Kathimerini.gr
Ο πρόωρος τερματισμός της ωορρηξίας φαίνεται πως σχετίζεται άμεσα με υψηλούς κινδύνους για την εμφάνιση σοβαρών αυτοάνοσων νοσημάτων.
Η πρόωρη ωοθηκική ανεπάρκεια (ΠΩΑ) προκύπτει όταν γυναίκες ηλικίας 40 ετών και κάτω δεν παράγουν πλέον ωάρια διότι οι ωοθήκες του έχουν σταματήσει να λειτουργούν φυσιολογικά. Συνήθως, ο κύκλος γίνεται πρώτα για λίγο καιρό ασταθής και μετά σταματά τελείως. Αυτά τα συμπτώματα φαίνεται πως αφορούν περίπου το 1% των γυναικών παγκοσμίως.
Μεγάλη έρευνα, που δημοσιεύτηκε χθες στην πλατφόρμα Oxford Academic του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, έδειξε ότι γυναίκες με ΠΩΑ έχουν τρεις φορές περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν παθήσεις όπως διαβήτης τύπου 1, υπερθυροειδισμός, ερυθηματώδης λύκος, ελκώδης κολίτιδα κ.ά., σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό.
Οι Φινλανδοί και οι Φινλανδές επιστήμονες που συνέταξαν την έρευνα παρακολούθησαν περίπου 20.000 γυναίκες για τουλάχιστον 12 χρόνια. Ανέλυσαν υγειονομικά δεδομένα από καταχωρίσεις λεπτομερών φακέλων και διέγνωσαν περίπου 4.000 γυναίκες ηλικίας 40 ετών και κάτω με ΠΩΑ μεταξύ των ετών 1988 και 2017. Επειτα «ταίριαξαν» την καθεμία από αυτές με τέσσερις γυναίκες παρόμοιας ηλικίας χωρίς το ίδιο πρόβλημα. Τέλος, μελέτησαν πόσες γυναίκες ανέπτυξαν συνολικά κάποιο σοβαρό αυτοάνοσο από το 1970 έως το 2017. Το πόρισμα ήταν ότι το 5,6% των γυναικών με ΠΩΑ είχε διαγνωστεί με τουλάχιστον ένα αυτοάνοσο προτού διαπιστωθεί πως έχει ωοθηκική ανεπάρκεια, ενώ το 12,7% διαγνώστηκε με αυτοάνοσο μετά την εμφάνιση της ΠΩΑ.
Συνολικά, οι παρακολουθούμενες γυναίκες φάνηκε ότι ήταν 2,6 φορές πιο πιθανό να παρουσιάσουν κάποιο αυτοάνοσο προτού εμφανίσουν την πρόωρη ωοθηκική ανεπάρκεια, σε σύγκριση με την ομάδα ελέγχου. Αυτοί οι κίνδυνοι κυμαίνονταν από σχεδόν διπλάσιοι, στην περίπτωση του υπερθυροειδισμού και της ρευματοειδούς αρθρίτιδας, μέχρι 26πλάσιοι για τις πολυενδοκρινικές αυτοάνοσες παθήσεις. Οι γυναίκες με ΠΩΑ που δεν είχαν κάποιο προϋπάρχον αυτοάνοσο ήταν σχεδόν τρεις φορές πιθανότερο να εμφανίσουν μια τέτοια πάθηση μέσα στα επόμενα τρία χρόνια από τη διάγνωσή τους.
Η δρ Σούσανα Σαβουκόσκι, γυναικολόγος και μαιευτήρας στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο του Ούλου της Φινλανδίας και επικεφαλής της έρευνας, δήλωσε: «Είναι σημαντικό να υπογραμμιστεί πως οι περισσότερες γυναίκες με πρόωρη ωοθηκική ανεπάρκεια δεν θα αναπτύξουν κάποιο σοβαρό αυτοάνοσο και ότι οι περισσότερες γυναίκες με κάποιο σοβαρό αυτοάνοσο δεν θα αναπτύξουν ΠΩΑ. Ωστόσο, οι γιατροί θα πρέπει να έχουν υπόψη τους τον αυξημένο κίνδυνο, και οι ασθενείς να είναι ενήμερες γι’ αυτόν». Καθώς η ΠΩΑ επηρεάζει τη γονιμότητα, οι γυναίκες που γνωρίζουν ότι διατρέχουν τον κίνδυνο να εμφανίσουν την πάθηση θα πρέπει να σκεφτούν την πιθανότητα να μείνουν έγκυοι σε μικρότερη ηλικία, λέει, κι επίσης να γνωρίζουν πως μερικά αυτοάνοσα μπορούν να δυσκολέψουν σοβαρά τη διαδικασία του τοκετού.
Οι συντάκτριες και οι συντάκτες της μελέτης επισημαίνουν πως επιθυμούν κατά βάση να μελετήσουν τους βιολογικούς μηχανισμούς της ΠΩΑ και των αυτοάνοσων νοσημάτων ώστε να συμβάλουν στην ανάπτυξη καλύτερων προληπτικών θεραπειών. Σύμφωνα με τα λόγια της δρος Σαβουκόσκι: «Ερευνούμε κατά πόσον η μακρόχρονη χρήση μιας θεραπείας ορμονικής αντικατάστασης θα μπορούσε να επιβραδύνει ή και να εμποδίσει την εμφάνιση άλλων παθήσεων μεταξύ γυναικών με ΠΩΑ». Διαβάζοντας τη μελέτη, η Λουίζ Κένι, καθηγήτρια Περιγεννητικής και Βρεφικής Υγείας στο Πανεπιστήμιο του Λίβερπουλ, τόνισε: «Η ΠΩΑ είναι μια πολύ σοβαρή κατάσταση που δεν έχει μελετηθεί επαρκώς. Περιορίζει την ικανότητα νεαρών γυναικών να κυοφορήσουν το δικό τους βιολογικό παιδί και ταυτόχρονα αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης παθήσεων που σχετίζονται με την εμμηνόπαυση, όπως είναι για παράδειγμα η οστεοπόρωση».
Οπως σχολιάζει, υπάρχει μεγάλη ανάγκη για περισσότερες έρευνες που θα φωτίσουν τον ρόλο που διαδραματίζει το ανοσοποιητικό σύστημα σε αυτή την πολύπλοκη κατάσταση.
Ανάγκη ολιστικής φροντίδας
Ο Μπέισελ Βάταρ, επίκουρος καθηγητής Αναπαραγωγικής Υγείας στο Πανεπιστήμιο Ανγλια Ράσκιν του Ηνωμένου Βασιλείου, υποστηρίζει πως η έρευνα των Φινλανδών υπογραμμίζει την ανάγκη για ολιστική φροντίδα και θεραπεία των γυναικών με ΠΩΑ εξαιτίας ακριβώς της πολυπλοκότητας της πάθησης, αλλά και των σοβαρών μακροπρόθεσμων κινδύνων που φέρει.
«Αυτή η μελέτη δεν μας βοηθά να μάθουμε περισσότερα σχετικά με το τι προκαλεί την ΠΩΑ και, κατά συνέπεια, παραμένει ένα ανοικτό ερώτημα σχετικά με το αν αυτή πρόκειται για ένα σύμπτωμα κάποιας ομάδας αυτοάνοσων ή εάν ο περιορισμός της ωοθηκικής λειτουργίας μπορεί να πυροδοτήσει μια αυτοάνοση αντίδραση στις γυναίκες που των υφίστανται ή, πιθανώς, και τα δύο».