Του Γιάννη Ιωάννου
Όταν ο Βλαντίμιρ Πούτιν ζητούσε από το βήμα της Διάσκεψης Ασφάλειας του Μονάχου, το 2007, ένα πλέγμα εγγυήσεων ασφάλειας για την Ρωσία όχι μόνο σκότωνε την μεταβατική περίοδο Γιέλτσιν στις σχέσεις Δύσης-Μόσχας, στην μετασοβιετική εποχή, αλλά έδειχνε ουσιαστικά και προς την διεύρυνση του ΝΑΤΟ προς Ανατολάς. Γιατί νωρίτερα, το 2004, οι τρεις χώρες της Βαλτικής (Εσθονία, Λιθουανία, Λετονία), δύο «χώρες-κλειδία» των Βαλκανίων (Ρουμανία και Βουλγαρία) και δύο κράτη με ξεχωριστή σημασία στην κεντρική Ευρώπη (Σλοβακία και Σλοβενία) είχαν διαβεί το κατώφλι της Συμμαχίας. Κράτη που είτε άνηκαν στην ΕΣΣΔ είτε βρίσκονταν στην παραδοσιακή σφαίρα επιρροής της Μόσχας κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου «περικύκλωναν» τώρα την Ρωσία δημιουργώντας έτσι νέες προκλήσεις ασφάλειας για την χώρα αλλά και ένα νέο πλαίσιο στις σχέσεις Ρωσίας-Δύσης. Η συνέχεια είναι λίγο πολύ γνωστή: To 2008, η Ρωσία αιφνιδίασε την Δύση καταλαμβάνοντας de facto εδάφη της Γεωργίας και φτάνοντας λίγα χλμ έξω από την Τιφλίδα στήνοντας μάλιστα δύο «κράτη» σε Νότια Οσετία και Αμπχαζία ενώ η δυναμική έκτοτε, σε μια εποχή που περιοδολογείται πλέον μεταξύ 2008-2014, κατέληξε στον πόλεμο της ανατολικής Ουκρανίας και την απόσχιση της χερσονήσου της Κριμαίας. Μιας σύγκρουσης που με την υπερσυγκέντρωση στρατευμάτων στα ανατολικά σύνορα της Ουκρανίας δεν φαντάζει πλέον ως μια τυπική frozen conflict του είδους αλλά ως ένα καζάνι που βράζει κι αν ξεχειλίσει θα δημιουργήσει την πρώτη μεγάλη σύγκρουση του 2022.
Ήταν ξεκάθαρο πλέον πως η Ρωσία δεν επεδίωκε απλά επιρροή στον λεγόμενο μετασοβιετικό χώρο (post-soviet space) αλλά με ένα modus operandi που συνδύαζε την σκληρή στρατιωτική ισχύ και τα ιστορικά και βιωματικά αφηγήματα του Ψυχρού Πολέμου –από την εδαφική κυριαρχία μέχρι τους Ρωσόφωνους πληθυσμούς- αποσκοπούσε στο να «επαναφέρει» τα φυσικά όρια ισχύος του σοβιετικού χώρου –κατά την περίοδο που ήταν ή μια από τις δύο υπερδυνάμεις του διεθνούς συστήματος. Και ο «Πούτιν στο Μόναχο», σαν φιγούρα ενός θεατρικού με αυτόν τον τίτλο, αποτέλεσε για πολλούς στη Δύση ο τρόπος επεξήγησης των όσων βιώνουμε σήμερα. Και των συνομιλιών που λαμβάνουν χώρα αυτή την εβδομάδα σε πολλαπλά επίπεδα μεταξύ ΗΠΑ-Ρωσίας προκειμένου να υπάρξει αποκλιμάκωση στο Ουκρανικό.
