

Του Γιώργου Κακούρη
Επικρίσεις για τις πιθανές αρνητικές επιπτώσεις που μπορεί να έχει η δημιουργία της δυνατότητας για τα κράτη μέλη να στέλνουν άτομα των οποίων οι αιτήσεις για άσυλο έχουν απορριφθεί σε τρίτες χώρες με τις οποίες υπάρχουν συμφωνίες, σε μια ρύθμιση που θυμίζει τα κέντρα επιστροφών (return hubs) που είχε προτείνει μεταξύ άλλων η Ιταλία, έφερε η παρουσίαση της πρότασης της Κομισιόν για έναν νέο κανονισμό για τη διαχείριση των επιστροφών.
Από πλευράς της Κομισιόν, πάντως, τόσο ο επίτροπος για τις Εσωτερικές Υποθέσεις, Μάγκνους Μπρούνερ, όσο και η αρμόδια αντιπρόεδρος της Επιτροπής, Χένα Βίρκουνεν, τόνιζαν την Τρίτη απαντώντας σε ερωτήσεις δημοσιογράφων στο Στρασβούργο για το πώς η πρόταση διαφέρει από την καταστροφική προσπάθεια του Ηνωμένου Βασιλείου να «εξάγει» αιτητές ασύλου στη Ρουάντα, ή από τη συμφωνία της Ιταλίας με την Αλβανία για επεξεργασία αιτήσεων εκτός της ΕΕ.
Απαντώντας σε ερώτηση της «Κ», η κ. Βίρκουνεν υπογράμμισε πως η πρόταση αφορά «άτομα τα οποία έχουν λάβει τελική απόφαση για επιστροφή τους στην ΕΕ», μετά δηλαδή από την ολοκλήρωση της διαδικασίας, συμπεριλαμβανομένων των εφέσεων, όπως ανέφερε σε άλλο σημείο της συνέντευξης Τύπου. Όπως επίσης τονίζεται, από τη διαδικασία αυτή θα εξαιρούνται ανήλικοι και οικογένειες.
Ο προτεινόμενος κανονισμός για ένα κοινό σύστημα για τις επιστροφές αποτελεί «συμπλήρωμα» στο Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο που εγκρίθηκε στα τέλη του 2023 και αναμένεται να τεθεί σε πλήρη εφαρμογή περί τα μέσα του 2026. Και αρκετά κράτη μέλη, μεταξύ τους και η Κύπρος, είχαν επενδύσει στο να προωθηθεί κανονισμός, και όχι οδηγία, ώστε να δεσμεύει τα κράτη μέλη – και κυρίως να αποτελεί αντικίνητρο στη διαφυγή ατόμων που έλαβαν αρνητική απόφαση σε άλλα κράτη μέλη καθώς η εντολή για επιστροφή ενός κράτους μέλους θα πρέπει να εφαρμόζεται από όλα.
Ουσιαστικά η Κομισιόν, και τα κράτη μέλη, επενδύουν από τη μια στον συντονισμό, με τη δημιουργία μιας κοινής διαδικασίας επιστροφών, και από την άλλη στην αυστηροποίηση για περιορισμό του φαινομένου της διαφυγής ατόμων των οποίων οι αιτήσεις έχουν απορριφθεί σε άλλα κράτη μέλη ή απλά μη εκτέλεσης της απόφασης (μόνο 20% των αποφάσεων επιστροφής υλοποιούνται σύμφωνα με την Κομισιόν).
Αν και ο νέος κανονισμός φαίνεται να έχει την έγκριση της πλειοψηφίας των κρατών μελών, τα οποία έλαβαν χαλαρώσεις όσον αφορά τις μάξιμουμ περιόδους κράτησης για άτομα που επιστρέφονται και τη δυνατότητα δημιουργίας των «return hubs» έστω και με περιορισμένη μορφή, η κατάσταση δεν είναι και τόσο απλή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, όπου οι φιλελεύθεροι Renew έχουν ήδη εκφράσει επιφυλάξεις για τις επιστροφές μέσω συμφωνιών με τρίτες χώρες, και οι Πράσινοι κατηγορούν την Κομισιόν πως έχει ενδώσει στις λαϊκιστικές φωνές.
Και οι δύο πολιτικές ομάδες, μαζί με τους Σοσιαλδημοκράτες (S&D) διαφωνούν κάθετα με την όποια ιδέα για «return hubs» σε τρίτες χώρες, ωστόσο η ανησυχία που και οι τρεις πολιτικοί χώροι ουσιαστικά εκφράζουν είναι πως το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (ΕΛΚ) δεν θα διστάσει να ενεργοποιήσει την κατά περίπτωση συμμαχία με μέρη του συντηρητικού - ακροδεξιού ECR για να περάσει τις θέσεις του χωρίς την κεντρώα συμμαχία που επανεξέλεξε την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.
