Του Γιάννη Ιωάννου
Αναμφίβολα, η κορυφαία είδηση που προκύπτει από την επίσκεψη του Προέδρου Χριστοδουλίδη στην Αθήνα είναι η ανακοίνωση για την θεσμοθέτηση ενός κοινού οργάνου, σε ανώτατο διμερές επίπεδο, που θα λειτουργούσε δυνητικά ως «Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας» μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου. Η καθιέρωση -σε ανώτατο διακυβερνητικό επίπεδο και σε περιοδική βάση- ενός συμβουλίου Κύπρου-Ελλάδας δείχνει να αποτελεί ένα φιλόδοξο πρότζεκτ που θα μπορούσε να αντικαταστήσει τα διακυβερνητικά συμβούλια των τελευταίων χρόνων μεταξύ Λευκωσίας και Αθήνας -σε ζητήματα μάλιστα που αποτελούν κορυφαίες προτεραιότητες πολιτικής για τις δύο χώρες, όπως η άμυνα και η εξωτερική πολιτική.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα των τελευταίων χρόνων ήταν τα διακυβερνητικά συμβούλια Άμυνας (πάνω από έξι) όπου οι ΥΠΑΜ Κύπρου κι Ελλάδας συναντιούνταν σε σταθερή βάση στα πλαίσια -εντός ΕΕ αλλά και σε διμερές επίπεδο- της αναβαθμισμένης και στενής συνεργασίας στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας. Το πως θα οργανωθεί ένα τέτοιο συμβούλιο, τι όρους εντολής θα περιλαμβάνει και πως θα δουλέψει στη πράξη αποτελεί σίγουρα μια ενδιαφέρουσα πτυχή σε σχέση με τον πήχη που τέθηκε κατά την ανακοίνωσή του, και μένει να διαφανεί στη πράξη.
Η θεσμική διάσταση
Η «θεσμοθέτηση» ενός τέτοιου οργάνου δείχνει να κινείται σε τρεις άξονες συνεργασίας που αποτελούν και την ραχοκοκαλιά της στενής σχέσης Κύπρου-Ελλάδας:
• Του στενού συντονισμού σε κορυφαία ζητήματα εξωτερικής πολιτικής για τις δύο χώρες που αρχίζουν και τελειώνουν στο Κυπριακό -και δη στη προσπάθεια που γίνεται για (την δύσκολη) επανεκκίνηση του
• Την κοινή προετοιμασία θέσεων Ελλάδας-Κύπρου σε κρίσιμες διαβουλεύσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης (πχ Συνόδους Κορυφής, Ευρωπαϊκά Συμβούλια, κοκ)
• Τον καθιερωμένο συντονισμό και την ανταλλαγή απόψεων σε τομείς που η συνεργασία υφίσταται εδώ και δεκαετίες σε ανώτατο επίπεδο, όπως η άμυνα -που θα μπορούσε να επεκταθεί και σε τομείς ενδιαφέροντος όπως η ενεργειακή πολιτική στην ανατολική Μεσόγειο, το περιβάλλον, το προσφυγικό-μεταναστευτικό που επηρεάζει και τις δύο χώρες, ζητήματα παιδείας, κοκ
Εξυπακούεται πως η «θεσμοθέτηση» αποτελεί περισσότερο ένα δημοσιογραφικό/επικοινωνιακό κλισέ μιας και σε θεσμικό επίπεδο κάτι τέτοιο θα μπορούσε να αποτυπωθεί περισσότερο de facto, παρά de jure, για ευνόητους λόγους που θα δημιουργούσαν ζητήματα νομικής κατοχύρωσης (είναι διακρατική συμφωνία; οι όροι εντολής απορρέουν από την κυπριακή ή ελλαδική νομοθεσία;, κοκ). Και σε κάθε περίπτωση πρέπει να δούμε πως θα λειτουργήσει στη πράξη. Επιπλέον ένα τέτοιο όργανο θα μπορούσε να επεκταθεί σε πολλαπλούς τομείς με διευρυμένες συνεργασίες-συναντήσεις των υπουργικών συμβουλίων σε ετήσια πχ βάση και -συχνότερα- μεταξύ αρμόδιων υπουργείων για θέματα κοινού ενδιαφέροντος και στενής συνεργασίας.
Πιο μπροστά η Ελλάδα
Η Ελλάδα βρίσκεται πιο μπροστά από τη Κύπρο όσον αφορά, διαχρονικά, την θεσμική συγκρότηση θεμελιωδών πολιτικών όπως η άμυνα, η ασφάλεια και η εξωτερική πολιτική. Το 2019, ο Ελλαδίτης ΠΘ, Κυριάκος Μητσοτάκης, θεσμοθέτησε το Κυβερνητικό Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας (ΚΥΣΕΑ) που αντικατέστησε στη πράξη το αντίστοιχο, από το 1986, ΚΥΣΕΑ (Κυβερνητικό Συμβούλιο Εξωτερικών και Άμυνας) ως το κορυφαίο όργανο λήψης αποφάσεων (decision making level) για κρίσιμα ζητήματα ασφάλειας της χώρας -με προεκτάσεις σε υπαρξιακές αποφάσεις όπως η κήρυξη πολέμου, όπως η τελευταία απορρέει από το ελληνικό Σύνταγμα. Επιπλέον, η Ελλάδα διαθέτει και στρατηγική Εθνικής Ασφάλειας καθώς και θεσμό συμβούλου του πρωθυπουργού σε αυτό το κορυφαίο επίπεδο (σ.σ. ο ακαδημαϊκός Θάνος Ντόκος) που λειτουργεί συμπληρωματικά στο τρίπτυχο «άμυνα-ασφάλεια-εξωτερική πολιτική». Η Κύπρος θα μπορούσε -όπως ειπώθηκε και στην Ελλάδα από την κ. Πική- να αντλήσει know-how και καλές πρακτικές επί του συνόλου κάποιων θεσμικών πτυχών λειτουργίας των κρατικών χωρητικοτήτων (state capacities) και ο συντονισμός υπουργείων θα λειτουργούσε προς αυτή την κατεύθυνση.
Επιπλέον, ο κ. Χριστοδουλίδης δεσμεύτηκε προεκλογικά στη δημιουργία Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας και στον διορισμό αρμόδιου συμβούλου -πεδίου που πέραν της θεσμοθέτησης, με ξεκάθαρο νομικό αποτύπωμα, θα μπορούσε να συντονιστεί με τον αντίστοιχο στην Ελλάδα για πτυχές συντονισμού στο Κυπριακό. Να υπενθυμίσουμε πως αντίστοιχος θεσμός επί Αναστασιάδη, το «Γεωστρατηγικό Συμβούλιο» -εκτός του ότι δεν θεσμοθετήθηκε επίσημα- στη συνέχεια ατόνισε ενώ η Κύπρος δεν διαθέτει καταγραμμένη στρατηγική Εθνικής Ασφάλειας που να δεσμεύει νομικά τον εκάστοτε Πρόεδρο.
Καταληκτικά, το «Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας» Κύπρου-Ελλάδας αποτελεί ένδειξη για την αποτελεσματικότητα του συντονισμού Λευκωσίας-Αθήνας τα επόμενα κρίσιμα χρόνια και μένει να διαφανεί και πως ακριβώς θα στηθεί επί του πρακτέου.