Δουλεύουν οι συνομιλίες
Μπορεί σε επίπεδο δημόσιων δηλώσεων Ουάσινγκτον και Μόσχα να ερίζουν με πανίσχυρες κόκκινες γραμμές και σκληρές αφετηριακές θέσεις ωστόσο κανείς δεν μπορεί να υποτιμήσει το πως οι δύο χώρες γνωρίζουν καλά να συνομιλούν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Δύση και Ρωσία έχουν... DNA από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου όταν οι μεγάλες κρίσεις αποσοβήθηκαν μέσω της διπλωματίας ενώ και σε επίπεδο στρατηγικού διαλόγου (πχ συμφωνίες START για τον περιορισμό των στρατηγικών όπλων) υπήρξαν απτά αποτελέσματα. Και δεν είναι τυχαίο ότι την τρέχουσα εβδομάδα Δύση και Μόσχα συνομιλούν σε πολλαπλά επίπεδα:
- Απευθείας στην Γενεύη σε διμερές επίπεδο υφυπουργών Εξωτερικών και στα πλαίσια του μηχανισμού SSD (US-Russia Strategic Stability Dialogue)
- Στο επίπεδο του διαλόγου με το ΝΑΤΟ, στις Βρυξέλλες και
- Στα πλαίσια του ΟΑΣΕ (Οργανισμός για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη) στην Βιέννη
Οι τρεις παραδοσιακές ως προς την διεθνή διπλωματία πόλεις γνωρίζουν ημέρες ψυχροπολεμικής δόξας με την πρώτη διάσταση να ξεχωρίζει. Δεν είναι τυχαίοι εξάλλου και οι αρχηγοί των δύο αντιπροσωπειών: Tόσο η Αμερικανίδα υφυπεξ Wendy Sherman όσο και ο Ρώσος ομόλογός της Sergei Ryabkov (Сергей Рябков) είναι διπλωμάτες καριέρας (η μεν από το 1993 ο δε από το 1995), πολύπειροι, μεταξύ των γνώριμοι και top notch bargainers. Η Sherman ηγήθηκε των συνομιλιών του JCPO για τα πυρηνικά του Ιράν και ο Ryabkov σε κάθε γύρο συνομιλιών του New START για την μείωση των επιθετικών στρατηγικών όπλων. Το άθροισμα της διπλωματικής εμπειρίας των δύο είναι 56 χρόνια. Κάτι παραπάνω από μισός αιώνας. Βέβαια κάτι τέτοιο δεν αρκεί για να επιτευχθεί και μια συμφωνία πχ για ένα χώρο εκτόνωσης/αποκλιμάκωσης μεταξύ των ορίων ΝΑΤΟ-Ρωσίας. Υπάρχουν εξάλλου και οι απαισιόδοξοι παρατηρητές που θεωρούν πως οι συνομιλίες με τον Πούτιν απλά αφήνουν κακό προηγούμενο και ούτως η άλλως θα επιτεθεί εναντίον της Ουκρανίας. Στον αντίποδα, δεν πρέπει να θεωρείται αδύνατον το να υπάρξει μια συμφωνία που προς το παρόν να μειώσει τις εντάσεις στο Ουκρανικό. Κι εδώ ακριβώς εδράζεται η παράδοση των συνομιλιών ΗΠΑ-Ρωσίας τόσο κατά τον Ψυχρό Πόλεμο όσο και μετά το '90 - και στις αρχές του 2000.