Παράπονα στο Κοινοβούλιο
Τα ζητήματα τα οποία έθεσαν οι πολιτικές ομάδες αμέσως μετά την παρουσίαση της πρότασης της Κομισιόν δείχνουν ενδεχομένως και πού θα κινηθούν οι συζητήσεις στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή πολιτικών ελευθεριών, δικαιοσύνης και εσωτερικών υποθέσεων (LIBE).
Εκ μέρους του ΕΛΚ, η Γερμανίδα ευρωβουλευτής Λένα Ντουπόντ η οποία είναι αρμόδια εκπρόσωπος για τις εσωτερικές υποθέσεις, χαιρέτισε την πρόταση αλλά πρόσθεσε πως «σημασία έχει η τελική της μορφή», καλώντας τις πολιτικές δυνάμεις να συνεργαστούν προς την κατεύθυνση ενός κανονισμού «που εγγυάται την αποτελεσματική επιστροφή εκείνων που δεν έχουν δικαίωμα να παραμείνουν». Και τόνισε την ανάγκη το τελικό κείμενο να περιλαμβάνει «πιο αυστηρές επιπτώσεις για τη μη συμμόρφωση, μέτρα για αποτροπή της διαφυγής, μεγαλύτερες περιόδους κράτησης και απαγόρευσης εισόδου, καθώς και νομικό πλαίσιο για κέντρα επιστροφής».
Αν και μέχρι το απόγευμα της Τρίτης το S&D δεν είχε αντιδράσει με επίσημη ανακοίνωση, η πολιτική ομάδα τόνιζε με ανάρτηση στο X (πρώην Twitter) πως η πολιτική για τις επιστροφές πρέπει να είναι «αποτελεσματική, βιώσιμη, αξιοπρεπής», καλώντας τα κόμματα που είναι υπέρ της ΕΕ να εργαστούν για βελτίωση του συστήματος, με στόχο περισσότερη συνεργασία σε επίπεδο ΕΕ, εφαρμογή του Συμφώνου, λέγοντας όμως «όχι στα αμφιλεγόμενα κέντρα επιστροφών».
Τη Δευτέρα, η συντονιστής της ομάδας του S&D για θέματα πολιτικών ελευθεριών, η Γερμανίδα ευρωβουλευτής Μπίργκιτ Ζίπελ, τόνιζε πως οι «ούτω καλούμενες καινοτόμες λύσεις που απορρίφθηκαν στο παρελθόν δεν είναι η λύση», χαρακτηρίζοντας λάθος για την ΕΕ να εμπνευστεί από τις συμφωνίες ΗΒ - Ρουάντας ή Ιταλίας - Αλβανίας, καθώς «η νομιμότητά τους αμφισβητείται». Καινοτόμα, είχε σημειώσει, θα ήταν «η βιώσιμη συνεργασία με χώρες προέλευσης σε συνδυασμό με πιο αποτελεσματικές νόμιμες διόδους».
Η ομάδα των Renew από την άλλη χαιρέτισε την πρόθεση που δείχνει η πρόταση για κοινή ρύθμιση του ζητήματος που έλειπε στην κοινή μεταναστευτική πολιτική της ΕΕ, όμως σε ανακοίνωση την Τρίτη εξέφρασε επιφυλάξεις για την πρόταση για επιστροφές σε τρίτες χώρες μετά από σχετικές συμφωνίες, καθώς «η μετανάστευση δεν είναι ζήτημα που μπορεί εύκολα να ανατεθεί σε τρίτους (outsource)» λόγω νομικών ζητημάτων και κινδύνων για τα θεμελιώδη δικαιώματα. Όπως επεσήμανε η Γαλλίδα ευρωβουλευτής, Φαμπιέν Κέλερ, στόχος της ομάδας θα είναι «η εξισορρόπηση της αποτελεσματικότητας των επιστροφών με τα θεμελιώδη δικαιώματα που πρέπει να διασφαλιστούν».
Από την πλευρά των Πρασίνων πάντως, η Ολλανδή ευρωβουλευτής Τίνεκε Στρικ, επεσήμανε πως βάσει της πρότασης τα κράτη μέλη «θα μπορούν να απελαύνουν ανθρώπους σε χώρες με τις οποίες έχουν συμφωνίες, ανεξάρτητα με το αν τα άτομα που εμπλέκονται έχουν δεσμούς με αυτή τη χώρα ή αν θα μπορούν τελικά να επιστρέψουν στη χώρα τους». Αυτή η προσέγγιση, σημείωσε, θα οδηγήσει σε μακράς διαρκείας κρατήσεις, καθώς τα «return hubs» μεταθέτουν την ευθύνη για τα άτομα που πρέπει να επιστραφούν.