πως ενδεχομένως να μην υπάρχουν ούτε στην Αμερική ή στην Κίνα, η απάντηση είναι ότι η διαιρεμένη και συχνά αναποφάσιστη Ε.Ε. των «27» τούς έχει ανάγκη πολύ περισσότερο από ό,τι οι δύο συμπαγείς μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου. Αυτή την περίοδο, η Γερμανία βυθίζεται στη δική της κινούμενη άμμο, ο Εμανουέλ Μακρόν με περιοδικές παρεμβάσεις του επιχειρεί να υπενθυμίσει ότι είναι ο ηγέτης μιας πυρηνικής δύναμης και συχνά προβάλλει έναν οραματικό λόγο, αλλά είναι πολιτικά ευνουχισμένος από την εσωτερική πολιτική διαίρεση και μια Εθνοσυνέλευση στα όρια της δυσλειτουργίας.
Στο αποκαρδιωτικό αυτό σκηνικό, με τη γαλλογερμανική ατμομηχανή της Ενωσης αντιμέτωπη με πολιτικά και οικονομικά αδιέξοδα, και την ευρωπαϊκή φωνή αποδυναμωμένη, η Τζόρτζια Μελόνι, που έχει μάλλον αποδειχθεί ανώτερη των αρχικών χαμηλών προσδοκιών, αξιοποιώντας και την ιδεολογική συγγένεια με τον Ντόναλντ Τραμπ, ίσως επιχειρήσει να λειτουργήσει ως δίαυλος επικοινωνίας της Ευρώπης με τον Αμερικανό πρόεδρο.
Σε κάθε περίπτωση, οι κίνδυνοι είναι πολλοί και τα χρονικά περιθώρια έχουν εξαντληθεί. Η Ευρώπη είναι αναγκασμένη να ενηλικιωθεί. Εστω και βίαια.