Τι να αναμένουμε
Όπως διαφάνηκε κι από τις δηλώσεις Ryabkov και Sherman οι συνομιλίες προς το παρόν ναι μεν εκκινούν από επιμέρους κόκκινες γραμμές ωστόσο αυτό που τείνει να επικρατήσει είναι η αμοιβαία κατανόηση πως πέραν της κρίσης στην Ουκρανία Δύση και Μόσχα χρειάζονται ένα νέο δυναμικό πλέγμα στην αρχιτεκτονική ασφάλειας στην Ευρώπη, όπως αυτή διαμορφώθηκε μετά το 1945 αλλά και μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Εκτός της Ουκρανίας η τρέχουσα κατάσταση στις σχέσεις Ρωσίας-Δύσης πηγαίνει πολύ πέραν αυτής. Εμπεριέχει κάτι από την Κρίση της Κούβας το 62'. Ακριβώς γιατί το ζήτημα της ανάπτυξης στρατηγικών πυραυλικών συστημάτων μέσου βεληνεκούς στην Ευρώπη από την Δύση απαντάται από την Μόσχα με την συνεπακόλουθη «ισοφάριση» με πυρηνικά. Ενέργειες που λόγω της ιστορικής εμπειρίας του Ψυχρού Πολέμου αλλά και των σκληρών δηλώσεων των τελευταίων εβδομάδων λειτουργούν στην βάση της Αποτροπής (Deterrence) και της Aποκλιμάκωσης (De-Escalation) -στο τραπέζι των συνομιλιών.
Συνεπώς τις επόμενες εβδομάδες τα σενάρια που βρίσκονται ενώπιόν μας αφορούν:
- Mια φόρμουλα στο πνεύμα της δεύτερης συμφωνίας του Μινσκ (Φεβρουάριος 2015) ως προς την Ουκρανία per se προκειμένου να υπάρξει σταδιακή αποχώρηση της συγκέντρωσης ρωσικών δυνάμεων στα σύνορα της χώρας έναντι μιας έμμεσης δέσμευσης για μη συνέχεια των προσπαθειών για την ατλαντική πορεία της χώρας. Σενάριο που δεν πρέπει να αποκλειστεί δεδομένου ότι το πραγματικό σινιάλο του ΝΑΤΟ προς το Κίεβο, παρά τα όσα λέγονται δημοσίως, δεν αφορά στην άμεση ένταξή του στους κόλπους της Συμμαχίας. Αυτό είναι το μεσοπρόθεσμο σενάριο
- Ένα ευρύτερο πνεύμα εξεύρεσης των τρόπων προκειμένου ο διάλογος Δύσης-Μόσχας να ανοίξει στον άξονα όλων των ζητημάτων αρχιτεκτονικής στρατηγικής κι ασφάλειας μεταξύ των δύο πλευρών, δυναμική η οποία με φόντο και την άνοδο της Κίνας καθίσταται προφανής τα τελευταία χρόνια. Το εν λόγω μακροπρόθεσμο σενάριο υπαγορεύεται και από την realpolitik της διακυβέρνησης Μπάιντεν όσο και του Πούτιν –που το 2024 έχει ξανά εκλογές και θα ήθελε να αποφύγει ένα νέο γύρο εντάσεων τύπου Πλατείας Bolotnaya (Болотная) όπως το 2012 και φυσικά
- Από ένα νέο γύρο stalemate που σε συνδυασμό με τον μικρόκοσμο των συγκρούσεων στην ανατολική Ουκρανία θα επαναφέρει ένα νέο γύρο βίας επί του πεδίου της σύγκρουσης
Το αν το 2022 θα προχωρήσει με υπερπτήσεις drones “Bayraktar”, επελάσεις αρμάτων T-72 και αντιαρματικά βλήματα Javelin σε ένα νέο λουτρό αίματος στην Ουκρανία, όταν ο παγετός υποχωρήσει, μένει να διαφανεί. Αυτό που ωστόσο παραμένει σίγουρο είναι πως ούτε η Μόσχα μπορεί να καταστεί όσο ισχυρή υπήρξε εξερχόμενη από τον Β’ ΠΠ αλλά ούτε και η Δύση μπορεί να αγνοήσει την τελευταία στο υπό διαμόρφωση διεθνές σύστημα όπου πέραν των κλισέ με τον Αητό και την Αρκούδα, υπάρχει και ο... Δράκος. Κι εδώ ακριβώς εδράζεται το πως Δύση και Ρωσία θα συνεχίσουν να συνομιλούν στο εγγύς μέλλον. Συνομιλίες που μόλις, ειρήσθω εν παρόδω, άρχισαν.